Σύνδεση
Πρόσφατα Θέματα
Παρόντες χρήστες
56 χρήστες είναι συνδεδεμένοι αυτήν την στιγμή:: 0 μέλη, 0 μη ορατοί και 56 επισκέπτες :: 1 μηχανή αναζήτησηςΚανένας
Περισσότεροι χρήστες υπό σύνδεση 400, στις Τρι 22 Οκτ 2024, 21:40
ΝΙΚΟΣ ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ
Radical30 World :: Περιεχόμενα :: κλικ > Το Blog/Forum Radical World - Περιεχόμενα :: ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ - ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ - ΠΑIΔΕΙΑ :: Προσωπικότητες
Σελίδα 1 από 1
ΝΙΚΟΣ ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ
"ΝΙΚΟΣ ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ Η ζωή μου συνδέεται με την ιστορία του ΚΚΕ Εξήντα χρόνια από την εκτέλεσή του"
Το ΚΚΕ γεννά Μπελογιάννηδες
«Η κατάσταση που παρακολουθώ στην Ελλάδα, μου γεννάει μια ανυπομονησία πότε να βρεθώ κάτω, αδιαφορώντας για τις συνθήκες και τις δυσκολίες που θα συναντήσω. Δεν είμαστε πλασμένοι εμείς σήμερα για "ειρηνική" ζωή...»
Νίκος Μπελογιάννης
------------------------------
Οι διωκτικές αρχές είχαν διαμορφώσει ένα κλίμα «χαφιεδοφοβίας», που γινόταν αιτία, πολλές συλλήψεις κομμουνιστών να θεωρούνται αποτέλεσμα της ύπαρξης χαφιέδων στον παράνομο μηχανισμό και όχι αποτέλεσμα διαφορετικών αιτιών, όπως της παραβίασης συνωμοτικών κανόνων, τυχαίων περιστατικών και άλλων. Και όλα αυτά, τη στιγμή που η ανασυγκρότηση των παράνομων κομματικών οργανώσεων πρόβαλε ως το υπ' αριθμόν ένα καθήκον του Κόμματος, ενώ διαρκούσαν οι προσπάθειες πολλαπλής υπονόμευσής του.
Την άνοιξη του 1949 υπεύθυνος του παράνομου κομματικού κλιμακίου στην Ελλάδα ανέλαβε ο Νίκος Πλουμπίδης, μέλος της ΚΕ, αντικαθιστώντας τον Στέργιο Αναστασιάδη, μέλος του ΠΓ, που είχε πέσει στα χέρια της Ασφάλειας. Μαζί με τον Αναστασιάδη πιάστηκαν και άλλοι καθοδηγητές των παράνομων οργανώσεων, καθώς και πολλοί ακόμα σύντροφοι της Αθήνας και του Πειραιά. Οι οργανώσεις σχεδόν εξαρθρώθηκαν.
Το πρόβλημα των συλλήψεων είχε απασχολήσει και την 7ηΟλομέλεια της ΚΕ (14-18 Μαΐου 1950), η οποία αποφάσισε σχετικά με τα παράνομα στελέχη στην Ελλάδα:
«Ολα τα κομματικά στελέχη που τώρα δουλεύουν παράνομα στην Ελλάδα πρέπει να περάσουν στο εξωτερικό για λόγους ασφάλειας των κομματικών οργανώσεων, για ξεκούραση και μόρφωση και για να γίνει εξέταση με σκοπό να βρεθεί άκρη για τα σοβαρά χτυπήματα που μας κατάφερε ο εχθρός στα τελευταία χρόνια».2
Μετά τις συλλήψεις της άνοιξης 1949 η οργάνωση των ΕΠΟΝιτών, όπως λεγόταν, με επικεφαλής τον Σταύρο Κασιμάτη, αυτονομήθηκε από το κλιμάκιο που καθοδηγούσε ο Ν. Πλουμπίδης. Ο ίδιος ο Κασιμάτης, λαθεμένα, υποψιαζόταν ότι ο Ν. Πλουμπίδης είχε δώσει στην Ασφάλεια τον παράνομο μηχανισμό. Η απόφαση για τη δημιουργία του δεύτερου καθοδηγητικού κέντρου πάρθηκε δίχως προηγούμενη συνεννόηση του Κασιμάτη με το ΠΓ. Αργότερα, το ΠΓ ενέκρινε την επιλογή της αυτονόμησης.
Οπως έγραψε ο Κασιμάτης, σε σύσκεψη που πραγματοποίησαν ο ίδιος με τους Κώστα Φιλίνη, Φώφη Λαζάρου, Πέτρο Διβέρη, αποφάσισαν τη συγκρότηση του δεύτερου καθοδηγητικού κέντρου του ΚΚΕ στην Αθήνα. Διαβάζουμε:
«Χωρίς περιστροφές αναφέρομαι σύντομα στις συλλήψεις, στη δημιουργημένη από αυτές κατάσταση και προτείνω να αναλάβουμε εμείς οι τέσσερις πρωτοβουλία για ανασυγκρότηση των οργανώσεων, όχι μόνο της ΕΠΟΝ αλλά και του Κόμματος»3.
Στο δεύτερο καθοδηγητικό κέντρο, που το συναντάμε και ως κέντρο των ΕΠΟΝιτών, άλλοτε και των Μακρονησιωτών, εντάχθηκαν και απολυμένοι από τη Μακρόνησο, όπως ο Αντώνης Μπριλλάκης, ο Πότης Παρασκευόπουλος και ο Παναγιώτης Κατερίνης.
Στο πλαίσιο των μέτρων ανασυγκρότησης των παράνομων Κομματικών Οργανώσεων, η 7η Ολομέλεια προσέλαβε τους Νίκο Μπελογιάννη και Νίκο Ακριτίδη ως αναπληρωματικά μέλη της ΚΕ.
Λίγες ημέρες μετά την 7η Ολομέλεια ο Μπελογιάννης αναχώρησε για την Ελλάδα από την πολιτική προσφυγιά όπου βρισκόταν, μέσω της διαδρομής Παρίσι - Ρώμη - Αθήνα. Εφθασε αεροπορικώς στις 7 Ιουνίου 1950, με το όνομα Ερρίκος Πανόζ στο Αργεντινό του διαβατήριο. Πέντε μήνες αργότερα, το Νοέμβριο του 1950, τον ακολούθησε ο Νίκος Ακριτίδης.
Ο Μπελογιάννης δούλεψε ως καθοδηγητής των παράνομων οργανώσεων του ΚΚΕ, μαζί και των Πλουμπίδη και Βαβούδη4.
Σε τηλεγράφημα, με ημερομηνία 21 Ιουνίου 1950, που έστειλε στο ΠΓ μετά τον ερχομό του ο Μπελογιάννης ανέφερε για τους Πλουμπίδη και Βαβούδη, με τους οποίους είχε εντολή να μη συνδεθεί:
«Από 1
Αρ. 31
Κ
Εφθασα 7 Ιούνη. Ρώμη ψώνισα ένα Ιταλό 300 δολάρια και έβγαλε τράνζιτο. Σας γράφω κρίσεις μου για ανθρώπους μας. Ο Μπ (Νίκος Πλουμπίδης) είναι εντάξει (...) Αρρώστια και απομόνωση συντελούν βλέπει μερικά ζητήματα στενά σχολαστικά χλιαρά. Κουφός (Νίκος Βαβούδης) μάλλον εντάξει. Σε άρρωστο Μπ, πρότεινε αναλάβει αυτός καθοδήγηση»5.
Υπονόμευση του ΚΚΕ
Οταν ο Μπελογιάννης ήρθε στην Ελλάδα, παράλληλα και ταυτόχρονα με την πολύμορφη κατασταλτική επίθεση εναντίον του ΚΚΕ βρισκόταν σε εξέλιξη και η προσπάθεια ιδεολογικής και οργανωτικής υπονόμευσης του Κόμματος.
Η προσπάθεια να διαλυθεί ή να μεταλλαχθεί το ΚΚΕ, ή να δημιουργηθεί στη θέση του ένα άλλο «εθνικό» κόμμα, άρχισε αμέσως μετά το τέλος του λαϊκού ένοπλου αγώνα 1946 - 1949. Επιχειρήθηκε από ντόπιες και ξένες υπηρεσίες, ανάμεσα σε αυτές και της Γιουγκοσλαβίας, αλλά και από δυνάμεις που συνεργάζονταν με το παράνομο ΚΚΕ σε συμμαχικά πολιτικά σχήματα.
Λίγες ημέρες μετά τον ερχομό του ο Ν. Μπελογιάννης έστειλε στο ΠΓ το εξής ραδιοτηλεγράφημα:
«Αθήνα από εποχή κυβερνητικής κρίσης βρίσκεται γνωστός κατάσκοπος Κρις6και ο ίδιος και πράχτορές του πλησιάζουν για ψάρεμα Μακρονησιώτες. Επίσης το ίδιο κάνει και Σερβική πρεσβεία σε μεγάλη κλίμακα. Ο σταθμός πρέπει να τονώσει με εκπομπές του αγωνιστική διάθεση και ηθικό απολυμένων Μακρονησιωτών»7.
Η δραστηριότητα του γιουγκοσλαβικού παράγοντα, που για δικό του λογαριασμό προσπαθούσε να ασκήσει επιρροή στις γραμμές του ΚΚΕ, είχε επισημανθεί και στην 7ηΟλομέλεια της ΚΕ. Τότε καταγγέλθηκε από τον Ν. Ζαχαριάδη ότι ο Τίτο πραγματοποίησε συνάντηση με τον Δημ. Γιωτόπουλο, γνωστό τροτσκιστή και ύποπτο για συνεργασία με την ελληνική Κρατική Ασφάλεια.
Εξάλλου, στον Τύπο της εποχής γράφτηκε:
«Τώρα μπορεί να αποκαλυφθούν οι λόγοι, οι οποίοι έφεραν την διάσπαση και τον σχηματισμό διαφόρων ανεξαρτήτων ομάδων μεταξύ των αριστερών και ο σχηματισμός των ομάδων αυτών εγένετο διότι επήλθε ριζική διαφωνία μεταξύ των ηγετών. Εάν δηλαδή έπρεπε να δημιουργήσουν την επαναστατικήν αυτήν κίνηση στους κόλπους του ΚΚΕ ή όχι. Οι γνώμες διχάσθηκαν (...) οι υπό τον Καραμαούναν ανέλαβον να ευνοήσουν την δημιουργίαν του Τιτοϊκού κινήματος εν Ελλάδι. (...) ήρχισαν αι επαφαί Γιόβιτς και αριστερών... Γιόβιτς συνηντήθη με τον Καραμαούναν - Θυμογιάννην και άλλους αριστερούς παράγοντας οι οποίοι εις όλας τας δεξιώσεις του Γιουγκοσλαβικού προξενείου ήσαν παρόντες.
Ο Καραμαούνας ευθύς ως ήλθεν εις επαφήν με τον Γιόβιτς και έλαβε τας οδηγίας του αρχηγού του Νέου ΚΚΕ ήρχισε τας πρώτας κινήσεις του. Ο Γιουγκοσλάβος πρόξενος Γιόβιτς μετά την επιτυχίαν του αυτήν, ενθαρρυνθείς, ήρχισε να κινήται ζωηρότερον»8.
Ο Ν. Πλουμπίδης επίσης είχε αναφερθεί πολλές φορές στο ρόλο των «Τιτικών», όπως ονόμαζαν εκείνους που υποστήριζαν την πολιτική της Γιουγκοσλαβίας:
«Ολες οι προσπάθειες κάθε λογής σοσιαλιστών, αρχείων, λικβινταριστών, τροτσκιστών, ελδιτών, τιτικών, αντιηγετικών, είχαν αποτύχει οικτρά»9.
Σε Δελτίο Πληροφοριών, που βρίσκεται στο Αρχείο του υπουργείου Εξωτερικών, με ημερομηνία 26 Μαρτίου 1951, διαβάζουμε:
«...Οντως σαν η Κυβέρνησις δεν κατορθώσει να βελτιώσει την έκρυθμον ούτως ειπείν κατάστασιν θέτουσα ένα σχετικόν φραγμόν εις την ακρίβειαν του βίου και να περιορίσει την ανεργίαν, υπάρχει φόβος να επικρατήσει εις προσεχείς εκλογάς ο αριστερισμός, ματαιούμενης της προσπάθειας των εθνικιστών κομμουνιστών να εκμηδενίσουν τον Ζαχαριάδη»10.
Σε άλλο Πληροφοριακό Σημείωμα, με ημερομηνία 13 Νοεμβρίου 1951, αναφέρεται:
«Η υφισταμένη ενδοκομματική διένεξις εις τους κόλπους της ΕΔΑ προήλθεν εκ της ασυμφωνίας μελών τινών της Δ.Ε. (Διοικούσας Επιτροπής) της ΕΔΑ επί της ακολουθητέας γραμμής χαραχθείσης υπό της ηγεσίας του ΚΚΕ. Φαίνεται, διά τον ως άνω λόγον, ότι παρηγκωνίσθη ο ΚΥΡΚΟΣ εκ της Δ.Ε. της ΕΔΑ. (...) Η διαπιστωθείσα ασυμφωνία (...) μεταξύ ανωτάτων εξωκομματικών στελεχών της παραμένει σταθερά αιτία διαφωνιών και κινδύνων ρήξεως και διασπάσεως της ΕΔΑ και δημιουργίας μιας νέας αριστεράς κινήσεως ως στρεφομένης εναντίον του ΚΚΕ... Η κίνησις αυτή είτε είναι αντικειμενικώς υπάρχουσα είτε σκοπίμως εξαγγελλόμενη προς εκφοβισμόν των ως άνω προσωπικοτήτων οι οποίοι δεν δεικνύουν διάθεσιν συνεργασίας και υποταγής εις τα κελεύσματα του ΚΚΕ, είναι τα μάλιστα εκμεταλλεύσιμος υπό του Κράτους»11.
Από τη μια, λοιπόν, η γιουγκοσλαβική πρεσβεία και, από την άλλη, μια σειρά μυστικές υπηρεσίες του ιμπεριαλισμού, είχαν δραστηριοποιηθεί κατά του παράνομου ΚΚΕ. Για το ίδιο θέμα παρατίθεται και η μαρτυρία του Σταύρου Κασιμάτη:
«Μπορώ να ισχυριστώ ότι με τη δουλειά που κάναμε εμείς, το δικό μας κομμάτι των οργανώσεων, στους Μακρονησιώτες και τους απολυμένους και στους του Στρατοπέδου, μέσα στις γενικότερες αγωνιστικές συνθήκες πετύχαμε να ναυαγήσουν οι αποσχιστικές προσπάθειες και του Εγγλέζου Κρις (...) και οι προσπάθειες της γιουγκοσλαβικής πρεσβείας. Ελέγχαμε πλήρως τις κινήσεις της τελευταίας»12.
Εξάλλου, από τα τέλη του 1949 ο Ν. Βαβούδης πληροφορούσε το ΠΓ για τον τότε υπουργό Εσωτερικών και την Ασφάλεια:
«Ρέντης και Ασφάλεια δουλεύουν εντατικά για την ίδρυση του νέου ΚΚΕ, αλλά όπως λένε καθυστερούν γιατί δεν ήρθαν ακόμα τα στελέχη από τη Γιουγκοσλαβία. Κινούνται για το κόμμα αυτό, ο δημοσιογράφος Γραμματικόπουλος, δικηγόρος Αποστολόπουλος και ο γιος του εκ μέρους εφημερίδας "Βήμα" (...) Είναι έμπιστος του Ρέντη. Αλλες πληροφορίες ότι η Ασφάλεια έχει δημιουργήσει από καιρό στις συνοικίες οργανώσεις τις οποίες καθοδηγή (...)»13.
Τι σήμαινε η μετατροπή του ΚΚΕ σε «νέο ΚΚΕ»; Λίγα χρόνια αργότερα, το 1956, ο Ηλίας Τσιριμώκος, γενικός γραμματέας του σοσιαλδημοκρατικού σχηματισμού ΕΛΔ - ΣΚΕ, έγραψε σχετικά με αυτό:
«Εις το σύνολον, μια τέτοια τοποθέτησις του νομίμου κινήματος της Αριστεράς θα επανέφερε εις την ορθήν βάσιν το θέμα των σχέσεων Αριστεράς και έθνους, που η πολιτική του Ζαχαριάδη έχει ανατρέψει. Η πολιτική της ηγεσίας του ΚΚΕ κατόρθωσε να μεταβάλη τα δεδομένα του προβλήματος εις την Ελλάδα. Και να διαβάλη, από άποψιν εθνικήν, όχι μόνο το ΚΚΕ, αλλά ολόκληρη την Αριστεράν ως "αντεθνικώς" σκεπτόμενην ή ενεργούσαν. Το ΚΚΕ με τα Δεκεμβριανά εμείωσε τους ακατάλυτους εθνικούς τίτλους του ΕΑΜ...»14!
Ο ίδιος τόνιζε:
«Είναι δυνατόν να γίνη σήμερα λόγος διά τη δημιουργίαν μιας νέας Αριστεράς με την συμμετοχή των ΕΔΑΐτικων στοιχείων; Από την ειλικρινή στροφήν ολόκληρης της Αριστεράς προς μιαν γνήσιαν αυτόχθονα εθνικήν ανεξάρτητον γραμμήν, εξαρτάται κατά πολύ η περαιτέρω διαμόρφωσις της πολιτικής ζωής της χώρας. Εις την τύχην της Αριστεράς εν Ελλάδι εβάρυναν - και βαραίνουν διά το μέλλον της - η στάσις του Δεκεμβρίου του 1944 και ο εμφύλιος πόλεμος»15.
Οταν έγραφε τα παραπάνω ο Ηλίας Τσιριμώκος, ήταν η περίοδος αμέσως μετά το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ (1956). Είναι χαρακτηριστικό ότι στο ίδιο κείμενο ο Τσιριμώκος εξυμνούσε τον Βλαντισλάβ Γκομούλκα, ΓΓ της ΚΕ του Πολωνικού Κόμματος:
«Το όνομα ενός Βλαντισλάβ Γκομούλκα αίφνης θα γραφή με μεγάλα γράμματα εις την ιστορίαν του Εργατικού Κινήματος. Διότι αποδεικνύεται γνήσιος Πολωνός και γνήσιος επαναστάτης. Ο πολωνικός δρόμος προς τον σοσιαλισμόν δεν σημαίνει τίποτε άλλο από την πλήρη μεταβολήν εις τας μεθόδους, την σύνδεσιν του Κινήματος με το πολωνικόν έθνος, την πολωνική πραγματικότητα και την καταστροφήν των σταλινικών μεθόδων»16.
Τέτοιες αντιλήψεις ενδυναμώθηκαν ιδιαίτερα μετά το 20ό Συνέδριο. Επί της ουσίας, αυτές τις αντιλήψεις εξέφραζαν και στην Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του 1950 και σειρά συνεργαζόμενοι με το ΚΚΕ.
Τρεις μήνες πριν από τον ερχομό του Μπελογιάννη είχαν πραγματοποιηθεί οι βουλευτικές εκλογές της 5ης Μαρτίου 1950, στις οποίες το ΚΚΕ συμμετείχε στο σχήμα «Δημοκρατική Παράταξη» με την επωνυμία «Δημοκρατικός Συναγερμός». Με το ίδιο σχήμα το ΚΚΕ πήρε μέρος αργότερα στη δημιουργία της ΕΔΑ.
Διαβάζουμε για εκείνα τα χρόνια:
«Καταβλήθηκε ακόμα και προσπάθεια να εκβληθεί ο Συναγερμός από την ΕΔΑ, να εκτοπιστεί, δηλαδή, η πιο σφριγηλή δύναμή της. Αλλά ματαιώθηκε, όταν συνειδητοποίησαν τον αντίκτυπο που θα προκαλούσε μια τέτοια ενέργεια στο δημοκρατικό λαό της Αριστεράς»17.
Και παρακάτω:
«Μετά την ίδρυση της ΕΔΑ, υποστηρίχθηκε ότι το ΚΚΕ έπρεπε να διαλυθεί, ή μάλλον να συγχωνευτεί στις τάξεις της. Στην ιστορία των πολιτικών κομμάτων δεν υπήρχε προηγούμενο»18.
Από τις αρχές της 10ετίας του 1950 άρχισε να καλλιεργείται και η πλαστή αντίθεση ανάμεσα στους κομμουνιστές που ζούσαν στο εξωτερικό και στους κομμουνιστές που βρίσκονταν στο εσωτερικό. Την όξυνση αυτής της πολιτικά ανύπαρκτης αντίθεσης επεδίωκε και ο αστικός πολιτικός κόσμος. Σημείωσε σχετικά ο Νίκος Κιτσίκης, υποψήφιος δήμαρχος Αθήνας το 1964 και νικητής των τότε εκλογών:
«Νομιμοποίηση ΚΚΕ. Ο Βενιζέλος και άλλα κόμματα υποστηρίζουν τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ... Εβαζαν τη θέση να αποκλεισθούν αυτοί που τους αφαιρέθηκε η ιθαγένεια και να χωριστούν οι μέσα απ΄ την Ελλάδα απ΄ τους έξω»19.
Στην καλλιέργεια αυτής της πλαστής αντίθεσης συνέβαλαν20 στελέχη της ΕΔΑ στις αρχές της δεκαετίας του 1950, ενώ και σήμερα στελέχη του οπορτουνισμού υποστηρίζουν ότι η αντίθεση ήταν υπαρκτή. Είναι χαρακτηριστικά τα εξής:
«Ο Στ. Ηλιόπουλος έθεσε τον δάκτυλον εις τον τύπον των ήλων, όταν αναφέρθηκε στη "διατήρηση σε παρανομία του ΚΚΕ και την απουσία της ηγεσίας του". Οταν υποστήριξε την ανάγκη "τα κόμματα που αποτελούν την ΕΔΑ να αναλάβουν, με πλήρη ευθύνη και αυτοτέλεια, την άσκηση της πολιτικής της Αριστεράς στη χώρα", ασφαλώς δεν άφηνε έξω από τις συνιστώσες της ΕΔΑ τους κομμουνιστές, οι οποίοι, παρ' όλη την εκτός νόμου θέση του κόμματός τους, μετείχαν οι ίδιοι ενεργητικά στη νόμιμη δράση της ΕΔΑ και εκπροσωπούνταν, άτυπα ή συγκαλυμμένα, στη Δ.Ε. (Διοικούσα Επιτροπή) και τα άλλα όργανά της. Και αυτοί περιλαμβάνονταν ασφαλώς στο "εμείς" της διατύπωσης του Στ. Ηλιόπουλου, που δεν μπορούσε να είναι σαφέστερη εξαιτίας της νομοθεσίας του αντικομμουνιστικού κράτους. Είναι άξιο προσοχής ότι η πρώτη επισήμανση του σημαντικού αυτού προβλήματος (μεταφορά του καθοδηγητικού κέντρου μέσα στη χώρα), το οποίο έμελλε να δεσπόσει την επόμενη δεκαετία στη ζωή της Αριστεράς, έγινε από ένα ηγετικό στέλεχος του ΣΚΕ (Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας), που ακριβώς εξαιτίας της ιδιότητάς του αυτής ήταν απαλλαγμένο από τις δεσμεύσεις και αναστολές που είχαν οι κομμουνιστές»21.
Σήμερα, με βάση και τη συγκεντρωμένη εμπειρία, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι η αστική τάξη επιχείρησε να εκμεταλλευτεί την ύπαρξη της ΕΔΑ, προκειμένου να υπονομεύσει το ΚΚΕ. Ελπιζε ότι θα μπορούσε να την αξιοποιήσει ως μοχλό κατά του ΚΚΕ, εκμεταλλευόμενη απόψεις δυνάμεων που συμμετείχαν στην ΕΔΑ, αλλά και δυνάμεων του ΚΚΕ με οπορτουνιστικές παρεκκλίσεις.
Βεβαίως, το ΚΚΕ δε βρισκόταν πρώτη φορά στο στόχαστρο των αστικών και οπορτουνιστικών δυνάμεων. Τώρα όμως είχαν δημιουργηθεί νέα δεδομένα, που καθόριζαν την πιο σκληρή επίθεση εναντίον του, από όσες είχε γνωρίσει στο παρελθόν. Νέα δεδομένα, γιατί εκείνο που κρινόταν τη δεκαετία του 1940, ήταν το ζήτημα της πολιτικής εξουσίας. Εκ των πραγμάτων τέθηκε τότε το «ποιος - ποιον», αν δηλαδή ως αποτέλεσμα κορύφωσης της ταξικής πάλης η εξουσία θα παρέμενε αστική ή αν η εργατική τάξη θα κατακτούσε τη δική της εξουσία, διαμορφώνοντας τον απαραίτητο συσχετισμό δυνάμεων και συμμαχία με τα λαϊκά στρώματα του χωριού και της πόλης.
Τελικά, η γνωστή έκβαση που είχε η ταξική πάλη οδήγησε στη διατήρηση της αστικής κυριαρχίας. Και ακριβώς επειδή αυτό έγινε μετά από παρατεταμένους ένοπλους αγώνες, ακριβώς επειδή η αστική τάξη γνώρισε μεγάλο κίνδυνο, η αντίδρασή της κατά του ΚΚΕ, πριν και μετά τη νίκη της, πήρε πρωτόγνωρες διαστάσεις.
Η πίεση που ασκήθηκε κατά των λαϊκών δυνάμεων αποτέλεσε έναν από τους λόγους που ενίσχυσαν απόψεις για το επιζήμιο της ύπαρξης παράνομων κομματικών οργανώσεων.
Οι παράνομες οργανώσεις και ο Μπελογιάννης
Ετσι, σε μια σειρά κομμουνιστές διαμορφωνόταν από εκείνα τα χρόνια άποψη αντίθετη από την οργανωτική πολιτική του ΚΚΕ. Σχετικά με αυτό το θέμα ο Λεωνίδας Τζεφρώνης, που το 1952 ήταν ένας από τους καθοδηγητές του παράνομου κομματικού μηχανισμού και στη συνέχεια στέλεχος του οπορτουνιστικού χώρου, ομολόγησε αργότερα:
«...έρχονταν στιγμές που ένιωθα μέσα μου ένα κενό. Σαν να ήμουν διχασμένος, δισυπόστατος (...) Τον αγώνα τον έκανε η ΕΔΑ. Εβλεπες τους ανθρώπους της ΕΔΑ να τρέχουν συνεχώς ανάμεσα στον κόσμο. Αυτοί ναι. Κάνανε πραγματικόν αγώνα και έβλεπαν και χαίρονταν χειροπιαστά αποτελέσματα (...) Η ΕΔΑ κατακτούσε μέρα με τη μέρα καινούργιες θέσεις, καινούργια κάστρα θα 'λεγα (...) και το παράνομο ΚΚΕ ακουγόταν μόνον όταν γίνονταν συλλήψεις που φοβίζανε τον κόσμο, προκαλούσαν νέα κυνηγητά και δίκες που δηλητηριάζανε την πολιτική ζωή.
(...) Η δική μας δουλειά ήταν να βγάζουμε καμία προκήρυξη (...) Κι όταν τις έβλεπε κανείς κολλημένες στον τοίχο άλλαζε δρόμο. Σκορπούσαμε κάτω κανένα τρικ, μα κανένας δεν τα άγγιζε (...) Ολη αυτή η ιστορία με την αποστολή παράνομων στην Ελλάδα ήταν εντελώς χωρίς νόημα»22.
Ιδια αντίληψη με την παραπάνω επιχείρησαν στις μέρες μας πολλοί (ανάμεσά τους και η Ελλη Παππά)23να αποδώσουν και στον Μπελογιάννη. Δηλαδή, ότι είχε ταχθεί κατά της λειτουργίας παράνομων οργανώσεων. Είπε η Ελλη Παππά:
«Ο Μπελογιάννης δεν πίστευε σε αυτές τις παράνομες οργανώσεις. Ηταν εναντίον. Καθαρά εναντίον»24.
Ακόμα:
«Ο Νίκος ξανοιγόταν σε παλιούς πολιτικούς που μπορούσαν να έρθουν κοντά, να κάνουν ένα πλατύ κίνημα. Οπως έγινε μετά με την ΕΔΑ. Αυτό ήταν το όνειρό του. Αυτό ήταν το σχήμα που ήθελε»25.
Είναι αναμφισβήτητο ότι ο Μπελογιάννης ξανοιγόταν σε παλιούς πολιτικούς. Ομως, αυτό το έκανε υλοποιώντας την πολιτική του ΚΚΕ για τη δημιουργία ενός δημοκρατικού μετώπου. Δεν ήταν προσωπική του σύλληψη και επιλογή. Και βεβαίως, υλοποιώντας πάντα την πολιτική του ΚΚΕ, επεδίωκε την οικοδόμηση γερών παράνομων κομματικών οργανώσεων.
Τη διαφορετική της αντίληψη για το Κόμμα και το χαρακτήρα του, που η Ελλη Παππά διαμόρφωσε πολλά χρόνια αργότερα, την παρουσίασε ως άποψη του Μπελογιάννη! Ωστόσο, εκείνα τα χρόνια και η ίδια άλλα πίστευε από εκείνα που υποστήριξε εκ των υστέρων. Περιγράφοντας την κατάσταση που κατά τη γνώμη της είχε διαμορφωθεί στις κομματικές οργανώσεις και στηλιτεύοντας κομματικούς υπεύθυνους, οι οποίοι παραμελούσαν την εφαρμογή των κανόνων κομματικής λειτουργίας, έγραψε στον Νίκο Ζαχαριάδη:
«Αφήνω που όλη η σκληρή μας πείρα των τελευταίων χρόνων έχει πάει περίπατο, η δουλιά γίνεται με τις μέθοδες του 47 (ραντεβού στο δρόμο και διάφορα τέτοια, ανάκατη νόμιμη και παράνομη δουλειά, πλήθος συνδέσεις και εντολές, καμιά αποκέντρωση κλπ.)»26.
Κάνοντας, λοιπόν, η Ελλη Παππά λόγο για την ανάγκη συνδυασμού της νόμιμης με την παράνομη δουλειά και για την ανάγκη αποκέντρωσης της οργανωμένης δράσης, είναι φανερό ότι αποδεχόταν και η ίδια την αναγκαιότητα ύπαρξης των παράνομων κομματικών οργανώσεων. Μόνο οι παράνομες οργανώσεις λειτουργούν αποκεντρωμένα, συνδέουν τη νόμιμη δράση με την παράνομη κλπ. Εξάλλου, δεν υπήρχε περίπτωση να απευθύνεται στον Ζαχαριάδη, για να του προτείνει την κατάργηση του παράνομου μηχανισμού...
Δεν έχει επίσης καμία σχέση με την πραγματικότητα ο ισχυρισμός της Ελλης Παππά ότι με το «μακριά από σήματα και οργανώσεις»27, φράση που η ίδια υποστήριξε ότι της είπε, ο Μπελογιάννης απέρριπτε την αναγκαιότητα των παράνομων οργανώσεων. Με το «μακριά από σήματα (δηλαδή τους ασυρμάτους για τη μετάδοση πληροφοριών στο ΠΓ) και οργανώσεις», το αντίθετο έλεγε ο Μπελογιάννης: Να οικοδομηθούν παράνομες οργανώσεις, που δε θα έχουν την παραμικρή οργανωτική σχέση με τον παλιό μηχανισμό, οργανώσεις που θα είναι περιφρουρημένες. Και αυτό, γιατί μετά τη σύλληψή του ο Μπελογιάννης έκρινε ότι δεν έπρεπε να είχε συνδεθεί με τους Πλουμπίδη και Βαβούδη, για το λόγο ότι ήταν πολύ πιθανό η Ασφάλεια να βρισκόταν στα ίχνη του Πλουμπίδη, αλλά και ότι ο Βαβούδης, που είχε τους ασυρμάτους στην ευθύνη του, δεν ήταν δυνατό να ανακατεύεται και με την οργανωτική δουλειά όπως γινόταν, όχι με δική του ευθύνη.
Εγραψε ο Ακριτίδης σχετικά με αυτή την εκτίμηση του Μπελογιάννη:
«...Ο Νίκος ως τα τελευταία του είχε εμπιστοσύνη στον Μπάρμπα και το μόνο που μου μίλησε είναι ότι ο Μπάρμπας είναι εντάξει, μα μπορεί να τον έχει η ασφάλεια στα χέρια της»28. Δηλαδή, ότι μπορεί να τον παρακολουθούσε.
Ο Μπελογιάννης πάλεψε με όλες τις δυνάμεις του για να εφαρμόσει την οργανωτική πολιτική του ΚΚΕ. Επιπλέον, εξέφρασε και γραπτώς την άποψή του για την παράνομη δράση. Προτού να έρθει στην Ελλάδα, έγραψε στο ημερολόγιό του (16 Οκτωβρίου 1949):
«Από τότε που έγινα μέλος του Κόμματος, όσο θυμάμαι, κάθε καινούργια δουλειά που μου αναθέτουν είναι ή εξαιρετικά δύσκολη ή μια οργάνωση, ή τμήμα που δεν βρίσκεται σε καλή κατάσταση ή μου αναθέτουν τη δημιουργία μιας καινούργιας. Αυτή είναι η "μοίρα" της κομματικής μου ζωής μέχρι σήμερα, κι όταν κάθε φορά το αναλογίζομαι νιώθω μέσα μου ξεχωριστή περηφάνια...»29.
Ενώ στην απολογία του κατά τη δεύτερη δίκη υποστήριξε:
«Γι' αυτό ακριβώς και η μεγαλύτερη μάχη δίνεται για τον παράνομο μηχανισμό και οι αντίπαλοί μας προσπαθούν να τρομοκρατήσουν όσους δουλεύουν στον παράνομο μηχανισμό. Εγώ δεν αρνούμαι ότι ήρθα στην Ελλάδα ακριβώς για να εφαρμόσω τη γραμμή του Κόμματος»30.
Εδώ βρίσκεται η ουσία του ζητήματος, που είναι ταυτόχρονα και απάντηση σε όσους επιχειρούν να παρουσιάσουν διαφορετικά την πραγματικότητα: Ο Μπελογιάννης συμβόλιζε την αταλάντευτη οργανωμένη παρουσία και δράση του ΚΚΕ σε όλες τις συνθήκες και με όλες τις μορφές πάλης. Η ύπαρξη της παράνομης οργάνωσης ερχόταν σε αντίθεση, υπονόμευε και εξουδετέρωνε σε εκείνες τις συνθήκες το στόχο, είτε υποκατάστασης του ΚΚΕ από ένα υποταγμένο στο σύστημα ΚΚ, είτε απορρόφησής του από συμμαχικά σχήματα.
Η πολεμική για την αποστολή Μπελογιάννη
Σχετικά με την αποστολή του Νίκου Μπελογιάννη έχει διεξαχθεί και συνεχίζεται ως τις μέρες μας έντονη ιδεολογικοπολιτική επίθεση κατά του ΚΚΕ, κυρίως από την πλευρά του οπορτουνιστικού χώρου. Στο επίκεντρο της επίθεσης βρίσκεται πρωταρχικά ο χαρακτήρας του ΚΚΕ ως κόμματος νέου τύπου, όπως επίσης και ο τότε ΓΓ της ΚΕ, Νίκος Ζαχαριάδης.
Τόσο στην προπολεμική περίοδο, όσο και στα χρόνια που αναφερόμαστε, στην επίθεση κατά του ΚΚΕ και του Ζαχαριάδη ως Γενικού Γραμματέα, πρωτοστάτησαν, φυσικά, οι ιδεολογικοί και πολιτικοί μηχανισμοί της αστικής τάξης. Ωστόσο, πολλές φορές η παρέμβασή τους γινόταν σχεδόν περιττή, αφού το ρόλο τους αναλάμβαναν άλλοι, προερχόμενοι «εκ των έσω». Για παράδειγμα, είναι περίπου μνημειώδης η συκοφαντική επίθεση του Γιάννη Πετσόπουλου, ο οποίος, σε βιβλίο του - λίβελο31κατά του Ζαχαριάδη, τον κατηγορεί ότι «έσπασε» στα μπουντρούμια της Μεταξικής δικτατορίας και έγραψε ένα σοσιαλπατριωτικό γράμμα (εννοεί το πρώτο γράμμα για τον ελληνοϊταλικό πόλεμο), προκειμένου να σώσει τη ζωή του!
Μετά το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ (1956) ακολούθησε η 6ηΠλατιά Ολομέλεια της ΚΕ (11-12 Μαρτίου 1956), η οποία καθαίρεσε τον Ζαχαριάδη από ΓΓ της ΚΕ. Στη συνέχεια, η 7η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ (18-24 Φεβρουαρίου 1957) τον καθαίρεσε από την ΚΕ και τον διέγραψε από μέλος του Κόμματος, ενώ αποφάσισε να διερευνήσει ολόκληρη την κομματική πορεία του, για να εξετάσει αν ήταν πράκτορας του εχθρού.
Ολα αυτά τα χρόνια, τόσο η αστική, όσο και η οπορτουνιστική προπαγάνδα έχουν υψώσει ένα αντιδημοκρατικό ιδεολογικό τείχος, με σκοπό να γίνει απροσπέλαστη, αν όχι να φαίνεται εκ προοιμίου αφερέγγυα και δογματική, κάθε άλλη φωνή που επιχειρεί να κρίνει αντικειμενικά τον Ζαχαριάδη. Σε αυτό το πλαίσιο αντιμετωπίζεται και η αποστολή του Μπελογιάννη στην Ελλάδα.
Ο οπορτουνιστικός χώρος έχει υποστηρίξει ότι η αποστολή του Μπελογιάννη υπονόμευε την πορεία της πολιτικής και δημοκρατικής ομαλότητας, που, όπως ισχυρίζεται, είχε ξεκινήσει από τον Απρίλιο του 1950, με το σχηματισμό της κυβέρνησης Ν. Πλαστήρα - Σοφ. Βενιζέλου - Γ. Παπανδρέου. Και αυτό γιατί:
«Οταν ο Μπελογιάννης έφυγε από το Βουκουρέστι, άφησε εκεί μια κομμουνιστική ηγεσία και ένα Κόμμα που μολονότι είχε ηττηθεί, δεν είχε αποβάλει την αντάρτικη στολή και την ψυχολογία του βουνού. Ο Ζαχαριάδης διακήρυσσε από το ραδιοφωνικό σταθμό που είχε εγκαταστήσει στις ανατολικές χώρες ότι οι αντάρτες κρατούν τα όπλα "παρά πόδα".
(...) Ετσι στο εσωτερικό της χώρας άρχισε να καλλιεργείται από το "σκληρό πυρήνα" της άκρας δεξιάς η ανησυχία ότι ο κομμουνιστές ετοιμάζουν τον "τρίτο γύρο"».32
Ακόμα:
«Και ο Μπελογιάννης, σ' αυτή την υπόθεση (...) ήταν ο ιδεολόγος κομμουνιστής που αντιμετώπισε με αξιοπρέπεια και πνευματική ηρεμία τις συνέπειες ενός εμφυλίου πολέμου που, ενώ είχε λήξει από καιρό, οι "σκληροί" πυρήνες των αντιπάλων συντηρούσαν το κλίμα του τεχνητά, σ' ένα απίθανο και εθνικά επιζήμιο πολιτικό παιχνίδι».33
Χαώδης είναι η απόσταση που χωρίζει αυτές τις απόψεις από κάθε έννοια επαναστατικής αντίληψης και πρακτικής, που περιλαμβάνει και την παράνομη, ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε συνθήκες. Είναι άποψη που αρνείται κάθε έννοια στοιχειώδους αντίστασης απέναντι στην αιματοβαμμένη αστική εξουσία.
Παρόμοιες αντιλήψεις του οπορτουνιστικού χώρου δείχνουν επιπλέον τέλεια αδιαφορία για όσα συνέβαιναν στον κόσμο, που μέρος τους αποτελούσαν και οι εξελίξεις στην Ελλάδα. Στην πραγματικότητα, οι τέτοιες απόψεις της ηττοπάθειας και της υποταγής εμπεριέχουν και το εχθρικό στοιχείο απέναντι στην πολιτική της Σοβιετικής Ενωσης, που την τοποθετούν στη θέση της συνυπεύθυνης με τις ΗΠΑ για την πολιτική του «ψυχρού πολέμου». Κι ας κηρύχθηκε ο τελευταίος από τον ιμπεριαλισμό, κόντρα στη φιλειρηνική πολιτική της Σοβιετικής Ενωσης και των άλλων κρατών της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
Είναι γεγονός ότι η 6η Ολομέλεια (9 Οκτωβρίου 1949) είχε αποφασίσει:
«...στη χώρα ξεσπούν και φουντώνουν μεγάλοι λαϊκοί αγώνες, ενώ οι κύριες δυνάμεις του ΔΣΕ, παρά τη μοναρχοφασιστική επιτυχία στο Βίτσι - Γράμμο, παραμένουν άθιχτες και με το όπλο παρά πόδα».34
Ταυτόχρονα, η 6η Ολομέλεια είχε αποφασίσει την πλήρη αλλαγή της τακτικής του ΚΚΕ. Συγκεκριμένα:
«α) Να σταματήσει σήμερα τον ένοπλο αγώνα αφήνοντας μόνο μικρά παρτιζάνικα τμήματα, σαν μέσο πίεσης για όσο το δυνατόν περισσότερο εκδημοκρατισμό της πολιτικής ζωής του τόπου με βάση τις προτάσεις της Σ.Ε. και σαν μορφή άμυνας εναντίον του δολοφονικού οργίου των κρατικών και παρακρατικών οργάνων του μοναρχοφασισμού.
β) Να μεταφέρει το κέντρο βάρους της δουλειάς του στην οργάνωση και καθοδήγηση των οικονομικών και πολιτικών αγώνων... (...)
δ) Στο κέντρο της προσοχής του Κόμματος πρέπει να μπει το πρόβλημα της υπεράσπισης της ειρήνης (...)
ζ) Το Κόμμα πρέπει, χρησιμοποιώντας τις δυνατότητες που υπάρχουν, να βγάλει στην Αθήνα νόμιμη, περιοδική, μαζική πολιτική εφημερίδα».35
Με βάση αυτά τα ντοκουμέντα, πρέπει να προσεγγίζεται η ιστορική αλήθεια και για την «υπόθεση Μπελογιάννη», ανεξάρτητα από το γεγονός ότι στην πολιτική του ΚΚΕ εντοπίζεται η αντίφαση, από τη μία να γίνεται λόγος για επαναστατική κατάσταση και, από την άλλη, να ακολουθείται (σωστά) η προηγούμενη πολιτική κατεύθυνση.
Ομως, η επίθεση για την αποστολή Μπελογιάννη έχει και τα συκοφαντικά χαρακτηριστικά της. Εξιστόρησε στο παρελθόν η Ελλη Παππά, που τα λεγόμενά της έγραψε «Η ΑΥΓΗ» μετά το θάνατό της:
«Ο Ζαχαριάδης είχε ανάγκη να δημιουργήσει τον μύθο ενός μάρτυρα και τον μύθο ενός προδότη. Τον Μπελογιάννη τον χρησιμοποίησε στη θέση του μάρτυρα. Και τον Πλουμπίδη στη θέση του προδότη»36.
Τα ίδια έγραψαν οι Πότης Παρασκευόπουλος, Τάσος Βουρνάς κ.ά. Τα γεγονότα διαψεύδουν τέτοιες αυθαιρεσίες.
Η αποστολή του Μπελογιάννη ήταν αναγκαία και από την άποψη ότι χρειαζόταν να έρθει στην Ελλάδα κάποιο από τα πιο ικανά στελέχη που διέθετε τότε το ΚΚΕ. Και ήρθαν εκείνα τα χρόνια δεκάδες στελέχη από την προσφυγιά, για να βοηθήσουν στην ανασυγκρότηση του Κόμματος. Ετσι έπρεπε να κάνει ένα Κομμουνιστικό Κόμμα που σέβεται το όνομά του και την ιστορία του.
Εκείνα τα χρόνια ήρθε παράνομα η Ρούλα Κουκούλου, γυναίκα του Ζαχαριάδη, μέλος της ΚΕ. Επίσης, τα μέλη του ΠΓ Δημήτρης Βλαντάς, Γιώργης Βοντίσιος (Γούσιας), Κώστας Κολιγιάννης, Γιώργης Ερυθριάδης (Πετρής), πολλά μέλη της ΚΕ, όπως οι Αύρα Παρτσαλίδου, Χαρίλαος Φλωράκης, Κώστας Λουλές, Μιλτιάδης Πορφυρογένης, Βασίλης Ζάχος, Μήτσος Δάλλας και άλλοι. Ο Πλουμπίδης ζητούσε να έρθει στην Ελλάδα μέλος του ΠΓ, μετά τη σύλληψη του Αναστασιάδη.
Στον Μπελογιάννη το ΠΓ και η ΚΕ είχαν επενδύσει μεγάλες ελπίδες. Το έδειχναν η ανάδειξή του στην ΚΕ και η ευθύνη που του ανατέθηκε στον παράνομο μηχανισμό.
Ετσι, είναι απόλυτα ταιριαστές οι παρακάτω φράσεις:
«Για να μην υπάρξουν ταλαντεύσεις και στο εσωτερικό και να εφαρμοστεί πιστά η γραμμή της, η ηγεσία του ΚΚΕ στέλνει με πλαστά διαβατήρια στην Ελλάδα τα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής Νίκο Μπελογιάννη και Νίκο Ακριτίδη, παλιό μαθητή της σχολής Ευελπίδων και ηγετικό στέλεχος της ΕΠΟΝ κατά την Κατοχή».37
Ο Μπελογιάννης είχε γράψει στο ημερολόγιό του:
«...μια ζωή μονότονη, πληχτική, χωρίς σοβαρό περιεχόμενο. Οαση η Συνδιάσκεψη και η 6η Ολομέλεια. Ο καιρός περνάει με το διάβασμα και με την προσμονή να ριχτούμε από μέρα σε μέρα στη δουλειά και στη δράση».38
Ιδιαίτερα σε εκείνες τις συνθήκες, στην Ελλάδα έπρεπε να έρθουν στελέχη σαν τον Μπελογιάννη, για τον οποίο ισχύουν στο ακέραιο τα λόγια του Στάλιν:
«Να θυμάστε, σύντροφοι, ότι μόνο εκείνα τα στελέχη είναι καλά, που δε φοβούνται τις δυσκολίες, που δεν κρύβονται από τις δυσκολίες, αλλά, αντίθετα, πηγαίνουν να συναντήσουν τις δυσκολίες για να τις υπερνικήσουν και να τις εξαλείψουν. Μόνο στην πάλη με τις δυσκολίες σφυρηλατούνται τα πραγματικά στελέχη».39
Η πρώτη δίκη με το νόμο 509/1947
Ο Μπελογιάννης έπεσε στα χέρια της Ασφάλειας στις 20 Δεκεμβρίου 1950. Οι αστυνομικοί, που κατά πάσα πιθανότητα τον περίμεναν, τον συνέλαβαν μόλις μπήκε στο σπίτι της οδού Πλαπούτα 30, κοντά στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας. Το σπίτι λειτουργούσε ως γιάφκα του παράνομου μηχανισμού.
Η σύλληψη ανακοινώθηκε από τον Τύπο στις 4 Ιανουαρίου 1951. Αναφέρονταν ανάμεσα σε άλλα:
«Ο Νίκος Μπελογιάννης, εξ Αμαλιάδος, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, αποσταλείς κατόπιν εντολής του Πολιτικού Γραφείου από τας χώρας του Παραπετάσματος εις την Ελλάδα (...) διά την ανασυγκρότησιν του παρανόμου μηχανισμού και την προπαρασκευήν του Τετάρτου Γύρου. (...) συνελήφθη εις τας Αθήνας, κατόπιν κεραυνοβόλου ενεργείας της Ασφαλείας του Κράτους, (...) Ο Μπελογιάννης έφθασεν εις τας Αθήνας, κατέλυσεν εις το ξενοδοχείον «Μέγα» και ήρχισεν αμέσως τας επαφάς του με τα στελέχη, χρησιμοποιών ως σύνδεσμον την Ελλη Ιωαννίδου, μέλος της ΚΟΑ»40.
Μαζί με τον Μπελογιάννη πιάστηκαν ακόμα 92 σύντροφοι.
Οι 93 κομμουνιστές παραπέμφθηκαν σε δίκη με βάση το νόμο 509/1947, ότι επεδίωξαν «την διά βιαίων μέσων ανατροπήν του κρατούντος κοινωνικού καθεστώτος».
Η δίκη τους άρχισε στις 19 Οκτωβρίου 1951 στο Εκτακτο Στρατοδικείο Αθηνών, που συνεδρίαζε στα δικαστήρια της οδού Σανταρόζα. Πρόεδρος του δικαστηρίου ήταν ο αντισυνταγματάρχης της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης Ανδρέας Σταυρόπουλος και στρατοδίκες οι ταγματάρχες Νικόλαος Κομνιανός, Γεώργιος Παπαδόπουλος (ο μετέπειτα δικτάτορας), Γεώργιος Κοράκης και ο λοχαγός Θεμ. Κυριακόπουλος.
Με τη στάση του στο δικαστήριο ο Μπελογιάννης συνέτριψε το κατηγορητήριο, υπεράσπισε την πολιτική του ΚΚΕ και τον αγώνα του ΔΣΕ:
«Αντιτάξαμε βία στη βία. Δεν ήταν δυνατό να καθίσουμε και να λέμε "σφάξε με αγά μου, ν' αγιάσω". Η πολιτική μας αυτή στηρίζονταν στο λαό, γι' αυτό και τρία χρόνια αντιμετωπίσαμε τόσες δυσκολίες»41.
Τέλειωσε την απολογία του με τα παρακάτω λόγια:
«Σας μίλησα για την πολιτική του ΚΚΕ. Θέλω όμως να τονίσω και αυτό: Οτι το ΚΚΕ έχει ρίζες στο λαό ποτισμένες με αίμα και δεν εξοντώνεται ούτε με στρατοδικεία, ούτε με εκτελεστικά αποσπάσματα. Η πολιτική του απόβλεπε πάντοτε στο καλό του λαού και της χώρας μας. Σ' αυτό αποβλέπει και σήμερα. Γι' αυτό και ο λαός το υποστηρίζει. (...) Γι' αυτή μας την πολιτική με δικάζετε. Δεν ζητώ την επιείκειά σας. Θα δεχτώ με περηφάνια και στωικότητα την καταδίκη μου και θαρραλέα θα αντιμετωπίσω ακόμη και το εκτελεστικό σας απόσπασμα».42
Η δίκη διάρκεσε έως τις 16 Νοέμβρη. Από τους 93 κατηγορούμενους οι 12 καταδικάστηκαν σε θάνατο.43
Μετά τη δίκη, ο Μπελογιάννης μεταφέρθηκε στις φυλακές της Κέρκυρας. Εκεί ολοκλήρωσε το γνωστό βιβλίο «Σχέδιο για μια ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας: Πρώτες μακρινές ρίζες, προσχέδιο, σημειώσεις», το οποίο είχε αρχίσει να σχεδιάζει στο κελί της απομόνωσης.
Οι ασύρματοι - η δεύτερη δίκη με το νόμο 375/1936
Στο μεταξύ, δύο μέρες πριν από τη λήξη της πρώτης δίκης, στις 14 Νοέμβρη 1951, δυνάμεις της Κρατικής Ασφάλειας περικύκλωσαν τη βίλα «ΑΥΡΑ» στην Ανω Γλυφάδα και το σπίτι της οδού Λυκούργου 39 στην Καλλιθέα. Η βίλα «ΑΥΡΑ», όπου ζούσε η οικογένεια του Ηλία Αργυριάδη, παλιού στελέχους του ΚΚΕ, ήταν η κρύπτη του ενός ασυρμάτου και το σπίτι της Καλλιθέας, όπου κατοικούσε η οικογένεια του Νίκου Καλούμενου, επίσης παλιού στελέχους του Κόμματος, ήταν η κρύπτη του δεύτερου ασυρμάτου. Σε αυτήν βρισκόταν εκείνη την ώρα και ο Βαβούδης. Στο μεταξύ, από τις 23 Οκτώβρη 1951 είχε συλληφθεί από την Ασφάλεια Πειραιά ο δικηγόρος και οικονομολόγος Δημήτρης Μπάτσης.44
Ο Αργυριάδης συνελήφθη, ενώ η γυναίκα του Κατερίνα Δάλλα φέρεται να αυτοκτόνησε λίγες μέρες αργότερα, σύμφωνα με την ανακοίνωση της Αστυνομίας. Συνελήφθη επίσης ο Ν. Καλούμενος. Ο Βαβούδης αυτοκτόνησε μέσα στην κρύπτη.
Με το «στοιχείο» των ασυρμάτων, άρχισε στις 15 Φλεβάρη 1952 η δεύτερη δίκη του Νίκου Μπελογιάννη και ακόμα 28 κομμουνιστών, με την κατηγορία της «διενέργειας κατασκοπείας κατά των συμφερόντων του κράτους».
Η δίκη στο Α΄ Διαρκές Στρατοδικείο Αθηνών διεξήχθη με βάση τον Μεταξικό νόμο 375/1936, που ανασύρθηκε από τα συρτάρια και μπήκε σε εφαρμογή.
Με την κατηγορία της κατασκοπείας το αστικό κράτος επεδίωξε το διασυρμό του ΚΚΕ ως κόμματος ξενοκίνητου, που η δράση του δήθεν ερχόταν σε ευθεία σύγκρουση με τα συμφέροντα του λαού. Η κατηγορία εξυπηρετούσε το στόχο της απομόνωσης του ΚΚΕ από το λαό, τη συκοφάντηση και το μηδενισμό της ηρωικής δράσης του ενάντια στο γερμανοϊταλικό και βουλγαρικό και στη συνέχεια στον αγγλικό και αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Ο ταξικός αντίπαλος κατασκεύασε αυτήν την κατηγορία, διαστρέφοντας απόλυτα το περιεχόμενο του προλεταριακού διεθνισμού, τον πατριωτισμό της εργατικής τάξης.
Στην Ελλάδα, η «Φωνή της Αμερικής» μετέδωσε:
«Η δίκη Μπελογιάννη αποδεικνύει στον Ελεύθερο Κόσμο πως τα κομμουνιστικά κόμματα, όπου κι αν βρίσκονται, δεν είναι πολιτικά κόμματα, όπως τα υπόλοιπα, αλλά κατασκοπευτικές οργανώσεις»45.
Το αστικό κράτος είχε και άλλους λόγους που χρειαζόταν την αναβίωση του συγκεκριμένου νόμου. Η επιλογή του συντασσόταν με τη διεθνή αντικομμουνιστική υστερία και την ψυχροπολεμική πολιτική του καπιταλισμού. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι την ίδια περίοδο στις ΗΠΑ (29 Μάρτη 1951) καταδικάστηκαν σε θάνατο ως κατάσκοποι της Σοβιετικής Ενωσης ο Τζούλιους και η Εθελ Ρόζενμπεργκ, που εκτελέστηκαν στην ηλεκτρική καρέκλα στις 19 Ιούνη 1953.
Στις 18 Φλεβάρη 1952, η ανακοίνωση του Πολιτικού Γραφείου «για τους πραγματικούς σκοπούς της νέας δίκης Μπελογιάννη» ανέφερε:
«Ποιος θα πιστέψει το συνεργάτη του Ιταλού κατακτητή και τον οργανωτή της δολοφονίας του Αμερικανού δημοσιογράφου Πολκ46, το δήμιο του ελληνικού λαού Ρέντη, τα παραμύθια και τα κατασκευάσματά του;
Ποιος θα πιστέψει την κατηγορία για κατασκοπεία τη στιγμή πο
Το ΚΚΕ γεννά Μπελογιάννηδες
«Η κατάσταση που παρακολουθώ στην Ελλάδα, μου γεννάει μια ανυπομονησία πότε να βρεθώ κάτω, αδιαφορώντας για τις συνθήκες και τις δυσκολίες που θα συναντήσω. Δεν είμαστε πλασμένοι εμείς σήμερα για "ειρηνική" ζωή...»
Νίκος Μπελογιάννης
------------------------------
Οι διωκτικές αρχές είχαν διαμορφώσει ένα κλίμα «χαφιεδοφοβίας», που γινόταν αιτία, πολλές συλλήψεις κομμουνιστών να θεωρούνται αποτέλεσμα της ύπαρξης χαφιέδων στον παράνομο μηχανισμό και όχι αποτέλεσμα διαφορετικών αιτιών, όπως της παραβίασης συνωμοτικών κανόνων, τυχαίων περιστατικών και άλλων. Και όλα αυτά, τη στιγμή που η ανασυγκρότηση των παράνομων κομματικών οργανώσεων πρόβαλε ως το υπ' αριθμόν ένα καθήκον του Κόμματος, ενώ διαρκούσαν οι προσπάθειες πολλαπλής υπονόμευσής του.
Την άνοιξη του 1949 υπεύθυνος του παράνομου κομματικού κλιμακίου στην Ελλάδα ανέλαβε ο Νίκος Πλουμπίδης, μέλος της ΚΕ, αντικαθιστώντας τον Στέργιο Αναστασιάδη, μέλος του ΠΓ, που είχε πέσει στα χέρια της Ασφάλειας. Μαζί με τον Αναστασιάδη πιάστηκαν και άλλοι καθοδηγητές των παράνομων οργανώσεων, καθώς και πολλοί ακόμα σύντροφοι της Αθήνας και του Πειραιά. Οι οργανώσεις σχεδόν εξαρθρώθηκαν.
Το πρόβλημα των συλλήψεων είχε απασχολήσει και την 7ηΟλομέλεια της ΚΕ (14-18 Μαΐου 1950), η οποία αποφάσισε σχετικά με τα παράνομα στελέχη στην Ελλάδα:
«Ολα τα κομματικά στελέχη που τώρα δουλεύουν παράνομα στην Ελλάδα πρέπει να περάσουν στο εξωτερικό για λόγους ασφάλειας των κομματικών οργανώσεων, για ξεκούραση και μόρφωση και για να γίνει εξέταση με σκοπό να βρεθεί άκρη για τα σοβαρά χτυπήματα που μας κατάφερε ο εχθρός στα τελευταία χρόνια».2
Μετά τις συλλήψεις της άνοιξης 1949 η οργάνωση των ΕΠΟΝιτών, όπως λεγόταν, με επικεφαλής τον Σταύρο Κασιμάτη, αυτονομήθηκε από το κλιμάκιο που καθοδηγούσε ο Ν. Πλουμπίδης. Ο ίδιος ο Κασιμάτης, λαθεμένα, υποψιαζόταν ότι ο Ν. Πλουμπίδης είχε δώσει στην Ασφάλεια τον παράνομο μηχανισμό. Η απόφαση για τη δημιουργία του δεύτερου καθοδηγητικού κέντρου πάρθηκε δίχως προηγούμενη συνεννόηση του Κασιμάτη με το ΠΓ. Αργότερα, το ΠΓ ενέκρινε την επιλογή της αυτονόμησης.
Οπως έγραψε ο Κασιμάτης, σε σύσκεψη που πραγματοποίησαν ο ίδιος με τους Κώστα Φιλίνη, Φώφη Λαζάρου, Πέτρο Διβέρη, αποφάσισαν τη συγκρότηση του δεύτερου καθοδηγητικού κέντρου του ΚΚΕ στην Αθήνα. Διαβάζουμε:
«Χωρίς περιστροφές αναφέρομαι σύντομα στις συλλήψεις, στη δημιουργημένη από αυτές κατάσταση και προτείνω να αναλάβουμε εμείς οι τέσσερις πρωτοβουλία για ανασυγκρότηση των οργανώσεων, όχι μόνο της ΕΠΟΝ αλλά και του Κόμματος»3.
Στο δεύτερο καθοδηγητικό κέντρο, που το συναντάμε και ως κέντρο των ΕΠΟΝιτών, άλλοτε και των Μακρονησιωτών, εντάχθηκαν και απολυμένοι από τη Μακρόνησο, όπως ο Αντώνης Μπριλλάκης, ο Πότης Παρασκευόπουλος και ο Παναγιώτης Κατερίνης.
Στο πλαίσιο των μέτρων ανασυγκρότησης των παράνομων Κομματικών Οργανώσεων, η 7η Ολομέλεια προσέλαβε τους Νίκο Μπελογιάννη και Νίκο Ακριτίδη ως αναπληρωματικά μέλη της ΚΕ.
Λίγες ημέρες μετά την 7η Ολομέλεια ο Μπελογιάννης αναχώρησε για την Ελλάδα από την πολιτική προσφυγιά όπου βρισκόταν, μέσω της διαδρομής Παρίσι - Ρώμη - Αθήνα. Εφθασε αεροπορικώς στις 7 Ιουνίου 1950, με το όνομα Ερρίκος Πανόζ στο Αργεντινό του διαβατήριο. Πέντε μήνες αργότερα, το Νοέμβριο του 1950, τον ακολούθησε ο Νίκος Ακριτίδης.
Ο Μπελογιάννης δούλεψε ως καθοδηγητής των παράνομων οργανώσεων του ΚΚΕ, μαζί και των Πλουμπίδη και Βαβούδη4.
Σε τηλεγράφημα, με ημερομηνία 21 Ιουνίου 1950, που έστειλε στο ΠΓ μετά τον ερχομό του ο Μπελογιάννης ανέφερε για τους Πλουμπίδη και Βαβούδη, με τους οποίους είχε εντολή να μη συνδεθεί:
«Από 1
Αρ. 31
Κ
Εφθασα 7 Ιούνη. Ρώμη ψώνισα ένα Ιταλό 300 δολάρια και έβγαλε τράνζιτο. Σας γράφω κρίσεις μου για ανθρώπους μας. Ο Μπ (Νίκος Πλουμπίδης) είναι εντάξει (...) Αρρώστια και απομόνωση συντελούν βλέπει μερικά ζητήματα στενά σχολαστικά χλιαρά. Κουφός (Νίκος Βαβούδης) μάλλον εντάξει. Σε άρρωστο Μπ, πρότεινε αναλάβει αυτός καθοδήγηση»5.
Υπονόμευση του ΚΚΕ
Οταν ο Μπελογιάννης ήρθε στην Ελλάδα, παράλληλα και ταυτόχρονα με την πολύμορφη κατασταλτική επίθεση εναντίον του ΚΚΕ βρισκόταν σε εξέλιξη και η προσπάθεια ιδεολογικής και οργανωτικής υπονόμευσης του Κόμματος.
Η προσπάθεια να διαλυθεί ή να μεταλλαχθεί το ΚΚΕ, ή να δημιουργηθεί στη θέση του ένα άλλο «εθνικό» κόμμα, άρχισε αμέσως μετά το τέλος του λαϊκού ένοπλου αγώνα 1946 - 1949. Επιχειρήθηκε από ντόπιες και ξένες υπηρεσίες, ανάμεσα σε αυτές και της Γιουγκοσλαβίας, αλλά και από δυνάμεις που συνεργάζονταν με το παράνομο ΚΚΕ σε συμμαχικά πολιτικά σχήματα.
Λίγες ημέρες μετά τον ερχομό του ο Ν. Μπελογιάννης έστειλε στο ΠΓ το εξής ραδιοτηλεγράφημα:
«Αθήνα από εποχή κυβερνητικής κρίσης βρίσκεται γνωστός κατάσκοπος Κρις6και ο ίδιος και πράχτορές του πλησιάζουν για ψάρεμα Μακρονησιώτες. Επίσης το ίδιο κάνει και Σερβική πρεσβεία σε μεγάλη κλίμακα. Ο σταθμός πρέπει να τονώσει με εκπομπές του αγωνιστική διάθεση και ηθικό απολυμένων Μακρονησιωτών»7.
Η δραστηριότητα του γιουγκοσλαβικού παράγοντα, που για δικό του λογαριασμό προσπαθούσε να ασκήσει επιρροή στις γραμμές του ΚΚΕ, είχε επισημανθεί και στην 7ηΟλομέλεια της ΚΕ. Τότε καταγγέλθηκε από τον Ν. Ζαχαριάδη ότι ο Τίτο πραγματοποίησε συνάντηση με τον Δημ. Γιωτόπουλο, γνωστό τροτσκιστή και ύποπτο για συνεργασία με την ελληνική Κρατική Ασφάλεια.
Εξάλλου, στον Τύπο της εποχής γράφτηκε:
«Τώρα μπορεί να αποκαλυφθούν οι λόγοι, οι οποίοι έφεραν την διάσπαση και τον σχηματισμό διαφόρων ανεξαρτήτων ομάδων μεταξύ των αριστερών και ο σχηματισμός των ομάδων αυτών εγένετο διότι επήλθε ριζική διαφωνία μεταξύ των ηγετών. Εάν δηλαδή έπρεπε να δημιουργήσουν την επαναστατικήν αυτήν κίνηση στους κόλπους του ΚΚΕ ή όχι. Οι γνώμες διχάσθηκαν (...) οι υπό τον Καραμαούναν ανέλαβον να ευνοήσουν την δημιουργίαν του Τιτοϊκού κινήματος εν Ελλάδι. (...) ήρχισαν αι επαφαί Γιόβιτς και αριστερών... Γιόβιτς συνηντήθη με τον Καραμαούναν - Θυμογιάννην και άλλους αριστερούς παράγοντας οι οποίοι εις όλας τας δεξιώσεις του Γιουγκοσλαβικού προξενείου ήσαν παρόντες.
Ο Καραμαούνας ευθύς ως ήλθεν εις επαφήν με τον Γιόβιτς και έλαβε τας οδηγίας του αρχηγού του Νέου ΚΚΕ ήρχισε τας πρώτας κινήσεις του. Ο Γιουγκοσλάβος πρόξενος Γιόβιτς μετά την επιτυχίαν του αυτήν, ενθαρρυνθείς, ήρχισε να κινήται ζωηρότερον»8.
Ο Ν. Πλουμπίδης επίσης είχε αναφερθεί πολλές φορές στο ρόλο των «Τιτικών», όπως ονόμαζαν εκείνους που υποστήριζαν την πολιτική της Γιουγκοσλαβίας:
«Ολες οι προσπάθειες κάθε λογής σοσιαλιστών, αρχείων, λικβινταριστών, τροτσκιστών, ελδιτών, τιτικών, αντιηγετικών, είχαν αποτύχει οικτρά»9.
Σε Δελτίο Πληροφοριών, που βρίσκεται στο Αρχείο του υπουργείου Εξωτερικών, με ημερομηνία 26 Μαρτίου 1951, διαβάζουμε:
«...Οντως σαν η Κυβέρνησις δεν κατορθώσει να βελτιώσει την έκρυθμον ούτως ειπείν κατάστασιν θέτουσα ένα σχετικόν φραγμόν εις την ακρίβειαν του βίου και να περιορίσει την ανεργίαν, υπάρχει φόβος να επικρατήσει εις προσεχείς εκλογάς ο αριστερισμός, ματαιούμενης της προσπάθειας των εθνικιστών κομμουνιστών να εκμηδενίσουν τον Ζαχαριάδη»10.
Σε άλλο Πληροφοριακό Σημείωμα, με ημερομηνία 13 Νοεμβρίου 1951, αναφέρεται:
«Η υφισταμένη ενδοκομματική διένεξις εις τους κόλπους της ΕΔΑ προήλθεν εκ της ασυμφωνίας μελών τινών της Δ.Ε. (Διοικούσας Επιτροπής) της ΕΔΑ επί της ακολουθητέας γραμμής χαραχθείσης υπό της ηγεσίας του ΚΚΕ. Φαίνεται, διά τον ως άνω λόγον, ότι παρηγκωνίσθη ο ΚΥΡΚΟΣ εκ της Δ.Ε. της ΕΔΑ. (...) Η διαπιστωθείσα ασυμφωνία (...) μεταξύ ανωτάτων εξωκομματικών στελεχών της παραμένει σταθερά αιτία διαφωνιών και κινδύνων ρήξεως και διασπάσεως της ΕΔΑ και δημιουργίας μιας νέας αριστεράς κινήσεως ως στρεφομένης εναντίον του ΚΚΕ... Η κίνησις αυτή είτε είναι αντικειμενικώς υπάρχουσα είτε σκοπίμως εξαγγελλόμενη προς εκφοβισμόν των ως άνω προσωπικοτήτων οι οποίοι δεν δεικνύουν διάθεσιν συνεργασίας και υποταγής εις τα κελεύσματα του ΚΚΕ, είναι τα μάλιστα εκμεταλλεύσιμος υπό του Κράτους»11.
Από τη μια, λοιπόν, η γιουγκοσλαβική πρεσβεία και, από την άλλη, μια σειρά μυστικές υπηρεσίες του ιμπεριαλισμού, είχαν δραστηριοποιηθεί κατά του παράνομου ΚΚΕ. Για το ίδιο θέμα παρατίθεται και η μαρτυρία του Σταύρου Κασιμάτη:
«Μπορώ να ισχυριστώ ότι με τη δουλειά που κάναμε εμείς, το δικό μας κομμάτι των οργανώσεων, στους Μακρονησιώτες και τους απολυμένους και στους του Στρατοπέδου, μέσα στις γενικότερες αγωνιστικές συνθήκες πετύχαμε να ναυαγήσουν οι αποσχιστικές προσπάθειες και του Εγγλέζου Κρις (...) και οι προσπάθειες της γιουγκοσλαβικής πρεσβείας. Ελέγχαμε πλήρως τις κινήσεις της τελευταίας»12.
Εξάλλου, από τα τέλη του 1949 ο Ν. Βαβούδης πληροφορούσε το ΠΓ για τον τότε υπουργό Εσωτερικών και την Ασφάλεια:
«Ρέντης και Ασφάλεια δουλεύουν εντατικά για την ίδρυση του νέου ΚΚΕ, αλλά όπως λένε καθυστερούν γιατί δεν ήρθαν ακόμα τα στελέχη από τη Γιουγκοσλαβία. Κινούνται για το κόμμα αυτό, ο δημοσιογράφος Γραμματικόπουλος, δικηγόρος Αποστολόπουλος και ο γιος του εκ μέρους εφημερίδας "Βήμα" (...) Είναι έμπιστος του Ρέντη. Αλλες πληροφορίες ότι η Ασφάλεια έχει δημιουργήσει από καιρό στις συνοικίες οργανώσεις τις οποίες καθοδηγή (...)»13.
Τι σήμαινε η μετατροπή του ΚΚΕ σε «νέο ΚΚΕ»; Λίγα χρόνια αργότερα, το 1956, ο Ηλίας Τσιριμώκος, γενικός γραμματέας του σοσιαλδημοκρατικού σχηματισμού ΕΛΔ - ΣΚΕ, έγραψε σχετικά με αυτό:
«Εις το σύνολον, μια τέτοια τοποθέτησις του νομίμου κινήματος της Αριστεράς θα επανέφερε εις την ορθήν βάσιν το θέμα των σχέσεων Αριστεράς και έθνους, που η πολιτική του Ζαχαριάδη έχει ανατρέψει. Η πολιτική της ηγεσίας του ΚΚΕ κατόρθωσε να μεταβάλη τα δεδομένα του προβλήματος εις την Ελλάδα. Και να διαβάλη, από άποψιν εθνικήν, όχι μόνο το ΚΚΕ, αλλά ολόκληρη την Αριστεράν ως "αντεθνικώς" σκεπτόμενην ή ενεργούσαν. Το ΚΚΕ με τα Δεκεμβριανά εμείωσε τους ακατάλυτους εθνικούς τίτλους του ΕΑΜ...»14!
Ο ίδιος τόνιζε:
«Είναι δυνατόν να γίνη σήμερα λόγος διά τη δημιουργίαν μιας νέας Αριστεράς με την συμμετοχή των ΕΔΑΐτικων στοιχείων; Από την ειλικρινή στροφήν ολόκληρης της Αριστεράς προς μιαν γνήσιαν αυτόχθονα εθνικήν ανεξάρτητον γραμμήν, εξαρτάται κατά πολύ η περαιτέρω διαμόρφωσις της πολιτικής ζωής της χώρας. Εις την τύχην της Αριστεράς εν Ελλάδι εβάρυναν - και βαραίνουν διά το μέλλον της - η στάσις του Δεκεμβρίου του 1944 και ο εμφύλιος πόλεμος»15.
Οταν έγραφε τα παραπάνω ο Ηλίας Τσιριμώκος, ήταν η περίοδος αμέσως μετά το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ (1956). Είναι χαρακτηριστικό ότι στο ίδιο κείμενο ο Τσιριμώκος εξυμνούσε τον Βλαντισλάβ Γκομούλκα, ΓΓ της ΚΕ του Πολωνικού Κόμματος:
«Το όνομα ενός Βλαντισλάβ Γκομούλκα αίφνης θα γραφή με μεγάλα γράμματα εις την ιστορίαν του Εργατικού Κινήματος. Διότι αποδεικνύεται γνήσιος Πολωνός και γνήσιος επαναστάτης. Ο πολωνικός δρόμος προς τον σοσιαλισμόν δεν σημαίνει τίποτε άλλο από την πλήρη μεταβολήν εις τας μεθόδους, την σύνδεσιν του Κινήματος με το πολωνικόν έθνος, την πολωνική πραγματικότητα και την καταστροφήν των σταλινικών μεθόδων»16.
Τέτοιες αντιλήψεις ενδυναμώθηκαν ιδιαίτερα μετά το 20ό Συνέδριο. Επί της ουσίας, αυτές τις αντιλήψεις εξέφραζαν και στην Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του 1950 και σειρά συνεργαζόμενοι με το ΚΚΕ.
Τρεις μήνες πριν από τον ερχομό του Μπελογιάννη είχαν πραγματοποιηθεί οι βουλευτικές εκλογές της 5ης Μαρτίου 1950, στις οποίες το ΚΚΕ συμμετείχε στο σχήμα «Δημοκρατική Παράταξη» με την επωνυμία «Δημοκρατικός Συναγερμός». Με το ίδιο σχήμα το ΚΚΕ πήρε μέρος αργότερα στη δημιουργία της ΕΔΑ.
Διαβάζουμε για εκείνα τα χρόνια:
«Καταβλήθηκε ακόμα και προσπάθεια να εκβληθεί ο Συναγερμός από την ΕΔΑ, να εκτοπιστεί, δηλαδή, η πιο σφριγηλή δύναμή της. Αλλά ματαιώθηκε, όταν συνειδητοποίησαν τον αντίκτυπο που θα προκαλούσε μια τέτοια ενέργεια στο δημοκρατικό λαό της Αριστεράς»17.
Και παρακάτω:
«Μετά την ίδρυση της ΕΔΑ, υποστηρίχθηκε ότι το ΚΚΕ έπρεπε να διαλυθεί, ή μάλλον να συγχωνευτεί στις τάξεις της. Στην ιστορία των πολιτικών κομμάτων δεν υπήρχε προηγούμενο»18.
Από τις αρχές της 10ετίας του 1950 άρχισε να καλλιεργείται και η πλαστή αντίθεση ανάμεσα στους κομμουνιστές που ζούσαν στο εξωτερικό και στους κομμουνιστές που βρίσκονταν στο εσωτερικό. Την όξυνση αυτής της πολιτικά ανύπαρκτης αντίθεσης επεδίωκε και ο αστικός πολιτικός κόσμος. Σημείωσε σχετικά ο Νίκος Κιτσίκης, υποψήφιος δήμαρχος Αθήνας το 1964 και νικητής των τότε εκλογών:
«Νομιμοποίηση ΚΚΕ. Ο Βενιζέλος και άλλα κόμματα υποστηρίζουν τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ... Εβαζαν τη θέση να αποκλεισθούν αυτοί που τους αφαιρέθηκε η ιθαγένεια και να χωριστούν οι μέσα απ΄ την Ελλάδα απ΄ τους έξω»19.
Στην καλλιέργεια αυτής της πλαστής αντίθεσης συνέβαλαν20 στελέχη της ΕΔΑ στις αρχές της δεκαετίας του 1950, ενώ και σήμερα στελέχη του οπορτουνισμού υποστηρίζουν ότι η αντίθεση ήταν υπαρκτή. Είναι χαρακτηριστικά τα εξής:
«Ο Στ. Ηλιόπουλος έθεσε τον δάκτυλον εις τον τύπον των ήλων, όταν αναφέρθηκε στη "διατήρηση σε παρανομία του ΚΚΕ και την απουσία της ηγεσίας του". Οταν υποστήριξε την ανάγκη "τα κόμματα που αποτελούν την ΕΔΑ να αναλάβουν, με πλήρη ευθύνη και αυτοτέλεια, την άσκηση της πολιτικής της Αριστεράς στη χώρα", ασφαλώς δεν άφηνε έξω από τις συνιστώσες της ΕΔΑ τους κομμουνιστές, οι οποίοι, παρ' όλη την εκτός νόμου θέση του κόμματός τους, μετείχαν οι ίδιοι ενεργητικά στη νόμιμη δράση της ΕΔΑ και εκπροσωπούνταν, άτυπα ή συγκαλυμμένα, στη Δ.Ε. (Διοικούσα Επιτροπή) και τα άλλα όργανά της. Και αυτοί περιλαμβάνονταν ασφαλώς στο "εμείς" της διατύπωσης του Στ. Ηλιόπουλου, που δεν μπορούσε να είναι σαφέστερη εξαιτίας της νομοθεσίας του αντικομμουνιστικού κράτους. Είναι άξιο προσοχής ότι η πρώτη επισήμανση του σημαντικού αυτού προβλήματος (μεταφορά του καθοδηγητικού κέντρου μέσα στη χώρα), το οποίο έμελλε να δεσπόσει την επόμενη δεκαετία στη ζωή της Αριστεράς, έγινε από ένα ηγετικό στέλεχος του ΣΚΕ (Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας), που ακριβώς εξαιτίας της ιδιότητάς του αυτής ήταν απαλλαγμένο από τις δεσμεύσεις και αναστολές που είχαν οι κομμουνιστές»21.
Σήμερα, με βάση και τη συγκεντρωμένη εμπειρία, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι η αστική τάξη επιχείρησε να εκμεταλλευτεί την ύπαρξη της ΕΔΑ, προκειμένου να υπονομεύσει το ΚΚΕ. Ελπιζε ότι θα μπορούσε να την αξιοποιήσει ως μοχλό κατά του ΚΚΕ, εκμεταλλευόμενη απόψεις δυνάμεων που συμμετείχαν στην ΕΔΑ, αλλά και δυνάμεων του ΚΚΕ με οπορτουνιστικές παρεκκλίσεις.
Βεβαίως, το ΚΚΕ δε βρισκόταν πρώτη φορά στο στόχαστρο των αστικών και οπορτουνιστικών δυνάμεων. Τώρα όμως είχαν δημιουργηθεί νέα δεδομένα, που καθόριζαν την πιο σκληρή επίθεση εναντίον του, από όσες είχε γνωρίσει στο παρελθόν. Νέα δεδομένα, γιατί εκείνο που κρινόταν τη δεκαετία του 1940, ήταν το ζήτημα της πολιτικής εξουσίας. Εκ των πραγμάτων τέθηκε τότε το «ποιος - ποιον», αν δηλαδή ως αποτέλεσμα κορύφωσης της ταξικής πάλης η εξουσία θα παρέμενε αστική ή αν η εργατική τάξη θα κατακτούσε τη δική της εξουσία, διαμορφώνοντας τον απαραίτητο συσχετισμό δυνάμεων και συμμαχία με τα λαϊκά στρώματα του χωριού και της πόλης.
Τελικά, η γνωστή έκβαση που είχε η ταξική πάλη οδήγησε στη διατήρηση της αστικής κυριαρχίας. Και ακριβώς επειδή αυτό έγινε μετά από παρατεταμένους ένοπλους αγώνες, ακριβώς επειδή η αστική τάξη γνώρισε μεγάλο κίνδυνο, η αντίδρασή της κατά του ΚΚΕ, πριν και μετά τη νίκη της, πήρε πρωτόγνωρες διαστάσεις.
Η πίεση που ασκήθηκε κατά των λαϊκών δυνάμεων αποτέλεσε έναν από τους λόγους που ενίσχυσαν απόψεις για το επιζήμιο της ύπαρξης παράνομων κομματικών οργανώσεων.
Οι παράνομες οργανώσεις και ο Μπελογιάννης
Ετσι, σε μια σειρά κομμουνιστές διαμορφωνόταν από εκείνα τα χρόνια άποψη αντίθετη από την οργανωτική πολιτική του ΚΚΕ. Σχετικά με αυτό το θέμα ο Λεωνίδας Τζεφρώνης, που το 1952 ήταν ένας από τους καθοδηγητές του παράνομου κομματικού μηχανισμού και στη συνέχεια στέλεχος του οπορτουνιστικού χώρου, ομολόγησε αργότερα:
«...έρχονταν στιγμές που ένιωθα μέσα μου ένα κενό. Σαν να ήμουν διχασμένος, δισυπόστατος (...) Τον αγώνα τον έκανε η ΕΔΑ. Εβλεπες τους ανθρώπους της ΕΔΑ να τρέχουν συνεχώς ανάμεσα στον κόσμο. Αυτοί ναι. Κάνανε πραγματικόν αγώνα και έβλεπαν και χαίρονταν χειροπιαστά αποτελέσματα (...) Η ΕΔΑ κατακτούσε μέρα με τη μέρα καινούργιες θέσεις, καινούργια κάστρα θα 'λεγα (...) και το παράνομο ΚΚΕ ακουγόταν μόνον όταν γίνονταν συλλήψεις που φοβίζανε τον κόσμο, προκαλούσαν νέα κυνηγητά και δίκες που δηλητηριάζανε την πολιτική ζωή.
(...) Η δική μας δουλειά ήταν να βγάζουμε καμία προκήρυξη (...) Κι όταν τις έβλεπε κανείς κολλημένες στον τοίχο άλλαζε δρόμο. Σκορπούσαμε κάτω κανένα τρικ, μα κανένας δεν τα άγγιζε (...) Ολη αυτή η ιστορία με την αποστολή παράνομων στην Ελλάδα ήταν εντελώς χωρίς νόημα»22.
Ιδια αντίληψη με την παραπάνω επιχείρησαν στις μέρες μας πολλοί (ανάμεσά τους και η Ελλη Παππά)23να αποδώσουν και στον Μπελογιάννη. Δηλαδή, ότι είχε ταχθεί κατά της λειτουργίας παράνομων οργανώσεων. Είπε η Ελλη Παππά:
«Ο Μπελογιάννης δεν πίστευε σε αυτές τις παράνομες οργανώσεις. Ηταν εναντίον. Καθαρά εναντίον»24.
Ακόμα:
«Ο Νίκος ξανοιγόταν σε παλιούς πολιτικούς που μπορούσαν να έρθουν κοντά, να κάνουν ένα πλατύ κίνημα. Οπως έγινε μετά με την ΕΔΑ. Αυτό ήταν το όνειρό του. Αυτό ήταν το σχήμα που ήθελε»25.
Είναι αναμφισβήτητο ότι ο Μπελογιάννης ξανοιγόταν σε παλιούς πολιτικούς. Ομως, αυτό το έκανε υλοποιώντας την πολιτική του ΚΚΕ για τη δημιουργία ενός δημοκρατικού μετώπου. Δεν ήταν προσωπική του σύλληψη και επιλογή. Και βεβαίως, υλοποιώντας πάντα την πολιτική του ΚΚΕ, επεδίωκε την οικοδόμηση γερών παράνομων κομματικών οργανώσεων.
Τη διαφορετική της αντίληψη για το Κόμμα και το χαρακτήρα του, που η Ελλη Παππά διαμόρφωσε πολλά χρόνια αργότερα, την παρουσίασε ως άποψη του Μπελογιάννη! Ωστόσο, εκείνα τα χρόνια και η ίδια άλλα πίστευε από εκείνα που υποστήριξε εκ των υστέρων. Περιγράφοντας την κατάσταση που κατά τη γνώμη της είχε διαμορφωθεί στις κομματικές οργανώσεις και στηλιτεύοντας κομματικούς υπεύθυνους, οι οποίοι παραμελούσαν την εφαρμογή των κανόνων κομματικής λειτουργίας, έγραψε στον Νίκο Ζαχαριάδη:
«Αφήνω που όλη η σκληρή μας πείρα των τελευταίων χρόνων έχει πάει περίπατο, η δουλιά γίνεται με τις μέθοδες του 47 (ραντεβού στο δρόμο και διάφορα τέτοια, ανάκατη νόμιμη και παράνομη δουλειά, πλήθος συνδέσεις και εντολές, καμιά αποκέντρωση κλπ.)»26.
Κάνοντας, λοιπόν, η Ελλη Παππά λόγο για την ανάγκη συνδυασμού της νόμιμης με την παράνομη δουλειά και για την ανάγκη αποκέντρωσης της οργανωμένης δράσης, είναι φανερό ότι αποδεχόταν και η ίδια την αναγκαιότητα ύπαρξης των παράνομων κομματικών οργανώσεων. Μόνο οι παράνομες οργανώσεις λειτουργούν αποκεντρωμένα, συνδέουν τη νόμιμη δράση με την παράνομη κλπ. Εξάλλου, δεν υπήρχε περίπτωση να απευθύνεται στον Ζαχαριάδη, για να του προτείνει την κατάργηση του παράνομου μηχανισμού...
Δεν έχει επίσης καμία σχέση με την πραγματικότητα ο ισχυρισμός της Ελλης Παππά ότι με το «μακριά από σήματα και οργανώσεις»27, φράση που η ίδια υποστήριξε ότι της είπε, ο Μπελογιάννης απέρριπτε την αναγκαιότητα των παράνομων οργανώσεων. Με το «μακριά από σήματα (δηλαδή τους ασυρμάτους για τη μετάδοση πληροφοριών στο ΠΓ) και οργανώσεις», το αντίθετο έλεγε ο Μπελογιάννης: Να οικοδομηθούν παράνομες οργανώσεις, που δε θα έχουν την παραμικρή οργανωτική σχέση με τον παλιό μηχανισμό, οργανώσεις που θα είναι περιφρουρημένες. Και αυτό, γιατί μετά τη σύλληψή του ο Μπελογιάννης έκρινε ότι δεν έπρεπε να είχε συνδεθεί με τους Πλουμπίδη και Βαβούδη, για το λόγο ότι ήταν πολύ πιθανό η Ασφάλεια να βρισκόταν στα ίχνη του Πλουμπίδη, αλλά και ότι ο Βαβούδης, που είχε τους ασυρμάτους στην ευθύνη του, δεν ήταν δυνατό να ανακατεύεται και με την οργανωτική δουλειά όπως γινόταν, όχι με δική του ευθύνη.
Εγραψε ο Ακριτίδης σχετικά με αυτή την εκτίμηση του Μπελογιάννη:
«...Ο Νίκος ως τα τελευταία του είχε εμπιστοσύνη στον Μπάρμπα και το μόνο που μου μίλησε είναι ότι ο Μπάρμπας είναι εντάξει, μα μπορεί να τον έχει η ασφάλεια στα χέρια της»28. Δηλαδή, ότι μπορεί να τον παρακολουθούσε.
Ο Μπελογιάννης πάλεψε με όλες τις δυνάμεις του για να εφαρμόσει την οργανωτική πολιτική του ΚΚΕ. Επιπλέον, εξέφρασε και γραπτώς την άποψή του για την παράνομη δράση. Προτού να έρθει στην Ελλάδα, έγραψε στο ημερολόγιό του (16 Οκτωβρίου 1949):
«Από τότε που έγινα μέλος του Κόμματος, όσο θυμάμαι, κάθε καινούργια δουλειά που μου αναθέτουν είναι ή εξαιρετικά δύσκολη ή μια οργάνωση, ή τμήμα που δεν βρίσκεται σε καλή κατάσταση ή μου αναθέτουν τη δημιουργία μιας καινούργιας. Αυτή είναι η "μοίρα" της κομματικής μου ζωής μέχρι σήμερα, κι όταν κάθε φορά το αναλογίζομαι νιώθω μέσα μου ξεχωριστή περηφάνια...»29.
Ενώ στην απολογία του κατά τη δεύτερη δίκη υποστήριξε:
«Γι' αυτό ακριβώς και η μεγαλύτερη μάχη δίνεται για τον παράνομο μηχανισμό και οι αντίπαλοί μας προσπαθούν να τρομοκρατήσουν όσους δουλεύουν στον παράνομο μηχανισμό. Εγώ δεν αρνούμαι ότι ήρθα στην Ελλάδα ακριβώς για να εφαρμόσω τη γραμμή του Κόμματος»30.
Εδώ βρίσκεται η ουσία του ζητήματος, που είναι ταυτόχρονα και απάντηση σε όσους επιχειρούν να παρουσιάσουν διαφορετικά την πραγματικότητα: Ο Μπελογιάννης συμβόλιζε την αταλάντευτη οργανωμένη παρουσία και δράση του ΚΚΕ σε όλες τις συνθήκες και με όλες τις μορφές πάλης. Η ύπαρξη της παράνομης οργάνωσης ερχόταν σε αντίθεση, υπονόμευε και εξουδετέρωνε σε εκείνες τις συνθήκες το στόχο, είτε υποκατάστασης του ΚΚΕ από ένα υποταγμένο στο σύστημα ΚΚ, είτε απορρόφησής του από συμμαχικά σχήματα.
Η πολεμική για την αποστολή Μπελογιάννη
Σχετικά με την αποστολή του Νίκου Μπελογιάννη έχει διεξαχθεί και συνεχίζεται ως τις μέρες μας έντονη ιδεολογικοπολιτική επίθεση κατά του ΚΚΕ, κυρίως από την πλευρά του οπορτουνιστικού χώρου. Στο επίκεντρο της επίθεσης βρίσκεται πρωταρχικά ο χαρακτήρας του ΚΚΕ ως κόμματος νέου τύπου, όπως επίσης και ο τότε ΓΓ της ΚΕ, Νίκος Ζαχαριάδης.
Τόσο στην προπολεμική περίοδο, όσο και στα χρόνια που αναφερόμαστε, στην επίθεση κατά του ΚΚΕ και του Ζαχαριάδη ως Γενικού Γραμματέα, πρωτοστάτησαν, φυσικά, οι ιδεολογικοί και πολιτικοί μηχανισμοί της αστικής τάξης. Ωστόσο, πολλές φορές η παρέμβασή τους γινόταν σχεδόν περιττή, αφού το ρόλο τους αναλάμβαναν άλλοι, προερχόμενοι «εκ των έσω». Για παράδειγμα, είναι περίπου μνημειώδης η συκοφαντική επίθεση του Γιάννη Πετσόπουλου, ο οποίος, σε βιβλίο του - λίβελο31κατά του Ζαχαριάδη, τον κατηγορεί ότι «έσπασε» στα μπουντρούμια της Μεταξικής δικτατορίας και έγραψε ένα σοσιαλπατριωτικό γράμμα (εννοεί το πρώτο γράμμα για τον ελληνοϊταλικό πόλεμο), προκειμένου να σώσει τη ζωή του!
Μετά το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ (1956) ακολούθησε η 6ηΠλατιά Ολομέλεια της ΚΕ (11-12 Μαρτίου 1956), η οποία καθαίρεσε τον Ζαχαριάδη από ΓΓ της ΚΕ. Στη συνέχεια, η 7η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ (18-24 Φεβρουαρίου 1957) τον καθαίρεσε από την ΚΕ και τον διέγραψε από μέλος του Κόμματος, ενώ αποφάσισε να διερευνήσει ολόκληρη την κομματική πορεία του, για να εξετάσει αν ήταν πράκτορας του εχθρού.
Ολα αυτά τα χρόνια, τόσο η αστική, όσο και η οπορτουνιστική προπαγάνδα έχουν υψώσει ένα αντιδημοκρατικό ιδεολογικό τείχος, με σκοπό να γίνει απροσπέλαστη, αν όχι να φαίνεται εκ προοιμίου αφερέγγυα και δογματική, κάθε άλλη φωνή που επιχειρεί να κρίνει αντικειμενικά τον Ζαχαριάδη. Σε αυτό το πλαίσιο αντιμετωπίζεται και η αποστολή του Μπελογιάννη στην Ελλάδα.
Ο οπορτουνιστικός χώρος έχει υποστηρίξει ότι η αποστολή του Μπελογιάννη υπονόμευε την πορεία της πολιτικής και δημοκρατικής ομαλότητας, που, όπως ισχυρίζεται, είχε ξεκινήσει από τον Απρίλιο του 1950, με το σχηματισμό της κυβέρνησης Ν. Πλαστήρα - Σοφ. Βενιζέλου - Γ. Παπανδρέου. Και αυτό γιατί:
«Οταν ο Μπελογιάννης έφυγε από το Βουκουρέστι, άφησε εκεί μια κομμουνιστική ηγεσία και ένα Κόμμα που μολονότι είχε ηττηθεί, δεν είχε αποβάλει την αντάρτικη στολή και την ψυχολογία του βουνού. Ο Ζαχαριάδης διακήρυσσε από το ραδιοφωνικό σταθμό που είχε εγκαταστήσει στις ανατολικές χώρες ότι οι αντάρτες κρατούν τα όπλα "παρά πόδα".
(...) Ετσι στο εσωτερικό της χώρας άρχισε να καλλιεργείται από το "σκληρό πυρήνα" της άκρας δεξιάς η ανησυχία ότι ο κομμουνιστές ετοιμάζουν τον "τρίτο γύρο"».32
Ακόμα:
«Και ο Μπελογιάννης, σ' αυτή την υπόθεση (...) ήταν ο ιδεολόγος κομμουνιστής που αντιμετώπισε με αξιοπρέπεια και πνευματική ηρεμία τις συνέπειες ενός εμφυλίου πολέμου που, ενώ είχε λήξει από καιρό, οι "σκληροί" πυρήνες των αντιπάλων συντηρούσαν το κλίμα του τεχνητά, σ' ένα απίθανο και εθνικά επιζήμιο πολιτικό παιχνίδι».33
Χαώδης είναι η απόσταση που χωρίζει αυτές τις απόψεις από κάθε έννοια επαναστατικής αντίληψης και πρακτικής, που περιλαμβάνει και την παράνομη, ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε συνθήκες. Είναι άποψη που αρνείται κάθε έννοια στοιχειώδους αντίστασης απέναντι στην αιματοβαμμένη αστική εξουσία.
Παρόμοιες αντιλήψεις του οπορτουνιστικού χώρου δείχνουν επιπλέον τέλεια αδιαφορία για όσα συνέβαιναν στον κόσμο, που μέρος τους αποτελούσαν και οι εξελίξεις στην Ελλάδα. Στην πραγματικότητα, οι τέτοιες απόψεις της ηττοπάθειας και της υποταγής εμπεριέχουν και το εχθρικό στοιχείο απέναντι στην πολιτική της Σοβιετικής Ενωσης, που την τοποθετούν στη θέση της συνυπεύθυνης με τις ΗΠΑ για την πολιτική του «ψυχρού πολέμου». Κι ας κηρύχθηκε ο τελευταίος από τον ιμπεριαλισμό, κόντρα στη φιλειρηνική πολιτική της Σοβιετικής Ενωσης και των άλλων κρατών της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
Είναι γεγονός ότι η 6η Ολομέλεια (9 Οκτωβρίου 1949) είχε αποφασίσει:
«...στη χώρα ξεσπούν και φουντώνουν μεγάλοι λαϊκοί αγώνες, ενώ οι κύριες δυνάμεις του ΔΣΕ, παρά τη μοναρχοφασιστική επιτυχία στο Βίτσι - Γράμμο, παραμένουν άθιχτες και με το όπλο παρά πόδα».34
Ταυτόχρονα, η 6η Ολομέλεια είχε αποφασίσει την πλήρη αλλαγή της τακτικής του ΚΚΕ. Συγκεκριμένα:
«α) Να σταματήσει σήμερα τον ένοπλο αγώνα αφήνοντας μόνο μικρά παρτιζάνικα τμήματα, σαν μέσο πίεσης για όσο το δυνατόν περισσότερο εκδημοκρατισμό της πολιτικής ζωής του τόπου με βάση τις προτάσεις της Σ.Ε. και σαν μορφή άμυνας εναντίον του δολοφονικού οργίου των κρατικών και παρακρατικών οργάνων του μοναρχοφασισμού.
β) Να μεταφέρει το κέντρο βάρους της δουλειάς του στην οργάνωση και καθοδήγηση των οικονομικών και πολιτικών αγώνων... (...)
δ) Στο κέντρο της προσοχής του Κόμματος πρέπει να μπει το πρόβλημα της υπεράσπισης της ειρήνης (...)
ζ) Το Κόμμα πρέπει, χρησιμοποιώντας τις δυνατότητες που υπάρχουν, να βγάλει στην Αθήνα νόμιμη, περιοδική, μαζική πολιτική εφημερίδα».35
Με βάση αυτά τα ντοκουμέντα, πρέπει να προσεγγίζεται η ιστορική αλήθεια και για την «υπόθεση Μπελογιάννη», ανεξάρτητα από το γεγονός ότι στην πολιτική του ΚΚΕ εντοπίζεται η αντίφαση, από τη μία να γίνεται λόγος για επαναστατική κατάσταση και, από την άλλη, να ακολουθείται (σωστά) η προηγούμενη πολιτική κατεύθυνση.
Ομως, η επίθεση για την αποστολή Μπελογιάννη έχει και τα συκοφαντικά χαρακτηριστικά της. Εξιστόρησε στο παρελθόν η Ελλη Παππά, που τα λεγόμενά της έγραψε «Η ΑΥΓΗ» μετά το θάνατό της:
«Ο Ζαχαριάδης είχε ανάγκη να δημιουργήσει τον μύθο ενός μάρτυρα και τον μύθο ενός προδότη. Τον Μπελογιάννη τον χρησιμοποίησε στη θέση του μάρτυρα. Και τον Πλουμπίδη στη θέση του προδότη»36.
Τα ίδια έγραψαν οι Πότης Παρασκευόπουλος, Τάσος Βουρνάς κ.ά. Τα γεγονότα διαψεύδουν τέτοιες αυθαιρεσίες.
Η αποστολή του Μπελογιάννη ήταν αναγκαία και από την άποψη ότι χρειαζόταν να έρθει στην Ελλάδα κάποιο από τα πιο ικανά στελέχη που διέθετε τότε το ΚΚΕ. Και ήρθαν εκείνα τα χρόνια δεκάδες στελέχη από την προσφυγιά, για να βοηθήσουν στην ανασυγκρότηση του Κόμματος. Ετσι έπρεπε να κάνει ένα Κομμουνιστικό Κόμμα που σέβεται το όνομά του και την ιστορία του.
Εκείνα τα χρόνια ήρθε παράνομα η Ρούλα Κουκούλου, γυναίκα του Ζαχαριάδη, μέλος της ΚΕ. Επίσης, τα μέλη του ΠΓ Δημήτρης Βλαντάς, Γιώργης Βοντίσιος (Γούσιας), Κώστας Κολιγιάννης, Γιώργης Ερυθριάδης (Πετρής), πολλά μέλη της ΚΕ, όπως οι Αύρα Παρτσαλίδου, Χαρίλαος Φλωράκης, Κώστας Λουλές, Μιλτιάδης Πορφυρογένης, Βασίλης Ζάχος, Μήτσος Δάλλας και άλλοι. Ο Πλουμπίδης ζητούσε να έρθει στην Ελλάδα μέλος του ΠΓ, μετά τη σύλληψη του Αναστασιάδη.
Στον Μπελογιάννη το ΠΓ και η ΚΕ είχαν επενδύσει μεγάλες ελπίδες. Το έδειχναν η ανάδειξή του στην ΚΕ και η ευθύνη που του ανατέθηκε στον παράνομο μηχανισμό.
Ετσι, είναι απόλυτα ταιριαστές οι παρακάτω φράσεις:
«Για να μην υπάρξουν ταλαντεύσεις και στο εσωτερικό και να εφαρμοστεί πιστά η γραμμή της, η ηγεσία του ΚΚΕ στέλνει με πλαστά διαβατήρια στην Ελλάδα τα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής Νίκο Μπελογιάννη και Νίκο Ακριτίδη, παλιό μαθητή της σχολής Ευελπίδων και ηγετικό στέλεχος της ΕΠΟΝ κατά την Κατοχή».37
Ο Μπελογιάννης είχε γράψει στο ημερολόγιό του:
«...μια ζωή μονότονη, πληχτική, χωρίς σοβαρό περιεχόμενο. Οαση η Συνδιάσκεψη και η 6η Ολομέλεια. Ο καιρός περνάει με το διάβασμα και με την προσμονή να ριχτούμε από μέρα σε μέρα στη δουλειά και στη δράση».38
Ιδιαίτερα σε εκείνες τις συνθήκες, στην Ελλάδα έπρεπε να έρθουν στελέχη σαν τον Μπελογιάννη, για τον οποίο ισχύουν στο ακέραιο τα λόγια του Στάλιν:
«Να θυμάστε, σύντροφοι, ότι μόνο εκείνα τα στελέχη είναι καλά, που δε φοβούνται τις δυσκολίες, που δεν κρύβονται από τις δυσκολίες, αλλά, αντίθετα, πηγαίνουν να συναντήσουν τις δυσκολίες για να τις υπερνικήσουν και να τις εξαλείψουν. Μόνο στην πάλη με τις δυσκολίες σφυρηλατούνται τα πραγματικά στελέχη».39
Η πρώτη δίκη με το νόμο 509/1947
Ο Μπελογιάννης έπεσε στα χέρια της Ασφάλειας στις 20 Δεκεμβρίου 1950. Οι αστυνομικοί, που κατά πάσα πιθανότητα τον περίμεναν, τον συνέλαβαν μόλις μπήκε στο σπίτι της οδού Πλαπούτα 30, κοντά στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας. Το σπίτι λειτουργούσε ως γιάφκα του παράνομου μηχανισμού.
Η σύλληψη ανακοινώθηκε από τον Τύπο στις 4 Ιανουαρίου 1951. Αναφέρονταν ανάμεσα σε άλλα:
«Ο Νίκος Μπελογιάννης, εξ Αμαλιάδος, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, αποσταλείς κατόπιν εντολής του Πολιτικού Γραφείου από τας χώρας του Παραπετάσματος εις την Ελλάδα (...) διά την ανασυγκρότησιν του παρανόμου μηχανισμού και την προπαρασκευήν του Τετάρτου Γύρου. (...) συνελήφθη εις τας Αθήνας, κατόπιν κεραυνοβόλου ενεργείας της Ασφαλείας του Κράτους, (...) Ο Μπελογιάννης έφθασεν εις τας Αθήνας, κατέλυσεν εις το ξενοδοχείον «Μέγα» και ήρχισεν αμέσως τας επαφάς του με τα στελέχη, χρησιμοποιών ως σύνδεσμον την Ελλη Ιωαννίδου, μέλος της ΚΟΑ»40.
Μαζί με τον Μπελογιάννη πιάστηκαν ακόμα 92 σύντροφοι.
Οι 93 κομμουνιστές παραπέμφθηκαν σε δίκη με βάση το νόμο 509/1947, ότι επεδίωξαν «την διά βιαίων μέσων ανατροπήν του κρατούντος κοινωνικού καθεστώτος».
Η δίκη τους άρχισε στις 19 Οκτωβρίου 1951 στο Εκτακτο Στρατοδικείο Αθηνών, που συνεδρίαζε στα δικαστήρια της οδού Σανταρόζα. Πρόεδρος του δικαστηρίου ήταν ο αντισυνταγματάρχης της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης Ανδρέας Σταυρόπουλος και στρατοδίκες οι ταγματάρχες Νικόλαος Κομνιανός, Γεώργιος Παπαδόπουλος (ο μετέπειτα δικτάτορας), Γεώργιος Κοράκης και ο λοχαγός Θεμ. Κυριακόπουλος.
Με τη στάση του στο δικαστήριο ο Μπελογιάννης συνέτριψε το κατηγορητήριο, υπεράσπισε την πολιτική του ΚΚΕ και τον αγώνα του ΔΣΕ:
«Αντιτάξαμε βία στη βία. Δεν ήταν δυνατό να καθίσουμε και να λέμε "σφάξε με αγά μου, ν' αγιάσω". Η πολιτική μας αυτή στηρίζονταν στο λαό, γι' αυτό και τρία χρόνια αντιμετωπίσαμε τόσες δυσκολίες»41.
Τέλειωσε την απολογία του με τα παρακάτω λόγια:
«Σας μίλησα για την πολιτική του ΚΚΕ. Θέλω όμως να τονίσω και αυτό: Οτι το ΚΚΕ έχει ρίζες στο λαό ποτισμένες με αίμα και δεν εξοντώνεται ούτε με στρατοδικεία, ούτε με εκτελεστικά αποσπάσματα. Η πολιτική του απόβλεπε πάντοτε στο καλό του λαού και της χώρας μας. Σ' αυτό αποβλέπει και σήμερα. Γι' αυτό και ο λαός το υποστηρίζει. (...) Γι' αυτή μας την πολιτική με δικάζετε. Δεν ζητώ την επιείκειά σας. Θα δεχτώ με περηφάνια και στωικότητα την καταδίκη μου και θαρραλέα θα αντιμετωπίσω ακόμη και το εκτελεστικό σας απόσπασμα».42
Η δίκη διάρκεσε έως τις 16 Νοέμβρη. Από τους 93 κατηγορούμενους οι 12 καταδικάστηκαν σε θάνατο.43
Μετά τη δίκη, ο Μπελογιάννης μεταφέρθηκε στις φυλακές της Κέρκυρας. Εκεί ολοκλήρωσε το γνωστό βιβλίο «Σχέδιο για μια ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας: Πρώτες μακρινές ρίζες, προσχέδιο, σημειώσεις», το οποίο είχε αρχίσει να σχεδιάζει στο κελί της απομόνωσης.
Οι ασύρματοι - η δεύτερη δίκη με το νόμο 375/1936
Στο μεταξύ, δύο μέρες πριν από τη λήξη της πρώτης δίκης, στις 14 Νοέμβρη 1951, δυνάμεις της Κρατικής Ασφάλειας περικύκλωσαν τη βίλα «ΑΥΡΑ» στην Ανω Γλυφάδα και το σπίτι της οδού Λυκούργου 39 στην Καλλιθέα. Η βίλα «ΑΥΡΑ», όπου ζούσε η οικογένεια του Ηλία Αργυριάδη, παλιού στελέχους του ΚΚΕ, ήταν η κρύπτη του ενός ασυρμάτου και το σπίτι της Καλλιθέας, όπου κατοικούσε η οικογένεια του Νίκου Καλούμενου, επίσης παλιού στελέχους του Κόμματος, ήταν η κρύπτη του δεύτερου ασυρμάτου. Σε αυτήν βρισκόταν εκείνη την ώρα και ο Βαβούδης. Στο μεταξύ, από τις 23 Οκτώβρη 1951 είχε συλληφθεί από την Ασφάλεια Πειραιά ο δικηγόρος και οικονομολόγος Δημήτρης Μπάτσης.44
Ο Αργυριάδης συνελήφθη, ενώ η γυναίκα του Κατερίνα Δάλλα φέρεται να αυτοκτόνησε λίγες μέρες αργότερα, σύμφωνα με την ανακοίνωση της Αστυνομίας. Συνελήφθη επίσης ο Ν. Καλούμενος. Ο Βαβούδης αυτοκτόνησε μέσα στην κρύπτη.
Με το «στοιχείο» των ασυρμάτων, άρχισε στις 15 Φλεβάρη 1952 η δεύτερη δίκη του Νίκου Μπελογιάννη και ακόμα 28 κομμουνιστών, με την κατηγορία της «διενέργειας κατασκοπείας κατά των συμφερόντων του κράτους».
Η δίκη στο Α΄ Διαρκές Στρατοδικείο Αθηνών διεξήχθη με βάση τον Μεταξικό νόμο 375/1936, που ανασύρθηκε από τα συρτάρια και μπήκε σε εφαρμογή.
Με την κατηγορία της κατασκοπείας το αστικό κράτος επεδίωξε το διασυρμό του ΚΚΕ ως κόμματος ξενοκίνητου, που η δράση του δήθεν ερχόταν σε ευθεία σύγκρουση με τα συμφέροντα του λαού. Η κατηγορία εξυπηρετούσε το στόχο της απομόνωσης του ΚΚΕ από το λαό, τη συκοφάντηση και το μηδενισμό της ηρωικής δράσης του ενάντια στο γερμανοϊταλικό και βουλγαρικό και στη συνέχεια στον αγγλικό και αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Ο ταξικός αντίπαλος κατασκεύασε αυτήν την κατηγορία, διαστρέφοντας απόλυτα το περιεχόμενο του προλεταριακού διεθνισμού, τον πατριωτισμό της εργατικής τάξης.
Στην Ελλάδα, η «Φωνή της Αμερικής» μετέδωσε:
«Η δίκη Μπελογιάννη αποδεικνύει στον Ελεύθερο Κόσμο πως τα κομμουνιστικά κόμματα, όπου κι αν βρίσκονται, δεν είναι πολιτικά κόμματα, όπως τα υπόλοιπα, αλλά κατασκοπευτικές οργανώσεις»45.
Το αστικό κράτος είχε και άλλους λόγους που χρειαζόταν την αναβίωση του συγκεκριμένου νόμου. Η επιλογή του συντασσόταν με τη διεθνή αντικομμουνιστική υστερία και την ψυχροπολεμική πολιτική του καπιταλισμού. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι την ίδια περίοδο στις ΗΠΑ (29 Μάρτη 1951) καταδικάστηκαν σε θάνατο ως κατάσκοποι της Σοβιετικής Ενωσης ο Τζούλιους και η Εθελ Ρόζενμπεργκ, που εκτελέστηκαν στην ηλεκτρική καρέκλα στις 19 Ιούνη 1953.
Στις 18 Φλεβάρη 1952, η ανακοίνωση του Πολιτικού Γραφείου «για τους πραγματικούς σκοπούς της νέας δίκης Μπελογιάννη» ανέφερε:
«Ποιος θα πιστέψει το συνεργάτη του Ιταλού κατακτητή και τον οργανωτή της δολοφονίας του Αμερικανού δημοσιογράφου Πολκ46, το δήμιο του ελληνικού λαού Ρέντη, τα παραμύθια και τα κατασκευάσματά του;
Ποιος θα πιστέψει την κατηγορία για κατασκοπεία τη στιγμή πο
Radical30 World :: Περιεχόμενα :: κλικ > Το Blog/Forum Radical World - Περιεχόμενα :: ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ - ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ - ΠΑIΔΕΙΑ :: Προσωπικότητες
Σελίδα 1 από 1
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης
Κυρ 06 Μαρ 2016, 12:59 από radical30
» Forsaken-2015 ******
Δευ 22 Φεβ 2016, 10:13 από radical30
» The First Grader *******
Δευ 08 Φεβ 2016, 13:05 από radical30
» Περί των "Κοινών Αγαθών"
Παρ 05 Φεβ 2016, 02:20 από radical30
» Ο δικός μου "χιονάνθρωπος"
Τετ 03 Φεβ 2016, 06:11 από radical30
» Δημήτρης Βαρδαβάς
Τετ 03 Φεβ 2016, 04:52 από radical30
» Η "Νονά"
Σαβ 23 Ιαν 2016, 06:11 από radical30