Σύνδεση
Πρόσφατα Θέματα
Παρόντες χρήστες
38 χρήστες είναι συνδεδεμένοι αυτήν την στιγμή:: 0 μέλη, 0 μη ορατοί και 38 επισκέπτες Κανένας
Περισσότεροι χρήστες υπό σύνδεση 400, στις Τρι 22 Οκτ 2024, 21:40
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΡΟΥΦΑΚΗΣ
Radical30 World :: Περιεχόμενα :: κλικ > Το Blog/Forum Radical World - Περιεχόμενα :: ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ - ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ - ΠΑIΔΕΙΑ :: Προσωπικότητες
Σελίδα 1 από 1
Απ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΡΟΥΦΑΚΗΣ
<< Άσφαιρα μέσα, λάθος στόχος>>
του Γιάνη Βαρουφάκη
Σχόλια
So far behind , I'm in front of me!!!
Την τελευταία εβδομάδα απείχα από τον σχολιασμό της οικονομικής πολιτικής της νέας μας κυβέρνησης, επειδή ήθελα να αφουγκραστώ το σκεπτικό και τις στρατηγικές της επιλογές. Μετά και το Eurogroup, είναι πλέον ξεκάθαρο ότι η συγκυβέρνηση των τριών κομμάτων έχει επιλέξει λανθασμένο στόχο, τον οποίο θα προσπαθήσει να επιτύχει με αναποτελεσματικά μέσα.
Ο λάθος στόχος της επιμήκυνσης
Ο δεδηλωμένος πλέον στόχος του Υπουργείου Οικονομικών είναι η επίτευξη συμφωνίας επιμήκυνσης του «προγράμματος», κάτι που μεταφράζεται σε πιο αργές αποπληρωμές των δανείων (χωρίς μείωση επιτοκίου – καθώς επιμήκυνση με μείωση επιτοκίου παραπέμπει σε αναδιάρθωση, όπως θα θυμάστε) και μικρότερο ρυθμό μείωσης των δημοσίων δαπανών και αύξησης των δημοσίων εσόδων.
Αυτή η επιμήκυνση παρουσιάζεται (ξανά) στο ελληνικό κοινό ως εξασφάλιση περισσότερου χρόνου για να πετύχει το «πρόγραμμα». Δυστυχώς, όπως και η επιμήκυνση που πέτυχε (σε σχέση με το πρώτο Μνημόνιο) ο κ. Γ. Παπανδρέου τον Μάρτιο του 2011, έτσι και αυτή η επιμήκυνση (αν επιτευχθεί) δεν πρόκειται να προσφέρει στην χώρα μας (δημόσιο και ιδιωτικό τομέα) περισσότερο χρόνο να πετύχει, αλλά περισσότερο σχοινί για να κρεμαστεί.
Στην περίπτωση εκείνης της επιμήκυνσης (του Μαρτίου 2011), το αποτέλεσμα ήταν ο εκτροχιασμός που ακολούθησε μερικούς μήνες μετά (τον Ιούλιο του 2011) με αποτέλεσμα την εκπαραθύρωση του κ. Γ. Παπακωνσταντίνου, την μετακόμιση του κ. Βενιζέλου στην Πλατεία Συντάγματος, και, τέλος, το δεύτερο Μνημόνιο, το θλιβερό PSI, και την κατάρρευση της τραπεζικής πίστης στην χώρα.
Στην περίπτωση μια νέας επιμήκυνσης προς το τέλος του 2012, ο νέος εκτροχιασμός του νέου «προγράμματος» το οποίο σίγουρα θα ακολουθήσει, πολύ πιθανόν να φέρει την εκπαραθύρωση όχι απλώς του υπουργού Oικονομικών αλλά και της Ελλάδας από την Ευρωζώνη (με ό,τι αυτό συνεπάγεται – δηλαδή, την διάλυση της ίδιας της Ευρωζώνης).
Πώς είμαι τόσο σίγουρος ότι μια επιμήκυνση δεν θα μας εξασφαλίσει περισσότερο χρόνο να πετύχουμε; Γιατί επιμένω ότι θα μας προσφέρει μακρύτερο σχοινί για να κρεμαστούμε; Οι λόγοι δύο:
Πρώτον, επειδή (όπως έγραφα και τον Μάρτιο του 2011 σχετικά με εκείνη την Παπανδρεϊκή επιμήκυνση) είναι κοινός τόπος μεταξύ επενδυτών, ότι το ελληνικό δημόσιο κάποια στιγμή θα αναγκαστεί να ξανα-κουρέψει τα δάνειά του – να βρεθεί σε κατάσταση default – καθώς μια οικονομία που συρρικνώνεται σε ρυθμό -7% με -10% θα πρέπει να πληρώνει... αρνητικά επιτόκια για να διατηρεί κάποια ελπίδα ότι θα δύναται να καταβάλει έγκαιρα τις δόσεις των δανείων του δημοσίου της.
Δεύτερον, επειδή η ουσιαστική κατάργηση της τραπεζικής πίστης (αλλά και των άτυπων κυκλωμάτων ιδιωτικής πίστης, π.χ. μεταχρονολογημένες επιταγές, ανοχή της μίας επιχείρησης από την άλλη), και η αντικατάστασή της από την απαίτηση πληρωμών τοις μετρητοίς, σηματοδοτεί ότι δεν βρισκόμαστε απλά σε κατάσταση βαθειάς ύφεσης αλλά σε συνθήκες οικονομικής καθίζησης όπου ακόμα και οι κερδοφόρες επιχειρήσεις ασφυκτιούν.
Υπό αυτές τις συνθήκες, και καθώς οι αγορές αναμένουν το σίγουρο default του ελληνικού δημοσίου (χωρίς όμως να ξέρουν το πότε ακριβώς θα επέλθει), καμία σοβαρή επένδυση δεν θα γίνει, όσες μεταρρυθμίσεις και να κάνει η κυβέρνηση (κάτι που δεν σημαίνει βέβαια ότι δεν πρέπει να γίνουν μεταρρυθμίσεις). Περισσότερος χρόνος, μια επιμήκυνση αυτής της κατάστασης, ισοδυναμεί με το μακρύτερο σχοινί στο οποίο αναφερόμουν.
Εν συντομία, στο σημείο που βρίσκεται η ελληνική οικονομία, μια επιμήκυνση είναι το χειρότερο που μπορεί να της συμβεί. Αν είναι να πτωχεύσει το δημόσιο σίγουρα για άλλη μια φορά (να κηρυχθεί σε κατάσταση default, όπως και τον Μάρτιο που πέρασε), καλύτερα σήμερα, παρά τον Νοέμβριο ή του χρόνου.
Οπότε, είτε η κυβέρνηση πρέπει να πείσει την Ευρώπη για κάτι εντελώς διαφορετικό από μία επιμήκυνση (κάτι που ακυρώνει, αντί να αναβάλει, την επόμενη πτώχευση) είτε να την προκαλέσει όσο γρηγορότερα γίνεται (αποκομίζοντας όσα οφέλη μπορεί από τον πανικό που κάτι τέτοιο θα προκαλέσει – π.χ. απειλώντας ότι θα απορρίψει την δόση του Αυγούστου την οποία, έτσι κι αλλιώς, θα πρέπει να επιστρέψει ολόκληρη στην ΕΚΤ).
Δυστυχώς, η σημερινή κυβέρνηση - όπως και οι κκ. Παπανδρέου-Παπακωνσταντίνου τον Μάρτιο του 2011- επιλέγουν τον στόχο μιας ακόμα δηλητηριώδους επιμήκυνσης, εκμεταλλευόμενοι, άλλη μια φορά, το δέλεαρ του κλασικού νεο-ελληνικού «ας εξασφαλίσουμε λίγο ακόμα χρόνο κι έχει ο θεός». Δυστυχώς ο «Θεός» δεν «έχει» άλλο. Στο τέλος της επόμενης επιμήκυνσης, αν την πάρουμε, βρίσκεται η δραχμή. Όποιος νιώθει (όπως κι εγώ) τρόμο με την ιδέα αυτή, πρέπει να απεγκλωβιστεί άμεσα από την καταστροφική λογική μιας ακόμα επιμήκυνσης.
Τα άσφαιρα μέσα για την επίτευξή του
Ας αφήσουμε τον στόχο (της επιμήκυνσης) και το κατά πόσο είναι ο σωστός ή όχι. Ας επικεντρωθούμε τώρα στα μέσα που επέλεξε η κυβέρνηση για να πετύχει τον στόχο της (ανεξάρτητα από το κατά πόσον συμφωνούμε ή όχι μαζί του). Τι μέσα επέλεξε; Την στρατηγική του «υποδειγματικού φυλακισμένου» ο οποίος κάνει ό,τι του πουν στην φυλακή μπας και η υπηρεσία πειστεί ότι αναμορφώθηκε και αποφασίσει την υπό περιορισμούς απόλυσή του μια ώρα αρχίτερα.
Αν βρισκόμουν ποτέ στην φυλακή, ομολογώ ότι κι εγώ αυτή την στρατηγική θα ακολουθούσα. Θα πάσχιζα να φαίνομαι «μεταμελημένος», «μεταμορφωμένος» και πρόθυμος να κάνω το οτιδήποτε αρκεί να βγω μια ώρα αρχίτερα. Το πρόβλημα όμως είναι ότι άλλο Κορυδαλλός κι άλλο κρεματόριο. Δυστυχώς, η δανειακή μας σύμβαση (γνωστή κι ως 2ο Μνημόνιο) μοιάζει με το δεύτερο: όσο πιο πρόθυμα αποδεχόμαστε τους «κανόνες» που μας επιβάλονται, τόσο πιο κοντά στην «τελική λύση» βρισκόμαστε.
Μην γελοιόμαστε φίλες και φίλοι: η Φρανκφούρτη και το Βερολίνο έχουν αποφασίσει ότι η Ελλάδα δεν έχει θέση στην Ευρωζώνη. Τελεία και παύλα. Περιμένουν την στιγμή που συμφέρει εκείνους να εκπαραθυρωθούμε (μετά default και άγριου κουρέματος των δανείων του δημοσίου στην ΕΚΤ και την ΕΕ – όχι και στο ΔΝΤ).
Η στιγμή αυτή δεν έχει έρθει. Όσο όμως εμείς ακολουθούμε την στρατηγική του «υποδειγματικού κρατούμενου» τόσο πιο σίγουρο είναι ότι θα έρθει. Και θα έρθει σε μια στιγμή που θα επιλεγεί με γνώμονα τα οφέλη των τραπεζών της Φραγκφούρτης. Μια χρονική στιγμή, όταν η ελληνική οικονομία θα είναι ακόμα πιο αδύναμη από ό,τι σήμερα και παντελώς ανίσχυρη να διαχειριστεί την εθνική καταστροφή που θα σηματοδοτήσει μια τέτοια εξέλιξη.
Μήπως έχω άδικο; Μήπως τελικά η κυβέρνηση έχει δίκιο όταν λέει ότι, εφόσον καταφέρουμε να δείξουμε καλά δείγματα γραφής ως προς την εφαρμογή του «προγράμματος», μπορεί να τους αλλάξουμε γνώμη και να υποχωρήσει η κάθετη άρνηση των πλεονασματικών χωρών να συμφωνήσουν σε νέους, βατούς για την χώρα μας, όρους; Μακάρι να ήταν έτσι τα πράγματα. Δεν είναι όμως. Ίσως να ήταν αν υπήρχε πιθανότητα να πετύχουμε, έστω και με απόκλιση 30%, τους όρους του 2ου Μνημονίου. Τέτοια όμως πιθανότητα δεν υπάρχει. Είναι σαν να ζητάς από μια στρουθοκάμηλο να προσπαθήσει να πετάξει. Απλά, δεν γίνεται.
Ας είμαι πιο ακριβής: Πάρτε τις ιδιωτικοποιήσεις. Γιατί δεν μπορούν να γίνουν; Και βέβαια μπορούν. Θεωρητικά, μπορούν να έχουν πουληθεί όλα τα φιλέτα (ΟΠΑΠ, ΕΥΔΑΠ, ΔΕΗ, Ελληνικό, ακίνητα) μέχρι την επόμενη εβδομάδα. Όμως, να σας θυμίσω, δεν είναι αυτή η δέσμευσή μας προς την τρόικα. Η δέσμευσή μας αφορά το ποσό το οποίο θα αποκομίσουμε από τις πωλήσεις αυτές καθώς η τρόικα, ανοήτως (και με χαρακτηριστικό κυνισμό), είχε προσμετρήσει στα ποσά που απαιτούνται για την «δημοσιονομική προσαρμογή» των δημοσιονομικών μας τα 50 δις (!) που θα... έφερναν οι ιδιωτικοποιήσεις.
Κάθε ευρώ λιγότερο (από αυτές τις πωλήσεις) θα πρέπει να αναπληρωθεί είτε από περισσότερα ευρωπαϊκά δάνεια (κάτι που η γερμανική Βουλή θα απορρίψει) είτε από περαιτέρω μειώσεις μισθών και συντάξεων (ή περισσότερους φόρους) που, φυσικά, θα εντείνουν κι άλλο την σκοτοδίνη της κοινωνικής μας οικονομίας εντείνοντας την Κρίση. Από αυτά τα 50 δις, δεδομένης της έλλειψης ζήτησης σε μια υπό κατάρρευση χώρα, αν η κυβέρνηση πιάσει τα 9 δις θα είναι τυχερή ανεξάρτητα από τον πόσο ζήλο δείξει.
Για να το πω απλά: οι στόχοι του 2ου Μνημονίου όσον αφορά τις ιδιωτικοποιήσεις είναι άπιαστοι. Το ίδιο (και χειρότερα) ισχύει όσον αφορά τα δημόσια έσοδα: όσο πιο πολύ σφίγγει το ζωνάρι το υπουργείο οικονομικών, τόσο μεγαλύτερες και διογκούμενες οι υστερήσεις των εσόδων και των αποκλίσεων από το «πρόγραμμα».
Θα μου πείτε: Αυτά δεν τα γνωρίζει η τρόικα; Μήπως αρκεί, για να αλλάξουν γνώμη και στάση απέναντι στην Ελλάδα, το να μας δουν «επιτέλους» να πουλάμε ή και να κλείνουμε κανέναν δημόσιο οργανισμό ως δείγμα ότι δεν τους αγνοούμε (κι ας αποκομίσουμε μόνο 20% σε σχέση με τις τιμές πώλησης που αναγράφει το 2ο Μνημόνιο); Θεωρώ πως η απάντηση είναι αναμφισβήτητα αρνητική.
Το κέντρο βάρους της Κρίσης έχει φύγει από την Ελλάδα κι βρίσκεται πλέον στον άξονα Μαδρίτης-Ρώμης. Παρά την ενδιαφέρουσα Σύνοδο Κορυφής του Ιουνίου, η κατάσταση σε Ισπανία-Ιταλία παραμένει εκρηκτική επειδή η Γερμανία αρνείται τα αυτονόητα. Σε αυτή την διελκυστίνδα Βορρά-Νότου, με την Γαλλία να χτυπά μια στο καρφί και μια στο πέταλο, η Ελλάδα δεν θα πάρει τίποτα το ουσιαστικό όσο «υποδειγματική» κι αν είναι ως φυλακισμένη. Εκτός αν αποβάλει την στρατηγική του «υποδειγματικού κρατούμενου» και το απαιτήσει απειλώντας ότι δεν θα δανειστεί στις 20 Αυγούστου μερικά δισεκατομμύρια για να τα δώσει αμέσως (όπως είχε συμφωνήσει ο κ. Βενιζέλος με την τρόικα) στην ΕΚΤ. Κι αν είναι να το απαιτήσει, πρέπει να το απαιτήσει τώρα – πριν η κατάρρευση της τραπεζικής πίστης κατακάψει ό,τι ζωντανά βλαστάρια έχουν απομείνει στην έρημο της οικονομίας μας. Αν δεν το κάνει, τότε (αντίθετα με την ρητορική της στάση) θα μείνει στην ιστορία ως η κυβέρνηση που μας επέστρεψε, ακουσίως, στην δραχμή.
Συμπέρασμα
Η κυβέρνηση πρέπει να αναθεωρήσει σήμερα τον στόχο της επιμήκυνσης. Δεν βοηθά - όσο μεγάλη και «γενναιόδωρη» κι αν είναι. Παράλληλα, πρέπει να αναθεωρήσει την επιλογή της στρατηγικής του «υποδειγματικού φυλακισμένου», κατανοώντας επιτέλους ότι δεν βρίσκεται στον Κορυδαλλό αλλά σε κρεματόριο όπου μετρά μέρες έως την «τελική λύση». Έχω ήδη περιγράψει τι σημαίνει μια ουσιαστική διαπραγμάτευση. Σε αυτά θα προσθέσω μόνον ένα:
Όλοι λένε (εντός και εκτός της Ελλάδας) ότι, αντίθετα με την Ισπανία και την Ιρλανδία (όπου οι τράπεζες οδήγησαν τα κράτη στην πτώχευση), οι ελληνικές τράπεζες «δεν φταίνε» για την Κρίση. Ότι οι ίδιες αποτελούν «παράπλευρα θύματα» της κρίσης χρέους του ελληνικού δημοσίου (το οποίο έφερε την ύφεση και το κούρεμα). Δεν συμφωνώ με αυτού του είδους την απόδοση ευθυνών (καθώς κρίνω ότι τόσο η παγκόσμια όσο και η ελληνική Κρίση δημιουργήθηκε από μια ανίερη συμμαχία κρατών και τραπεζών). Δεν έχει όμως σημασία. Ας χρησιμοποιήσει αυτό το επιχείρημα η ελληνική κυβέρνηση λέγοντας περίπου τα εξής στους ευρωπαίους:
«Έστω ότι το ελληνικό δημόσιο πρέπει να τιμωρηθεί και να μπει στον προκρούστη του Μνημονίου. Οι ελληνικές τράπεζες όμως οι οποίες, σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές, ήταν παράδειγμα προς μίμηση, γιατί να τιμωρηθούν με πλήρη κατάρρευση, δεδομένου ότι η συνεχιζόμενη διασύνδεσή τους με το πτωχευμένο ελληνικό δημόσιο τις καθηλώνει στον βούρκο της πτώχευσης; Γιατί να μην διαχωριστεί, όπως αποφασίστηκε για τις αμαρτωλές ισπανικές τράπεζες, η επανακεφαλαιοποίησή τους από το δημόσιο χρέος;»
Ένα τέτοιο επιχείρημα-ερώτημα θα αφήσει τους εταίρους μας σιωπηλούς, καθώς δεν έχουν να αντιτάξουν αντεπιχείρημα. Αποτελεί μια θαυμάσια βάση για αρχή ουσιαστικής επαναδιαπραγμάτευσης εφόσον βέβαια είμαστε διατεθειμένοι να δώσουμε ως «κίνητρο» στην Γερμανία την υπόσχεσή μας ότι, αν δεν γίνει τουλάχιστον αυτό (δηλαδή τα 30 με 50 δις της επανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών), τότε η ελληνική κυβέρνηση, αναλογιζόμενη τις ηθικές και πολιτικές ευθύνες της απέναντι στους γερμανούς και ολλανδούς φορολογούμενους, δεν θα δανειστεί στις 20 Αυγούστου τεράστια δανεικά (και, λόγω ύφεσης, αγύριστα) από το (χρηματοδοτούμενο από τους φορολογούμενους της Γερμανίας και της Ολλάνδίας) EFSF για να τα δώσει στην ΕΚΤ.
protagon.gr
του Γιάνη Βαρουφάκη
Σχόλια
So far behind , I'm in front of me!!!
Την τελευταία εβδομάδα απείχα από τον σχολιασμό της οικονομικής πολιτικής της νέας μας κυβέρνησης, επειδή ήθελα να αφουγκραστώ το σκεπτικό και τις στρατηγικές της επιλογές. Μετά και το Eurogroup, είναι πλέον ξεκάθαρο ότι η συγκυβέρνηση των τριών κομμάτων έχει επιλέξει λανθασμένο στόχο, τον οποίο θα προσπαθήσει να επιτύχει με αναποτελεσματικά μέσα.
Ο λάθος στόχος της επιμήκυνσης
Ο δεδηλωμένος πλέον στόχος του Υπουργείου Οικονομικών είναι η επίτευξη συμφωνίας επιμήκυνσης του «προγράμματος», κάτι που μεταφράζεται σε πιο αργές αποπληρωμές των δανείων (χωρίς μείωση επιτοκίου – καθώς επιμήκυνση με μείωση επιτοκίου παραπέμπει σε αναδιάρθωση, όπως θα θυμάστε) και μικρότερο ρυθμό μείωσης των δημοσίων δαπανών και αύξησης των δημοσίων εσόδων.
Αυτή η επιμήκυνση παρουσιάζεται (ξανά) στο ελληνικό κοινό ως εξασφάλιση περισσότερου χρόνου για να πετύχει το «πρόγραμμα». Δυστυχώς, όπως και η επιμήκυνση που πέτυχε (σε σχέση με το πρώτο Μνημόνιο) ο κ. Γ. Παπανδρέου τον Μάρτιο του 2011, έτσι και αυτή η επιμήκυνση (αν επιτευχθεί) δεν πρόκειται να προσφέρει στην χώρα μας (δημόσιο και ιδιωτικό τομέα) περισσότερο χρόνο να πετύχει, αλλά περισσότερο σχοινί για να κρεμαστεί.
Στην περίπτωση εκείνης της επιμήκυνσης (του Μαρτίου 2011), το αποτέλεσμα ήταν ο εκτροχιασμός που ακολούθησε μερικούς μήνες μετά (τον Ιούλιο του 2011) με αποτέλεσμα την εκπαραθύρωση του κ. Γ. Παπακωνσταντίνου, την μετακόμιση του κ. Βενιζέλου στην Πλατεία Συντάγματος, και, τέλος, το δεύτερο Μνημόνιο, το θλιβερό PSI, και την κατάρρευση της τραπεζικής πίστης στην χώρα.
Στην περίπτωση μια νέας επιμήκυνσης προς το τέλος του 2012, ο νέος εκτροχιασμός του νέου «προγράμματος» το οποίο σίγουρα θα ακολουθήσει, πολύ πιθανόν να φέρει την εκπαραθύρωση όχι απλώς του υπουργού Oικονομικών αλλά και της Ελλάδας από την Ευρωζώνη (με ό,τι αυτό συνεπάγεται – δηλαδή, την διάλυση της ίδιας της Ευρωζώνης).
Πώς είμαι τόσο σίγουρος ότι μια επιμήκυνση δεν θα μας εξασφαλίσει περισσότερο χρόνο να πετύχουμε; Γιατί επιμένω ότι θα μας προσφέρει μακρύτερο σχοινί για να κρεμαστούμε; Οι λόγοι δύο:
Πρώτον, επειδή (όπως έγραφα και τον Μάρτιο του 2011 σχετικά με εκείνη την Παπανδρεϊκή επιμήκυνση) είναι κοινός τόπος μεταξύ επενδυτών, ότι το ελληνικό δημόσιο κάποια στιγμή θα αναγκαστεί να ξανα-κουρέψει τα δάνειά του – να βρεθεί σε κατάσταση default – καθώς μια οικονομία που συρρικνώνεται σε ρυθμό -7% με -10% θα πρέπει να πληρώνει... αρνητικά επιτόκια για να διατηρεί κάποια ελπίδα ότι θα δύναται να καταβάλει έγκαιρα τις δόσεις των δανείων του δημοσίου της.
Δεύτερον, επειδή η ουσιαστική κατάργηση της τραπεζικής πίστης (αλλά και των άτυπων κυκλωμάτων ιδιωτικής πίστης, π.χ. μεταχρονολογημένες επιταγές, ανοχή της μίας επιχείρησης από την άλλη), και η αντικατάστασή της από την απαίτηση πληρωμών τοις μετρητοίς, σηματοδοτεί ότι δεν βρισκόμαστε απλά σε κατάσταση βαθειάς ύφεσης αλλά σε συνθήκες οικονομικής καθίζησης όπου ακόμα και οι κερδοφόρες επιχειρήσεις ασφυκτιούν.
Υπό αυτές τις συνθήκες, και καθώς οι αγορές αναμένουν το σίγουρο default του ελληνικού δημοσίου (χωρίς όμως να ξέρουν το πότε ακριβώς θα επέλθει), καμία σοβαρή επένδυση δεν θα γίνει, όσες μεταρρυθμίσεις και να κάνει η κυβέρνηση (κάτι που δεν σημαίνει βέβαια ότι δεν πρέπει να γίνουν μεταρρυθμίσεις). Περισσότερος χρόνος, μια επιμήκυνση αυτής της κατάστασης, ισοδυναμεί με το μακρύτερο σχοινί στο οποίο αναφερόμουν.
Εν συντομία, στο σημείο που βρίσκεται η ελληνική οικονομία, μια επιμήκυνση είναι το χειρότερο που μπορεί να της συμβεί. Αν είναι να πτωχεύσει το δημόσιο σίγουρα για άλλη μια φορά (να κηρυχθεί σε κατάσταση default, όπως και τον Μάρτιο που πέρασε), καλύτερα σήμερα, παρά τον Νοέμβριο ή του χρόνου.
Οπότε, είτε η κυβέρνηση πρέπει να πείσει την Ευρώπη για κάτι εντελώς διαφορετικό από μία επιμήκυνση (κάτι που ακυρώνει, αντί να αναβάλει, την επόμενη πτώχευση) είτε να την προκαλέσει όσο γρηγορότερα γίνεται (αποκομίζοντας όσα οφέλη μπορεί από τον πανικό που κάτι τέτοιο θα προκαλέσει – π.χ. απειλώντας ότι θα απορρίψει την δόση του Αυγούστου την οποία, έτσι κι αλλιώς, θα πρέπει να επιστρέψει ολόκληρη στην ΕΚΤ).
Δυστυχώς, η σημερινή κυβέρνηση - όπως και οι κκ. Παπανδρέου-Παπακωνσταντίνου τον Μάρτιο του 2011- επιλέγουν τον στόχο μιας ακόμα δηλητηριώδους επιμήκυνσης, εκμεταλλευόμενοι, άλλη μια φορά, το δέλεαρ του κλασικού νεο-ελληνικού «ας εξασφαλίσουμε λίγο ακόμα χρόνο κι έχει ο θεός». Δυστυχώς ο «Θεός» δεν «έχει» άλλο. Στο τέλος της επόμενης επιμήκυνσης, αν την πάρουμε, βρίσκεται η δραχμή. Όποιος νιώθει (όπως κι εγώ) τρόμο με την ιδέα αυτή, πρέπει να απεγκλωβιστεί άμεσα από την καταστροφική λογική μιας ακόμα επιμήκυνσης.
Τα άσφαιρα μέσα για την επίτευξή του
Ας αφήσουμε τον στόχο (της επιμήκυνσης) και το κατά πόσο είναι ο σωστός ή όχι. Ας επικεντρωθούμε τώρα στα μέσα που επέλεξε η κυβέρνηση για να πετύχει τον στόχο της (ανεξάρτητα από το κατά πόσον συμφωνούμε ή όχι μαζί του). Τι μέσα επέλεξε; Την στρατηγική του «υποδειγματικού φυλακισμένου» ο οποίος κάνει ό,τι του πουν στην φυλακή μπας και η υπηρεσία πειστεί ότι αναμορφώθηκε και αποφασίσει την υπό περιορισμούς απόλυσή του μια ώρα αρχίτερα.
Αν βρισκόμουν ποτέ στην φυλακή, ομολογώ ότι κι εγώ αυτή την στρατηγική θα ακολουθούσα. Θα πάσχιζα να φαίνομαι «μεταμελημένος», «μεταμορφωμένος» και πρόθυμος να κάνω το οτιδήποτε αρκεί να βγω μια ώρα αρχίτερα. Το πρόβλημα όμως είναι ότι άλλο Κορυδαλλός κι άλλο κρεματόριο. Δυστυχώς, η δανειακή μας σύμβαση (γνωστή κι ως 2ο Μνημόνιο) μοιάζει με το δεύτερο: όσο πιο πρόθυμα αποδεχόμαστε τους «κανόνες» που μας επιβάλονται, τόσο πιο κοντά στην «τελική λύση» βρισκόμαστε.
Μην γελοιόμαστε φίλες και φίλοι: η Φρανκφούρτη και το Βερολίνο έχουν αποφασίσει ότι η Ελλάδα δεν έχει θέση στην Ευρωζώνη. Τελεία και παύλα. Περιμένουν την στιγμή που συμφέρει εκείνους να εκπαραθυρωθούμε (μετά default και άγριου κουρέματος των δανείων του δημοσίου στην ΕΚΤ και την ΕΕ – όχι και στο ΔΝΤ).
Η στιγμή αυτή δεν έχει έρθει. Όσο όμως εμείς ακολουθούμε την στρατηγική του «υποδειγματικού κρατούμενου» τόσο πιο σίγουρο είναι ότι θα έρθει. Και θα έρθει σε μια στιγμή που θα επιλεγεί με γνώμονα τα οφέλη των τραπεζών της Φραγκφούρτης. Μια χρονική στιγμή, όταν η ελληνική οικονομία θα είναι ακόμα πιο αδύναμη από ό,τι σήμερα και παντελώς ανίσχυρη να διαχειριστεί την εθνική καταστροφή που θα σηματοδοτήσει μια τέτοια εξέλιξη.
Μήπως έχω άδικο; Μήπως τελικά η κυβέρνηση έχει δίκιο όταν λέει ότι, εφόσον καταφέρουμε να δείξουμε καλά δείγματα γραφής ως προς την εφαρμογή του «προγράμματος», μπορεί να τους αλλάξουμε γνώμη και να υποχωρήσει η κάθετη άρνηση των πλεονασματικών χωρών να συμφωνήσουν σε νέους, βατούς για την χώρα μας, όρους; Μακάρι να ήταν έτσι τα πράγματα. Δεν είναι όμως. Ίσως να ήταν αν υπήρχε πιθανότητα να πετύχουμε, έστω και με απόκλιση 30%, τους όρους του 2ου Μνημονίου. Τέτοια όμως πιθανότητα δεν υπάρχει. Είναι σαν να ζητάς από μια στρουθοκάμηλο να προσπαθήσει να πετάξει. Απλά, δεν γίνεται.
Ας είμαι πιο ακριβής: Πάρτε τις ιδιωτικοποιήσεις. Γιατί δεν μπορούν να γίνουν; Και βέβαια μπορούν. Θεωρητικά, μπορούν να έχουν πουληθεί όλα τα φιλέτα (ΟΠΑΠ, ΕΥΔΑΠ, ΔΕΗ, Ελληνικό, ακίνητα) μέχρι την επόμενη εβδομάδα. Όμως, να σας θυμίσω, δεν είναι αυτή η δέσμευσή μας προς την τρόικα. Η δέσμευσή μας αφορά το ποσό το οποίο θα αποκομίσουμε από τις πωλήσεις αυτές καθώς η τρόικα, ανοήτως (και με χαρακτηριστικό κυνισμό), είχε προσμετρήσει στα ποσά που απαιτούνται για την «δημοσιονομική προσαρμογή» των δημοσιονομικών μας τα 50 δις (!) που θα... έφερναν οι ιδιωτικοποιήσεις.
Κάθε ευρώ λιγότερο (από αυτές τις πωλήσεις) θα πρέπει να αναπληρωθεί είτε από περισσότερα ευρωπαϊκά δάνεια (κάτι που η γερμανική Βουλή θα απορρίψει) είτε από περαιτέρω μειώσεις μισθών και συντάξεων (ή περισσότερους φόρους) που, φυσικά, θα εντείνουν κι άλλο την σκοτοδίνη της κοινωνικής μας οικονομίας εντείνοντας την Κρίση. Από αυτά τα 50 δις, δεδομένης της έλλειψης ζήτησης σε μια υπό κατάρρευση χώρα, αν η κυβέρνηση πιάσει τα 9 δις θα είναι τυχερή ανεξάρτητα από τον πόσο ζήλο δείξει.
Για να το πω απλά: οι στόχοι του 2ου Μνημονίου όσον αφορά τις ιδιωτικοποιήσεις είναι άπιαστοι. Το ίδιο (και χειρότερα) ισχύει όσον αφορά τα δημόσια έσοδα: όσο πιο πολύ σφίγγει το ζωνάρι το υπουργείο οικονομικών, τόσο μεγαλύτερες και διογκούμενες οι υστερήσεις των εσόδων και των αποκλίσεων από το «πρόγραμμα».
Θα μου πείτε: Αυτά δεν τα γνωρίζει η τρόικα; Μήπως αρκεί, για να αλλάξουν γνώμη και στάση απέναντι στην Ελλάδα, το να μας δουν «επιτέλους» να πουλάμε ή και να κλείνουμε κανέναν δημόσιο οργανισμό ως δείγμα ότι δεν τους αγνοούμε (κι ας αποκομίσουμε μόνο 20% σε σχέση με τις τιμές πώλησης που αναγράφει το 2ο Μνημόνιο); Θεωρώ πως η απάντηση είναι αναμφισβήτητα αρνητική.
Το κέντρο βάρους της Κρίσης έχει φύγει από την Ελλάδα κι βρίσκεται πλέον στον άξονα Μαδρίτης-Ρώμης. Παρά την ενδιαφέρουσα Σύνοδο Κορυφής του Ιουνίου, η κατάσταση σε Ισπανία-Ιταλία παραμένει εκρηκτική επειδή η Γερμανία αρνείται τα αυτονόητα. Σε αυτή την διελκυστίνδα Βορρά-Νότου, με την Γαλλία να χτυπά μια στο καρφί και μια στο πέταλο, η Ελλάδα δεν θα πάρει τίποτα το ουσιαστικό όσο «υποδειγματική» κι αν είναι ως φυλακισμένη. Εκτός αν αποβάλει την στρατηγική του «υποδειγματικού κρατούμενου» και το απαιτήσει απειλώντας ότι δεν θα δανειστεί στις 20 Αυγούστου μερικά δισεκατομμύρια για να τα δώσει αμέσως (όπως είχε συμφωνήσει ο κ. Βενιζέλος με την τρόικα) στην ΕΚΤ. Κι αν είναι να το απαιτήσει, πρέπει να το απαιτήσει τώρα – πριν η κατάρρευση της τραπεζικής πίστης κατακάψει ό,τι ζωντανά βλαστάρια έχουν απομείνει στην έρημο της οικονομίας μας. Αν δεν το κάνει, τότε (αντίθετα με την ρητορική της στάση) θα μείνει στην ιστορία ως η κυβέρνηση που μας επέστρεψε, ακουσίως, στην δραχμή.
Συμπέρασμα
Η κυβέρνηση πρέπει να αναθεωρήσει σήμερα τον στόχο της επιμήκυνσης. Δεν βοηθά - όσο μεγάλη και «γενναιόδωρη» κι αν είναι. Παράλληλα, πρέπει να αναθεωρήσει την επιλογή της στρατηγικής του «υποδειγματικού φυλακισμένου», κατανοώντας επιτέλους ότι δεν βρίσκεται στον Κορυδαλλό αλλά σε κρεματόριο όπου μετρά μέρες έως την «τελική λύση». Έχω ήδη περιγράψει τι σημαίνει μια ουσιαστική διαπραγμάτευση. Σε αυτά θα προσθέσω μόνον ένα:
Όλοι λένε (εντός και εκτός της Ελλάδας) ότι, αντίθετα με την Ισπανία και την Ιρλανδία (όπου οι τράπεζες οδήγησαν τα κράτη στην πτώχευση), οι ελληνικές τράπεζες «δεν φταίνε» για την Κρίση. Ότι οι ίδιες αποτελούν «παράπλευρα θύματα» της κρίσης χρέους του ελληνικού δημοσίου (το οποίο έφερε την ύφεση και το κούρεμα). Δεν συμφωνώ με αυτού του είδους την απόδοση ευθυνών (καθώς κρίνω ότι τόσο η παγκόσμια όσο και η ελληνική Κρίση δημιουργήθηκε από μια ανίερη συμμαχία κρατών και τραπεζών). Δεν έχει όμως σημασία. Ας χρησιμοποιήσει αυτό το επιχείρημα η ελληνική κυβέρνηση λέγοντας περίπου τα εξής στους ευρωπαίους:
«Έστω ότι το ελληνικό δημόσιο πρέπει να τιμωρηθεί και να μπει στον προκρούστη του Μνημονίου. Οι ελληνικές τράπεζες όμως οι οποίες, σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές, ήταν παράδειγμα προς μίμηση, γιατί να τιμωρηθούν με πλήρη κατάρρευση, δεδομένου ότι η συνεχιζόμενη διασύνδεσή τους με το πτωχευμένο ελληνικό δημόσιο τις καθηλώνει στον βούρκο της πτώχευσης; Γιατί να μην διαχωριστεί, όπως αποφασίστηκε για τις αμαρτωλές ισπανικές τράπεζες, η επανακεφαλαιοποίησή τους από το δημόσιο χρέος;»
Ένα τέτοιο επιχείρημα-ερώτημα θα αφήσει τους εταίρους μας σιωπηλούς, καθώς δεν έχουν να αντιτάξουν αντεπιχείρημα. Αποτελεί μια θαυμάσια βάση για αρχή ουσιαστικής επαναδιαπραγμάτευσης εφόσον βέβαια είμαστε διατεθειμένοι να δώσουμε ως «κίνητρο» στην Γερμανία την υπόσχεσή μας ότι, αν δεν γίνει τουλάχιστον αυτό (δηλαδή τα 30 με 50 δις της επανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών), τότε η ελληνική κυβέρνηση, αναλογιζόμενη τις ηθικές και πολιτικές ευθύνες της απέναντι στους γερμανούς και ολλανδούς φορολογούμενους, δεν θα δανειστεί στις 20 Αυγούστου τεράστια δανεικά (και, λόγω ύφεσης, αγύριστα) από το (χρηματοδοτούμενο από τους φορολογούμενους της Γερμανίας και της Ολλάνδίας) EFSF για να τα δώσει στην ΕΚΤ.
protagon.gr
Απ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΡΟΥΦΑΚΗΣ
Τα τρία τρωτά της Dept Free Greece,
του Γιάννη Βαρουφάκη
www.lifo.gr
Επίδοξοι εθνικοί ευεργέτες μαζεύουν χρήματα ώστε να εξαγοραστεί το δημόσιο χρέος. Η πρόθεση λαμπρή. Όμως η μέθοδος είναι καταδικασμένη.
ΌΤΑΝ Ο ΔΡ ΦΑΟΥΣΤ έπεσε πάνω στον Μεφιστοφελή, σκέφτηκε ότι είχε έρθει το τέλος – η στιγμή παράδοσης της ψυχής του, σύμφωνα με το «χρεολύσιο» που είχε προσυπογράψει χρόνια πριν. «Είμαι στην Κόλαση;» αναρωτήθηκε. Τότε ο Μεφιστοφελής του απάντησε ότι δεν χρειάζεται να «πάει» στην Κόλαση, καθώς η Κόλαση είναι όπου βρίσκεται εκείνος. Κάπως έτσι είναι και με το χρέος. Όταν είσαι βουτηγμένος σε αυτό, σε ακολουθεί όπου κι αν είσαι, όπου κι αν πας.
Τα τελευταία δύο χρόνια το κοινό μας χρέος, το ελληνικό δημόσιο χρέος για να είμαι ακριβής, βρίσκεται παντού. Στο μυαλό μας, στις κουβέντες μας, στην ψυχή μας την ίδια, την οποία βαραίνει συνεχώς καθώς απειλεί το παρόν και το μέλλον της χώρας αυτής. Ακόμα κι όταν ταξιδεύουμε εκτός Ελλάδας, το «εθνικό χρέος» μας ακολουθεί ως μια αόρατη απειλή στα πέρατα της Γης. Συναντάμε ξένους και συμπατριώτες στην Κένυα ή την Αλάσκα και καταλήγουμε να μιλάμε για την κρίση χρέους της μικρής μας πατρίδας.
Όταν, λοιπόν, διαβάζουμε για τη μη κυβερνητική οργάνωση που ξεκίνησε μια παρέα υπό τον Πέτρο Νομικό με τίτλο Debt Free Greece, δεν μπορούμε παρά να νιώσουμε μια αίσθηση ελπίδας. Η ιδέα της DFG είναι απλή: το δημόσιο χρέος της χώρας έχει απαξιωθεί.
Τα ομόλογα αγοράζονται και πουλιούνται σε εξευτελιστικές τιμές (καθώς οι δανειστές μας δεν πολυπιστεύουν ότι θα πάρουν τα χρήματά τους πίσω κι έτσι ξεπουλάνε τα ελληνικά ομόλογα όσο-όσο). Αν όλοι μαζί, φιλέλληνες, Έλληνες, πατριώτες και επιχειρήσεις (που θέλουν να προβληθούν μέσα από «καλές πράξεις») συμβληθούμε ώστε να συγκεντρώσουμε ένα σοβαρό ποσό, μπορούμε να αγοράσουμε στις χρηματαγορές έναν πολύ μεγάλο αριθμό των ομολόγων που κυκλοφορούν σε εξευτελιστικές τιμές. Και όταν τα συγκεντρώσουμε στο portfolio της DFG, τότε απλώς τα… σκίζουμε (καταργώντας έτσι το ελληνικό δημόσιο χρέος).
Η ιδέα ακούγεται εξαιρετική. Φέρνει στον νου τις παλιές καλές εποχές των εθνικών ευεργετών. Μοιάζει με κάτι που θα έκανε ένας σύγχρονος Ζάππας ή Αβέρωφ. Δεν διαφωνώ. Πιστεύω, όμως, ότι το εγχείρημα είναι καταδικασμένο στην αποτυχία, ακόμα κι αν ευαισθητοποιηθούν εκατομμύρια Έλληνες και φιλέλληνες. Τρεις είναι οι λόγοι:
ΠΡΩΤΟΝ, τα δύο χρόνια που πέρασαν η μεγαλύτερη «επιτυχία» των Μνημονίων ήταν ότι μετέτρεψαν τα χρέη του ελληνικού Δημοσίου από χρέη σε ιδιώτες σε χρέη προς την Τρόικα. Με το Μνημόνιο 2 και μετά το PSI η πλειονότητα των χρημάτων που χρωστά το Δημόσιο οφείλεται στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, σε άλλες χώρες της Ε.Ε. και στο ΔΝΤ. Αυτά τα χρέη δεν έχουν πλέον τη μορφή ομολόγων τα οποία μπορείς να αγοράσεις σε εξευτελιστικές τιμές και να τα σκίσεις. Άρα, η υπόσχεση που δίνει η DFG στην ιστοσελίδα της ότι για κάθε ένα ευρώ που δωρίζουμε διαγράφονται 8 ευρώ χρέους δεν στέκει.
ΔΕΥΤΕΡΟΝ, έστω ότι δεν ίσχυε το παραπάνω κι ότι μαζεύαμε τα 45 δισ. ευρώ που θα χρειάζονταν (σύμφωνα με τους υπολογισμούς της DFG), ώστε να διαγραφεί το δυσθεώρητο ελληνικό δημόσιο χρέος (κάτι που, μην ξεχνάμε, θα σήμαινε δωρεές 4.500 ευρώ για κάθε άνδρα, γυναίκα και παιδί στην Ελλάδα, ακόμα κι αν το χρέος εξαγοραζόταν στο 20% της αξίας του). Με το που θα προσπαθούσε να αγοράσει η DFG τα ομόλογα αυτά (για να τα σκίσει), αμέσως οι τιμές των ομολόγων θα ανέβαιναν τόσο που τα 45 δισ. δεν θα έφταναν για να διαγράψουν παρά μόνο ένα μικρό ποσοστό του χρέους. (Η DFG ισχυρίζεται ότι αυτό το πρόβλημα δεν θα προκύψει, αν αγοράσει όλα τα ομόλογα μαζί, αφού συγκεντρώσει το ποσό αυτό. Δεν πείθομαι. Μια «συγκομιδή» τόσων δισεκατομμυρίων δεν κρατιέται μυστική για πολύ. Με το που θα το πάρουν χαμπάρι οι αγορές, οι τιμές των ομολόγων θα πολλαπλασιαστούν, ακυρώνοντας τα σχέδια της DFG.)
ΤΡΙΤΟΝ , η όλη ιδέα βασίζεται σε μία πλάνη: ότι η κρίση στην Ελλάδα είναι κρίση χρέους. Δεν είναι! Το χρέος είναι το σύμπτωμα, όχι η αιτία. Όταν ακούω να μιλούν για κρίση χρέους θυμώνω, επειδή αυτές οι αναφορές σηματοδοτούν το γεγονός ότι ακόμα δεν έχουμε συλλάβει τι έχει γίνει. Είναι σαν να ακούς γιατρό να βγάζει διάγνωση για καρκινοπαθή ότι πάσχει από κρίση πόνου. Το ότι πονάει αφάνταστα ο ασθενής και ο πόνος του (όπως το χρέος μας) είναι μια αναμφισβήτητη πραγματικότητα δεν σημαίνει ότι ο γιατρός δεν είναι τσαρλατάνος.
Γενικότερα, είναι βασικό λάθος να σκεφτόμαστε για το δημόσιο χρέος όπως σκεφτόμαστε για το χρέος ενός φίλου μας που έχει βουλιάξει στα δάνεια. Το κράτος μας δεν έχει ανάγκη να αποπληρώσει το υπάρχον χρέος. Αυτό που έχει τραγική και άμεση ανάγκη είναι να αρχίσει η ελληνική οικονομία να παράγει ώστε από το νέο εισόδημα να μπορεί να εξυπηρετεί τα συσσωρευμένα χρέη. Συνεπώς, οι εφοπλιστές και όσοι άλλοι θέλουν, προς τιμήν τους, να αναδειχτούν στους νέους εθνικούς ευεργέτες, το καλύτερο που έχουν να κάνουν είναι… επενδύσεις σε αυτήν τη ρημάδα τη χώρα. Ας χρησιμοποιήσουν τα κονδύλια που μαζεύει η DFG γι’ αυτόν το σκοπό.
www.lifo.gr
του Γιάννη Βαρουφάκη
www.lifo.gr
Επίδοξοι εθνικοί ευεργέτες μαζεύουν χρήματα ώστε να εξαγοραστεί το δημόσιο χρέος. Η πρόθεση λαμπρή. Όμως η μέθοδος είναι καταδικασμένη.
ΌΤΑΝ Ο ΔΡ ΦΑΟΥΣΤ έπεσε πάνω στον Μεφιστοφελή, σκέφτηκε ότι είχε έρθει το τέλος – η στιγμή παράδοσης της ψυχής του, σύμφωνα με το «χρεολύσιο» που είχε προσυπογράψει χρόνια πριν. «Είμαι στην Κόλαση;» αναρωτήθηκε. Τότε ο Μεφιστοφελής του απάντησε ότι δεν χρειάζεται να «πάει» στην Κόλαση, καθώς η Κόλαση είναι όπου βρίσκεται εκείνος. Κάπως έτσι είναι και με το χρέος. Όταν είσαι βουτηγμένος σε αυτό, σε ακολουθεί όπου κι αν είσαι, όπου κι αν πας.
Τα τελευταία δύο χρόνια το κοινό μας χρέος, το ελληνικό δημόσιο χρέος για να είμαι ακριβής, βρίσκεται παντού. Στο μυαλό μας, στις κουβέντες μας, στην ψυχή μας την ίδια, την οποία βαραίνει συνεχώς καθώς απειλεί το παρόν και το μέλλον της χώρας αυτής. Ακόμα κι όταν ταξιδεύουμε εκτός Ελλάδας, το «εθνικό χρέος» μας ακολουθεί ως μια αόρατη απειλή στα πέρατα της Γης. Συναντάμε ξένους και συμπατριώτες στην Κένυα ή την Αλάσκα και καταλήγουμε να μιλάμε για την κρίση χρέους της μικρής μας πατρίδας.
Όταν, λοιπόν, διαβάζουμε για τη μη κυβερνητική οργάνωση που ξεκίνησε μια παρέα υπό τον Πέτρο Νομικό με τίτλο Debt Free Greece, δεν μπορούμε παρά να νιώσουμε μια αίσθηση ελπίδας. Η ιδέα της DFG είναι απλή: το δημόσιο χρέος της χώρας έχει απαξιωθεί.
Τα ομόλογα αγοράζονται και πουλιούνται σε εξευτελιστικές τιμές (καθώς οι δανειστές μας δεν πολυπιστεύουν ότι θα πάρουν τα χρήματά τους πίσω κι έτσι ξεπουλάνε τα ελληνικά ομόλογα όσο-όσο). Αν όλοι μαζί, φιλέλληνες, Έλληνες, πατριώτες και επιχειρήσεις (που θέλουν να προβληθούν μέσα από «καλές πράξεις») συμβληθούμε ώστε να συγκεντρώσουμε ένα σοβαρό ποσό, μπορούμε να αγοράσουμε στις χρηματαγορές έναν πολύ μεγάλο αριθμό των ομολόγων που κυκλοφορούν σε εξευτελιστικές τιμές. Και όταν τα συγκεντρώσουμε στο portfolio της DFG, τότε απλώς τα… σκίζουμε (καταργώντας έτσι το ελληνικό δημόσιο χρέος).
Η ιδέα ακούγεται εξαιρετική. Φέρνει στον νου τις παλιές καλές εποχές των εθνικών ευεργετών. Μοιάζει με κάτι που θα έκανε ένας σύγχρονος Ζάππας ή Αβέρωφ. Δεν διαφωνώ. Πιστεύω, όμως, ότι το εγχείρημα είναι καταδικασμένο στην αποτυχία, ακόμα κι αν ευαισθητοποιηθούν εκατομμύρια Έλληνες και φιλέλληνες. Τρεις είναι οι λόγοι:
ΠΡΩΤΟΝ, τα δύο χρόνια που πέρασαν η μεγαλύτερη «επιτυχία» των Μνημονίων ήταν ότι μετέτρεψαν τα χρέη του ελληνικού Δημοσίου από χρέη σε ιδιώτες σε χρέη προς την Τρόικα. Με το Μνημόνιο 2 και μετά το PSI η πλειονότητα των χρημάτων που χρωστά το Δημόσιο οφείλεται στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, σε άλλες χώρες της Ε.Ε. και στο ΔΝΤ. Αυτά τα χρέη δεν έχουν πλέον τη μορφή ομολόγων τα οποία μπορείς να αγοράσεις σε εξευτελιστικές τιμές και να τα σκίσεις. Άρα, η υπόσχεση που δίνει η DFG στην ιστοσελίδα της ότι για κάθε ένα ευρώ που δωρίζουμε διαγράφονται 8 ευρώ χρέους δεν στέκει.
ΔΕΥΤΕΡΟΝ, έστω ότι δεν ίσχυε το παραπάνω κι ότι μαζεύαμε τα 45 δισ. ευρώ που θα χρειάζονταν (σύμφωνα με τους υπολογισμούς της DFG), ώστε να διαγραφεί το δυσθεώρητο ελληνικό δημόσιο χρέος (κάτι που, μην ξεχνάμε, θα σήμαινε δωρεές 4.500 ευρώ για κάθε άνδρα, γυναίκα και παιδί στην Ελλάδα, ακόμα κι αν το χρέος εξαγοραζόταν στο 20% της αξίας του). Με το που θα προσπαθούσε να αγοράσει η DFG τα ομόλογα αυτά (για να τα σκίσει), αμέσως οι τιμές των ομολόγων θα ανέβαιναν τόσο που τα 45 δισ. δεν θα έφταναν για να διαγράψουν παρά μόνο ένα μικρό ποσοστό του χρέους. (Η DFG ισχυρίζεται ότι αυτό το πρόβλημα δεν θα προκύψει, αν αγοράσει όλα τα ομόλογα μαζί, αφού συγκεντρώσει το ποσό αυτό. Δεν πείθομαι. Μια «συγκομιδή» τόσων δισεκατομμυρίων δεν κρατιέται μυστική για πολύ. Με το που θα το πάρουν χαμπάρι οι αγορές, οι τιμές των ομολόγων θα πολλαπλασιαστούν, ακυρώνοντας τα σχέδια της DFG.)
ΤΡΙΤΟΝ , η όλη ιδέα βασίζεται σε μία πλάνη: ότι η κρίση στην Ελλάδα είναι κρίση χρέους. Δεν είναι! Το χρέος είναι το σύμπτωμα, όχι η αιτία. Όταν ακούω να μιλούν για κρίση χρέους θυμώνω, επειδή αυτές οι αναφορές σηματοδοτούν το γεγονός ότι ακόμα δεν έχουμε συλλάβει τι έχει γίνει. Είναι σαν να ακούς γιατρό να βγάζει διάγνωση για καρκινοπαθή ότι πάσχει από κρίση πόνου. Το ότι πονάει αφάνταστα ο ασθενής και ο πόνος του (όπως το χρέος μας) είναι μια αναμφισβήτητη πραγματικότητα δεν σημαίνει ότι ο γιατρός δεν είναι τσαρλατάνος.
Γενικότερα, είναι βασικό λάθος να σκεφτόμαστε για το δημόσιο χρέος όπως σκεφτόμαστε για το χρέος ενός φίλου μας που έχει βουλιάξει στα δάνεια. Το κράτος μας δεν έχει ανάγκη να αποπληρώσει το υπάρχον χρέος. Αυτό που έχει τραγική και άμεση ανάγκη είναι να αρχίσει η ελληνική οικονομία να παράγει ώστε από το νέο εισόδημα να μπορεί να εξυπηρετεί τα συσσωρευμένα χρέη. Συνεπώς, οι εφοπλιστές και όσοι άλλοι θέλουν, προς τιμήν τους, να αναδειχτούν στους νέους εθνικούς ευεργέτες, το καλύτερο που έχουν να κάνουν είναι… επενδύσεις σε αυτήν τη ρημάδα τη χώρα. Ας χρησιμοποιήσουν τα κονδύλια που μαζεύει η DFG γι’ αυτόν το σκοπό.
www.lifo.gr
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΡΟΥΦΑΚΗΣ
"Τι εστί Τράπεζα"
του Γιάνη Βαρουφάκη
Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχαν ιδιωτικές τράπεζες που λειτουργούσαν ως κανονικές επιχειρήσεις. Που έπαιρναν δηλαδή ρίσκο και είτε, εφόσον τους «έβγαινε», κέρδιζαν είτε, όταν τα πράγματα δεν πήγαιναν «κατ’ ευχήν», διακινδύνευαν την ύπαρξή τους. Από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι.
Τέτοιες τράπεζες σήμερα δεν υπάρχουν. Σήμερα οι «ιδιωτικές» τράπεζες, παγκοσμίως, αποτελούν έναν παραπλανητικό ευφημισμό. Ιδίως μετά το Κραχ του 2008, οι τράπεζες λειτουργούν ως μορφώματα που συνδυάζουν τα μεγαλύτερα μειονεκτήματα του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, αποτελώντας έτσι βαρίδια που τραβάνε τις κοινωνίες και τις αγορές μαζί τους στον πυθμένα ενός ωκεανού ζημιών και χρέους.
Αυτές τις μέρες, που μια υπό προθεσμία (και υπό αμφιλεγόμενη νομιμοποίηση) κυβέρνηση «διαπραγματεύεται» την λεγόμενη επανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, καλό είναι να θυμηθούμε τι εστί τράπεζα την σήμερον. Για να το θυμηθούμε όμως αυτό, χρειαζόμαστε μια αναδρομή στο ιστορικό του πώς φτάσαμε εδώ που είμαστε.
Όταν οι τράπεζες λειτουργούσαν ως επιχειρήσεις
Στις αρχές του 19ου αιώνα, οι κραταιές τράπεζες (π.χ. του Λονδίνου) λειτουργούσαν ως ιδιωτικές εταιρείες απεριόριστης ευθύνης. Οι ιδιοκτήτες τους, οι οποίοι τις διεύθυναν κιόλας (ή τουλάχιστον επέβλεπαν τον τρόπο διοίκησης), διέτρεχαν τον κίνδυνο να χάσουν και το σπίτι τους ακόμα αν η τράπεζα δεν μπορούσε να καλύψει τις ανάγκες (σε ρευστό) των καταθετών της ή να ανταποκριθεί στα δάνεια που είχε η ίδια συνάψει με πιστωτές. Στην προσπάθειά τους να περιοριστεί αυτός ο κίνδυνος, οι τραπεζίτες κρατούσαν στα ταμεία τους, για να έχουν «καβάτζα», την δική τους χρηματική περιουσία (σε ρευστό, μετοχές ή ομολογίες) και δεν δάνειζαν ποτέ πάνω από το 50% των συνολικών τους κεφαλαίων (δηλαδή του αθροίσματος των χρημάτων που είτε κατέθεταν στην τράπεζα οι πελάτες της είτε κατέθεταν οι ίδιοι οι ιδιοκτήτες).
Από τα μέσα του 19ου αιώνα, τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν για αντικειμενικούς λόγους. Κατ’ αρχάς, καθώς ο καπιταλισμός απογειωνόταν, με την δημιουργία νέων, πανάκριβων αλλά και, παράλληλα, υπερκερδοφόρων δικτύων (π.χ. σιδηροδρομικά, τηλεγραφικά, ηλεκτροφόρα δίκτυα), οι επιχειρήσεις είχαν ανάγκη τεράστιων δανείων – για τα οποία ήταν έτοιμες να καταβάλουν αντίστοιχα τεράστιους τόκους. Έτσι, σιγά-σιγά οι τράπεζες «αναγκάστηκαν» να αποποιηθούν τον εγγενή συντηρητισμό τους. Το πρώτο βήμα έγινε το 1826 στο Λονδίνο. Έως τότε, καμία τράπεζα δεν είχε το δικαίωμα να έχει πάνω από έξι μετόχους. Αυτός ο περιορισμός ήταν ο πρώτος που υπέκυψε στις νέες ανάγκες για μεγαλύτερη δανειοδοτική δυνατότητα: ξάφνου, ο αριθμός των μετόχων πολλαπλασιάστηκε, τα κεφάλαια που διέθεσαν οι νέοι μέτοχοι πέρασαν στα βιβλία των τραπεζών και, έτσι, οι τράπεζες μπόρεσαν να χρηματοδοτήσουν την Β’ Βιομηχανική Επανάσταση (μέσα του 19ου αιώνα και μετέπειτα). Πάντως, παρά αυτά τα ανοίγματα, οι μέτοχοι (αν και πιο πολλοί) παρέμειναν υπό την απειλή της προσωπικής πτώχευσης, σε περίπτωση του η τράπεζα παρέπαιε. Αυτή η απειλή αρκούσε ώστε οι ιδιοκτήτες των τραπεζών, οι τραπεζίτες, να κρατάνε σφικτά τα ηνία των διευθυντών τους, στους οποίους δεν επέτρεπαν να διακινδυνεύσουν την περιουσία τους.
Ο περιορισμός της ευθύνης των μετόχων-ιδιοκτητών των τραπεζών νομοθετήθηκε το 1855-6. Έχει ενδιαφέρον ότι οι τραπεζίτες, αντί να αδράξουν την ευκαιρία να αποποιηθούν τον κίνδυνο της προσωπικής πτώχευσης, αντιστάθηκαν στον νέο νόμο – προσπάθησαν, για δεκαετίες, να κρατήσουν το καθεστώς της απεριόριστης ευθύνης διατυμπανίζοντας ότι επέλεγαν να επενδύσουν το προσωπικό τους ρίσκο στην τράπεζά τους ως τίτλο τιμής, ως μέρος του συμβολαίου με τους καταθέτες (του στυλ: «αν πτωχεύσει η τράπεζά μας, να ξέρετε ότι θα καταστραφούμε κι εμείς»). Χρειάστηκε να έρθει η Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 1930, με τις πολλαπλές πτωχεύσεις τραπεζιτών, για να πειστούν οι τραπεζίτες (δηλαδή οι ιδιοκτήτες των τραπεζών) να «περιορίσουν την ευθύνη τους», κόβοντας τον ομφάλιο λώρο που συνέδεε τις τύχες της τράπεζάς τους με την τύχη της προσωπικής τους περιουσίας.
Το τέρας της μόχλευσης (leverage)
Στα μέσα του 19ου αιώνα, όταν οι τράπεζες αρχίζουν να μεταλλάσσονται σε κάτι που σιγά-σιγά παύει να θυμίζει τις υπόλοιπες επιχειρήσεις, το σύνολο του ενεργητικού όλων των τραπεζών (δηλαδή, των δανείων που δίνουν και των κεφαλαίων που διακρατούν ως «καβάτζα») κυμαινόταν γύρω το 50% του ΑΕΠ μιας αναπτυγμένης χώρας (π.χ. Βρετανίας, Γαλλίας κλπ). Σήμερα, κυμαίνεται μεταξύ του 300% και του 500% του ΑΕΠ. Μια τράπεζα, όπως η Deutsche Bank ή η BNP, μπορεί να έχει ενεργητικό μεγαλύτερο του ΑΕΠ της χώρας στην οποία εδρεύει.
Πώς συνέβη αυτό; Η απάντηση, μονολεκτική: Μόχλευση. Τι είναι αυτό το φρούτο; Κάτι που όλοι γνωρίζουμε με άλλο, απλούστερο, όρο: Χρέος (ή, για την ακρίβεια, ο λόγος του χρέους). Αν σας πω ότι για κάθε €10 που έχω, δανείστηκα €120, θα με περάσετε για τρελό. Όμως αν είμαι τραπεζίτης, και έχω κάνει το ίδιο πράγμα, δεν θα πω ποτέ ότι δανείστηκα. Θα πω απλώς ότι ο συντελεστής μόχλευσης της τράπεζάς μου είναι 12 (δηλαδή, €120 χρέους για κάθε €10 κεφαλαίων που διαθέτει το ταμείο μου). Όχι μόνο ακούγεται καλύτερο και πιο «τεχνοκρατικό» αυτό αλλά, δεδομένης της κατάστασης στο τραπεζικό σύστημα σήμερα, θα θεωρηθεί και ιδιαίτερα συντηρητικός συντελεστής μόχλευσης!
Ποια η σημασία του συντελεστή μόχλευσης; Αποτελεί το μυστικό του αμύθητου πλούτου των τραπεζιτών στις εποχές των παχιών αγελάδων και της βαθιάς τους πτώχευσης σήμερα. Έστω μια τράπεζα που κερδίζει ένα ποσοστό 1% επί των κεφαλαίων που διαθέτει ή διαχειρίζεται (εκ μέρους καταθετών, πελατών κλπ). Επιλέγοντας όμως έναν συντελεστή μόχλευσης ίσο με, π.χ., το δώδεκα, η καλή τράπεζα δωδεκαπλασιάζει τα κέρδη της χωρίς ιδρώτα ή κόπο. Αυτόματα, δωδεκαπλασιάζονται τα μερίσματα των μετόχων, τα bonus των διευθυντών, οι μισθοί των μεγαλο-υπαλλήλων κλπ κλπ. Αν σκεφτείτε μάλιστα ότι το 2008, λίγο πριν την κατάρρευση ολόκληρου του τραπεζικού οικοδομήματος, ο συντελεστής μόχλευσης των ευρωπαϊκών τραπεζών είχε φτάσει το ιλιγγιώδες 50 προς 1, καταλαβαίνουμε τι είχε συμβεί: γιατί οι αποδοχές των διοικούντων έφτασαν την στρατόσφαιρα, οι τιμές των τραπεζικών μετοχών ήταν η «ατμομηχανή» των χρηματιστηρίων, το χρηματοπιστωτικό σύστημα έριχνε την σκιά του στην «πραγματική» οικονομία.
Μετά την Άνοδο, η Πτώση
Για να κινδυνεύσει να πτωχεύσει μια τράπεζα με συντελεστή μόχλευσης 2 προς 1, χρειάζεται να έχει ζημίες ίσες με το μισό (το 50%) των δανείων που έχει παράσχει και των τοποθετήσεων που έχει επιλέξει. Όταν όμως ο συντελεστής μόχλευσης φτάσει στο 20 προς 1 (ένα μέγεθος που χαρακτήριζε τις ελληνικές τράπεζες προ της Κρίσης), τότε αρκούν για να πτωχεύσει ζημίες της τάξης του 5%. Κι όταν ο συντελεστής μόχλευσης φτάσει στο επίπεδο που ισχύει στην περίπτωση (για να φέρω ως παράδειγμα μια «κραταιά» τράπεζα που όλοι γνωρίζουμε) μιας Deutsche Bank (περί το 50 προς 1), αν μόλις το 1,25% των δανείων που έχει διαθέσει «ατυχήσουν» (π.χ. οικογένειες που λόγω ανεργίας δεν μπορούν να αποπληρώσουν το στεγαστικό τους ή επιχειρήσεις που κλείνουν) ξάφνου η καλή τράπεζα, με την βούλα του νόμου, φαλίρισε. Να γιατί, παρά τα αμύθητα κέρδη των τραπεζών προ του 2008, σήμερα είναι όλες του πτωχευμένες. Το μόνο που χρειάστηκε για να πάνε οι ελληνικές τράπεζες από τον Παράδεισο στην Κόλαση ήταν ζημίες της τάξης του 5% - κάτι απόλυτα φυσιολογικό σε μια υφεσιακή οικονομία.
Αυτά έχει το μαγικό ραβδί της μόχλευσης: όσο πιο ψηλά σε εκσφεντονίζει στην περίοδο της «Ακμής», τόσο πιο μεγάλη και τραυματική η πτώση στην περίοδο της «Ύφεσης» που ακολουθεί.
Καλά, δεν πρόσεχαν;
Αυτό δεν το είχαν σκεφτεί οι καλοί οικονομολόγοι που προσλάμβαναν οι τράπεζες να τους συμβουλεύουν (και οι οποίοι, σήμερα, συμβουλεύουν τον πρωθυπουργό μας); Δεν το είχαν σκεφτεί οι Κεντρικές Τράπεζες; Γιατί δεν τους έβαζαν χέρι; Οι λόγοι είναι δύο, ο εξής ένας: το χρήμα έρεε τόσο καταρρακτωδώς που όποιος τόλμαγε να πει κάτι, να κρούσει κάποιον κώδωνα κινδύνου, είτε συνειδητοποιούσε ότι την φωνή του την έπνιγε ο αχός του εκκολαπτόμενου κέρδους είτε (στις σπάνιες περιπτώσεις που φώναζε αρκετά δυνατά για να ακουστεί) αγνοείτο επιδεικτικά, έχανε την δουλειά του, χαρακτηριζόταν «παλιομοδίτης», «εκκεντρικός», «συντηρητικός, «αριστερός» κλπ. Τόσο απλά.
Υπάρχει κι άλλος ένας λόγος, περισσότερο στην σφαίρα της θεωρίας, ο οποίος παρουσιαζόταν ως απάντηση σε τέτοιου είδους ερωτήματα από Κεντρικούς Τραπεζίτες (καλή ώρα από τον κ. Παπαδήμο): Η πεποίθηση των (καθεστωτικών) οικονομολόγων ότι η αγορά έχει τον τρόπο της να αυτο-ρυθμίζεται. Π.χ. μπορεί οι τραπεζίτες να μην φοβούνται την πτώχευση της τράπεζάς τους (από τότε που οι τράπεζες έγιναν εταιρείες περιορισμένης ευθύνης) όμως, σκεφτόταν ο θιασώτης της αγοράς, οι πιστωτές των τραπεζών, οι οποίοι κινδυνεύουν να χάσουν τα χρήματά τους (σε περίπτωση που πτωχεύσουν), θα ασκούν de facto έλεγχο στις πρακτικές των τραπεζιτών. Πώς; Αρνούμενοι να δανείσουν τραπεζίτες που το «παρακάνουν» με την μόχλευση. Πού τέτοια τύχη; Αυτό μπορεί να συνέβαινε μέχρι το 1929-1933. Μετά την τραυματική εμπειρία των μαζικών λουκέτων στις τράπεζες, όλοι γνώριζαν ότι το κράτος, η Κεντρική Τράπεζα, δεν θα αφήσει ποτέ τις τράπεζες να κλείσουν ή, το ίδιο είναι, να αφήσουν απλήρωτους τους πιστωτές τους. (Δεν βλέπετε με τι μανία επιμένει σήμερα η ΕΚΤ ότι οι ιρλανδοί φορολογούμενοι, που δεν έφταιξαν σε απολύτως τίποτα, πρέπει να αποπληρώνουν για τα επόμενα 20 χρόνια τα χρέη των πτωχευμένων ιδιωτικών τραπεζών Έτσι, λοιπόν, οι τραπεζίτες, ανεξέλεγκτοι τόσο από τους μετόχους τους όσο και από τους πιστωτές τους, είχαν κάθε λόγο να δανείζονται με τρόπο που ούτε το ελληνικό δημόσιο δεν έχει κάνει...
Χαμένοι και κερδισμένοι
Την εποχή της φούσκας, οι διευθύνοντες τις τράπεζες όχι μόνο δεν αντιμετώπιζαν την κριτική και τον έλεγχο των μετόχων και των πιστωτών τους αλλά, κι εδώ είναι η ουσία, μέτοχοι και πιστωτές τους χειροκροτούσαν περισσότερο όσο πιο μεγάλο συντελεστή μόχλευσης επέλεγαν. Επρόκειτο για ένα απίστευτο φαγοπότι άνευ ρίσκου (τουλάχιστον για τους συμμετέχοντες σε αυτό). Όσο τα πράγματα πήγαιναν καλά (η φούσκα καλά κρατούσε), μεγαλύτερος συντελεστής μόχλευσης σήμαινε μεγαλύτερα κέρδη, ελκυστικότερα μερίσματα, παχυλότερους υπερ-μισθούς. Κι αν ερχόταν η Πτώση (όπως και ήρθε), ούτε γάτα ούτε ζημιά: Ο λογαριασμός θα πληρωνόταν από το γκουβέρνο (δηλαδή τον ταλαίπωρο τον φορολογούμενο) και από την Κεντρική Τράπεζα.
Εν ολίγοις, αν κάποιος διάβολος ήθελε να σχεδιάσει ένα τραπεζικό σύστημα ταγμένο στο να δημιουργήσει συνθήκες τεράστιας Κρίσης, δεν θα μπορούσε να κάνει κάτι καλύτερο από αυτό το οποίο, ψευδεπίγραφα, χαρακτηρίζεται «σύγχρονο σύστημα ιδιωτικών τραπεζών»... Ποιος κερδίζει από αυτό; Ποιος χάνει; Είναι προφανές ότι χάνει η κοινωνία στο σύνολό της. Ποιοι κερδίζουν; Δύο είναι οι συνομοταξίες των κερδισμένων από αυτό το αλισβερίσι ιδιωτικής και δημόσιας διαφθοράς:
Πρώτον, οι βραχυπρόθεσμοι επενδυτές σε τραπεζικά (όχι κρατικά) ομόλογα και μετοχές. Τα τελευταία είκοσι χρόνια, έχει εκλείψει το είδος των μακροπρόθεσμων μετόχων. Ως επί το πλείστον, οι μετοχές των τραπεζών πωλούνται το πολύ μερικούς μήνες (συνήθως μερικές μέρες) αφού αγοραστούν. Ένα ολόκληρο παρατραπεζικό σύστημα έχει στηθεί στην βάση των πολύ βραχυπρόθεσμων αγορών και πωλήσεων τραπεζικών μετοχών, τα λεγόμενα hedge funds (τα οποία κερδοσκοπούν στοιχηματίζοντας στις μικρές αυξομειώσεις των τιμών των μετοχών, ιδίως του τραπεζικού τομέα). Κάτι αντίστοιχο «παίζεται» και με τα ομόλογα έκδοσης των ιδιωτικών τραπεζών. Για να το πω απλά, η αυξημένη μόχλευση φέρνει και αυξημένες διακυμάνσεις στις τιμές των μετοχών και των ομολόγων των τραπεζών. Αυτές οι διακυμάνσεις είναι το ψωμοτύρι των hedge funds.
Δεύτερον, οι μεγαλο-μέτοχοι των τραπεζών που ελέγχουν την διοίκηση απομυζώντας όχι τόσο πολύ μεγάλα μερίσματα αλλά υπερ-μισθούς που οι ίδιοι δίνουν στους εαυτούς τους και τα λοιπά «οφέλη» που, εξ ορισμού, γεύεται όποιος διαχειρίζεται την «ροή του χρήματος».
Και τώρα; Η επίσημη έκφανση
Αυτές τις μέρες κλείνει από την κυβέρνηση Παπαδήμου το μέγα θέμα της επανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών. Επισήμως, το θέμα τίθεται ως εξής: Το ελληνικό δημόσιο αθέτησε τις υποχρεώσεις του προς τις τράπεζες. Αναγκάζοντάς τις να κουρέψουν το 53% της ονομαστικής αξίας των δανείων τους προς το δημόσιο, τις έφερε σε δύσκολη θέση. Έτσι ώστε να μην φαλιρίσουν, και να δώσουν και κανένα δάνειο σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά (αναστέλλοντας την στάση δανείων που έχει «στεγνώσει» την αγορά), το κράτος μας θα δανειστεί από το EFSF, αυξάνοντας έτσι το δημόσιο χρέος κι άλλο, για να τα δώσει στις τράπεζες. Κι επειδή είναι παράνομο να δώσει κεφάλαια στις τράπεζες χωρίς αντάλλαγμα κάποια περιουσιακά στοιχεία των τραπεζών (καθώς το κράτος δεν δικαιούται, τουλάχιστον επισήμως, να δωρίζει αμύθητες περιουσίες σε ανώνυμες εταιρείες), θα πρέπει να λάβει μετοχές των τραπεζών. Όμως αυτό συνεπάγεται μερική κρατικοποίηση. Κι επειδή, λέγεται, η κρατικοποίηση των τραπεζών είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να συμβεί, ο κ. Παπαδήμος και οι σύμβουλοί του (με βασικό σύμβουλο ως πρότινος έμμισθο σύμβουλο μίας εκ των πτωχευμένων, υπό ανακεφαλαιοποίηση, τραπεζών) πασχίζουν να βρουν μια φόρμουλα έτσι ώστε οι μετοχές που θα πάρει το δημόσιο ως αντάλλαγμα για τα νέα χρέη που φορτώνει στην πλάτη του φορολογούμενου εκ μέρους των τραπεζών δεν θα δίνουν στο δημόσιο δικαίωμα συμμετοχής στην διοίκηση. Με απλά λόγια, το δημόσιο θα πάρει μετοχές που τελικά δεν θα είναι ακριβώς... μετοχές.
Το απεχθές παιχνίδι των ημερών
Οι τράπεζες πρέπει να ανακεφαλαιωθούν. Αυτό θα ήταν απαραίτητο ανεξάρτητα από το «κούρεμα» του δημόσιου χρέους. Ο συντελεστής μόχλευσής τους ήταν τέτοιος (βλ. πιο πάνω) που μια οικονομική ύφεση της τάξης του -5% για μια μόνο χρονιά θα τις οδηγούσε, έτσι κι αλλιώς, στην πτώχευση. Παρά το γεγονός ότι οι τράπεζες λειτούργησαν καταστροφικά (και αυτοκαταστροφικά) για πολύ καιρό (θυμάστε τα εορτοδάνεια, τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου που αγόραζαν σαν να ήταν σοκολατάκια, και σπατάλησαν βουνά κερδών στον βωμό της μόχλευσης, καμία κοινωνία δεν μπορεί να συνέλθει, καλώς ή κακώς, αν δεν βγουν από την μαύρη τρύπα οι τράπεζές της.
Η ανακεφαλαίωση δεν μπορεί να γίνει, βέβαια, από ιδιωτικά κεφάλαια. Ποιος επενδυτής ρίχνει τα χρήματά του σε μια μαύρη τρύπα, από την οποία δε θα τα ξαναπάρει ποτέ; Κανείς. Να γιατί η Ευρώπη αποφάσισε να κάνει αυτό που κάποιοι φωνάζουμε ότι έπρεπε να έχει γίνει πριν δυο χρόνια: η επανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών με δημόσιο, ευρωπαϊκό χρήμα. Αυτό, τελικά, αποφασίστηκε να γίνει, έστω και καθυστερημένα. Χρήματα που δανείζεται το EFSF εκ μέρους ολόκληρης της ευρωζώνης, θα δοθούν στις τράπεζες όχι ως δανεικά αλλά ως «έγχυση» νέων κεφαλαίων. [Μην ξεχνάμε ότι ο πτωχευμένος δεν σώζεται με νέα δάνεια – κεφάλαια χρειάζεται.]
Το ερώτημα, λοιπόν, δεν είναι αν θα πρέπει να γίνει «μετάγγιση» κεφαλαίων από το ευρωπαϊκό δημόσιο στις ιδιωτικές τράπεζες. Αυτό είναι (και πρέπει να είναι) δεδομένο. Το ερώτημα είναι: Με τι ανταλλάγματα; Η άποψη που πασχίζουν να περάσουν στην κοινή γνώμη τραπεζίτες και κυβέρνηση είναι ότι τα ανταλλάγματα πρέπει να είναι τέτοια που να αποφευχθεί, πάση θυσία, η κρατικοποίηση των τραπεζών. Κι επειδή στην Ελλάδα, η λέξη «κράτος» δεν ηχεί πολύ χειρότερα από την λέξη «μαφία», ο κόσμος τείνει να αποδεχθεί αυτή την άποψη. Την άποψη που λέει ότι το κράτος πρέπει, ως αντάλλαγμα, να πάρει είτε «ομολογίες» είτε μια άλλη μορφή μετοχών που δεν δίνουν στον κάτοχό του δικαίωμα συμμετοχής ή ελέγχου της διοίκησης.
Αν αυτή η «άποψη» περάσει, ο ελληνικός λαός θα έχει, άλλη μια φορά, συναινέσει στις ραδιουργίες μιας αρπακτικής διαπλεκόμενης συμμαχίας κράτους και επιτήδειων ιδιωτών που στόχο έχουν την διαφύλαξη των συμφερόντων τους εναντίον τόσο του κοινωνικού συνόλου όσο και των τραπεζών της χώρας. Αν η κυβέρνηση Παπαδήμου, στην εκπνοή της, περάσει την επανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών με τρόπο που αφήνει στο απυρόβλητο την διαπλοκή μεταξύ των μετόχων, διευθυντών, και πιστωτών των τραπεζών η οποία τις έριξε στον γκρεμό (την οποία περιέγραψα πιο πάνω), θα έχει καταφέρει το μεγαλύτερο πλήγμα στο μέλλον της ελληνικής οικονομίας μετά το Μνημόνιο. Αν μια τέτοια τεράστια αποτυχία της διοίκησης των τραπεζών μας δεν οδηγήσει στην απώλεια της εξουσίας επί των τραπεζών των μεγαλο-μετόχων-διευθυνόντων που συμμετείχαν με τόση χαρά και ευεξία στο φαγοπότι της μόχλευσης, η κυβέρνηση θα έχει στείλει το εξής μήνυμα στους τραπεζίτες: Ξαναθρέψτε το τέρας της μόχλευσης – ο φορολογούμενος, αν όχι ο Έλληνας τότε σίγουρα ο Ευρωπαίος, εδώ είναι!
Επίλογος: Ο θρίαμβος της Πτωχοτραπεζοκρατίας επί του καπιταλισμού
Μέσα στην αγωνία του «συστήματος» μεγαλο-μετόχων των τραπεζών, πιστωτών των τραπεζών και των υποτιθέμενων ρυθμιστών των τραπεζών (δηλαδή των κυβερνώντων που πασχίζουν να διατηρήσουν μια «συγκινητικά» στενή σχέση με τους τραπεζίτες) να μην χάσουν τον έλεγχο αυτής της χήνας που γεννά τα χρυσά αυγά, ακούμε τους εκπροσώπους τους στα ΜΜΕ, στην Βουλή κλπ να αποτροπιάζονται με την ιδέα ότι το κράτος θα πάρει κοινές μετοχές ως αντάλλαγμα για τα κεφάλαια που φορτώνεται ως νέο χρέος για να τα δώσει στις τράπεζες. Πρόκειται για ανείπωτη υποκρισία.
Κάποτε, οι φιλελεύθεροι επιχειρηματολογούσαν εναντίον των κρατικοποιήσεων στην βάση ότι ήταν υποχρεωτικές, δηλαδή ότι το κράτος σου έπαιρνε την επιχείρηση με το έτσι θέλω, σου έδινε μια γελοία αποζημίωση και σε πέταγε στον δρόμο. Όμως η σημερινή περίπτωση διαφέρει ριζικά. Το κράτος δεν έχει καμία όρεξη να βάλει χέρι στις τράπεζες. Οι τράπεζες ζητιανεύουν κεφάλαια από το κράτος. Μόνο που δεν θέλουν να δώσουν ως αντάλλαγμα αυτό που πρέπει: ιδιοκτησιακά δικαιώματα. Ποτέ έως τώρα δεν είχα ακούσει επιχείρημα εναντίον των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων του δημοσίου. Γιατί περί αυτού πρόκειται: Από την μία οι τράπεζες θα πτωχεύσουν χωρίς τα κεφάλαια του δημοσίου, και ζητούν κεφάλαια από το δημόσιο. Από την άλλη θέλουν να τα πάρουν χωρίς να είναι ούτε δανεικά (καθώς δάνεια παίρνουν αβέρτα από την ΕΚΤ, με επιτόκιο 1%, χωρίς να τις σώζουν, πτωχευμένες ούσες) ούτε και να αποδίδουν ιδιοκτησιακά δικαιώματα στους φορολογούμενους που δανείζονται για να τα πάρουν.
Όσο για το επιχείρημα ότι αν συμμετέχει το δημόσιο πιο δυναμικά στο μετοχικό κεφάλαιο των ιδιωτικών τραπεζών, τότε οι τράπεζες θα γίνουν κρατικοδίαιτες, διεφθαρμένες και αναποτελεσματικές, η απάντησή μου είναι η εξής: Όπως είδαμε πιο πάνω, εδώ και καιρό, ιδιωτικές τράπεζες (με την σωστή έννοια του επιθετικού προσδιορισμού) δεν υπάρχουν. Σε ολόκληρο τον κόσμο, και ιδίως στην χώρα μας, οι τράπεζες έχουν μετατραπεί σε αρπακτικά μορφώματα ιδιωτικο-κρατικού χαρακτήρα. Οπότε ας αφήσουμε τις ανοησίες περί ανάγκης να αποφευχθεί η κρατικοποίηση των ιδιωτικών τραπεζών. Αυτά είναι λόγια που σκοπό έχουν την τρομοκράτηση της κοινωνίας ώστε να συναινέσει στις επιταγές της Πτωχοτραπεζοκρατίας (ένα καθεστώς που δίνει την μέγιστη εξουσία στους πιο πτωχευμένους τραπεζίτες) η οποία έχει υπονομεύσει πλήρως τον... καπιταλισμό.
Τι θα έπρεπε, λοιπόν, να συζητάμε σήμερα; Θα έπρεπε να συζητάμε όχι το αν θα δοθούν ιδιοκτησιακά δικαιώματα επί των τραπεζών στους φορολογούμενους που δανείζονται για να επανακεφαλαιοποιηθούν οι τράπεζες, αλλά τι μορφή πρέπει να πάρουν αυτά τα δικαιώματα ώστε και οι τράπεζες να ορθοποδήσουν και η οικονομία να πάρει ανάσες. Κι επειδή ούτε κι εγώ (όπως οι περισσότεροι) δεν έχουμε καμία εμπιστοσύνη στους κυβερνώντες μας (ούτε στους σημερινούς ούτε και στους επόμενους), μετά χαράς να συζητήσουμε μια σειρά από καινοτόμες, δημοκρατικές, τεχνοκρατικές λύσεις. Π.χ. από την στιγμή που τα κεφάλαια έρχονται από το EFSF, γιατί να μην πάρει τις μετοχές των τραπεζών το…EFSF (το οποίο να μπορεί να ορίσει, κατά το δοκούν, Ευρωπαίους τεχνοκράτες στα ΔΣ των τραπεζών ώστε να εκπροσωπούν τα συμφέροντα των Ευρωπαίων πολιτών που δανείστηκαν αυτά τα χρήματα); Μάλιστα, κάτι τέτοιο θα μας έδινε την δυνατότητα να αιτηθούμε από την ΕΕ τα κεφάλαια αυτά να μην βαρύνουν το ελληνικό δημόσιο χρέος, μιας και τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα θα περάσουν απ’ ευθείας στην ευρωζώνη.
Λύσεις υπάρχουν που ούτε επιβραβεύουν την υφιστάμενη Κλεπτοκρατία μετόχων-διευθυντών-πολιτικών ούτε και οδηγούν τις τράπεζες στην αγκαλιά του ελληνικού δημοσίου. Όσοι όμως σήμερα κόπτονται για τον κίνδυνο «κρατικοποίησης» των τραπεζών, και όσοι διαπραγματεύονται μαζί τους στο Μαξίμου, προσφέρουν χέρι βοήθειας στην Πτωχοτραπεζοκρατία που επιβουλεύεται τόσο την ελληνική οικονομία όσο και τις ελληνικές τράπεζες.
Το βιβλίο του Γιάνη Βαρουφάκη "Κρίσης λεξιλόγιο" κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ποταμός.
Απ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΡΟΥΦΑΚΗΣ
Διαπραγμάτευση ουσίας
του Γιάνη Βαρουφάκη
Όλοι συμφωνούν. Οι στόχοι του Μνημονίου έχουν αποτύχει ολοκληρωτικά. Την επομένη των εκλογών η νέα κυβέρνηση, όποια και να είναι, θα πρέπει να καλέσει τους ευρωπαίους εταίρους μας σε επαναδιαπραγμάτευση των όρων της δανειακής σύμβασης. Αυτό τουλάχιστον υπόσχονται ότι θα πράξουν οι τρεις πολιτικοί αρχηγοί, κ.κ. Σαμαράς, Τσίπρας και Βενιζέλος, συνεπικουρούμενοι τουλάχιστον από τον κ. Κουβέλη (αλλά και από τους γερμανικούς Financial Times που προαναγγέλουν ότι και η Ευρώπη είναι έτοιμη για μια τέτοια διαπραγμάτευση). Τα βασικά ερωτήματα που τίθενται αυτομάτως, όπως σε κάθε περίπτωση διαπραγμάτευσης, είναι τα εξής:
(1) Τι θα ζητήσει η νέα κυβέρνηση;
(2) Τι θα προσφέρει ως αντάλλαγμα;
(3) Ποια βήματα θα ανακοινώσει πως θα κάνει στην περίπτωση που δεν προκύψουν κάποια ελάχιστα οφέλη για την χώρα;
(4) Ποια θα είναι αυτά τα ελάχιστα οφέλη που, εφόσον δεν «προκύψουν», η δική μας πλευρά θα προβεί στα βήματα του ερωτήματος (3);
(5) Πως θα προετοιμαστεί η κυβέρνηση για την περίπτωση που αναγκαστεί να κάνει αυτά τα βήματα;
(6) Ποιο γενικότερο πλαίσιο συμφωνίας θα προτείνει που να μεγιστοποιεί τα ερείσματα της χώρας σε όλα τα μήκη και πλάτη της ευρωζώνης, κι έτσι να ενισχύει την διαπραγματευτική της θέση μεσοπρόθεσμα (δεδομένου ότι η διαπραγμάτευση στην ευρωζώνη θα είναι, όπως εξελίσσονται τα πράγματα, διαρκής);
Είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα διαφωνήσουμε στις απαντήσεις που δίνει ο καθένας μας στα έξι αυτά ερωτήματα. Μπορούμε όμως να συμφωνήσουμε στα εξής:
Α) Χωρίς την προαναγγελία του (3), οι διαπραγματεύσεις ως προς το (1) [αλλά και το (2)] είναι άνευ σημασίας. Αν δεν μπορούμε να διανοηθούμε ότι (στην περίπτωση που η τρόικα αποδειχθεί ανέτοιμη να κάνει τις ελάχιστες υποχωρήσεις που να καθιστούν την συμφωνία μας μαζί τους βιώσιμη) θα αποχωρήσουμε (κάνοντας βήματα που η τρόικα δεν θέλει να ακούσει – βλ. 3), τότε καλύτερα να μην εξευτελιστούμε με άλλη μια μη-διαπραγμάτευση τύπου Άνοιξης του 2010. Καλύτερα να μην ζητήσουμε καν διαπραγματεύσεις.
Β. Για να είναι πιστευτό το (3) [ότι θα προβούμε στις κινήσεις αυτές στην περίπτωση που δεν ικανοποιηθούν οι ελάχιστες απαιτήσεις μας], δεν πρέπει να μπλοφάρουμε! (Δηλαδή, να απειλούμε κάτι το οποίο δεν είμαστε, σε τελική ανάλυση, διατεθειμένοι να πράξουμε.) Αντίθετα, πρέπει να είμαστε κατάλληλα προετοιμασμένοι ώστε, όσο ζοφερή κι αν είναι η κατάσταση, να προτιμούμε (μετά ένα πιθανό ναυάγιο διαπραγματεύσεων) να προβούμε (παρά να μην προβούμε) σε αυτά τα βήματα. Μόνο έτσι η προαναγγελία αυτών των βημάτων είναι πιστευτή. (Δηλαδή, το ακριβώς αντίθετο με εκείνο που είχε πράξει ο κ. Βενιζέλος το περασμένο καλοκαίρι – κάνοντας, δήθεν, τον «σκληρό» στην τρόικα αλλά υποχωρώντας αμέσως όταν εκείνοι πήραν το αεροπλάνο και έφυγαν).
Πιστεύω να συμφωνείτε με τα σημεία Α και Β. Οι διαφωνίες μας, και μεταξύ των κομμάτων, αρχίζουν όταν εξειδικεύουμε τις απαντήσεις μας στα ερωτήματα (1) με (6). Αν ήμουν δημοσιογράφος, και είχα μπροστά μου τους πολιτικούς αρχηγούς, πολύ θα ήθελα να ακούσω τις απαντήσεις τους σε αυτά. Μιας και δεν τους έχω, θα προσπαθήσω να τα απαντήσω ο ίδιος, όσο πιο σύντομα μπορώ, στην βάση προσωπικής εκτίμησης της κατάστασης σε Ελλάδα και ευρωζώνη.
(1) Τι θα πρέπει να ζητήσει η νέα κυβέρνηση;
Πρώτον, τα κεφάλαια που πηγαίνουν στις τράπεζες για ανακεφαλαιοποίησή τους, να μην καταγράφονται στο ελληνικό δημόσιο χρέος και να μην χρειάζεται η αποπληρωμή τους από το ελληνικό δημόσιο. Αντίθετα, να πηγαίνουν κατ’ ευθείαν από το EFSF-ESM στις τράπεζες με το πρώτο να λαμβάνει ως αντάλλαγμα κοινές μετοχές τους, και, σε συνεργασία με την ΕΚΤ και την EBA (European Banking Authority), να επιβλέπει την εξυγείανση των τραπεζών. Όταν οι τράπεζες ορθοποδήσουν, το EFSF-ESM πωλεί τις μετοχές αυτές και τα δάνεια αποπληρώνονται χωρίς την ανάμειξη του ελληνικού δημοσίου. (*)
Δεύτερον, moratorium των αποπληρωμών προς την τρόικα για ένα έτος και για όσο καιρό ο ρυθμός μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας είναι κάτω του 2%. Όταν ο ρυθμός αυτός ξεπεράσει το 2%, τότε οι αποπληρωμές ξεκινούν και πάλι σταδιακά για όσο χρονικό διάστημα απαιτείται. (**)
Τρίτον, άμεσες ξένες επενδύσεις σε επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα από consortium της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων (ΕΤΕν) (με έμφαση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις) - και με χρηματοδότηση που θα προκύψει από έκδοση ομολόγων των δύο αυτών οργανισμών, ασφαλιζόμενων αν χρειαστεί από έκδοση ασφαλιστιστηρίων από το EFSF-ESM (υπέρ των ομολογιούχων). (***)
(2) Τι θα πρέπει να προσφέρει η νέα κυβέρνηση ως αντάλλαγμα;
Πρώτον, την εγγύηση ότι, βρέξει-χιονίσει, το ελληνικό δημόσιο θα ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό του από την 1-1-2013 και για πάντα – ό,τι κι αν αυτό συνεπάγεται ως προς τις δαπάνες του δημοσίου, τα της φορολογίας κλπ.
Δεύτερον, ότι οργανισμοί όπως ο ΟΣΕ θα εκχωρηθούν για 50 χρόνια, προς €1, σε consortium (στο οποίο μπορεί να συμμετέχει και η ΕΤΕπ) το οποίο θα πλειοδοτεί ως προς τα κεφάλαια που προτίθεται να επενδύσει και το προσωπικό που διατίθεται να διατηρήσει (ή νέο που θα προσλάβει).
(3) Ποια βήματα θα ανακοινώσει πως θα κάνει στην περίπτωση που δεν προκύψουν, από την επαναδιαπραγμάτευση, κάποια ελάχιστα οφέλη για την χώρα;
Ένα και απλό: Να δηλώσει ότι δεν θα δεχθεί τις επόμενες δόσεις από το EFSF. Ούτε καταγγελίες ούτε τίποτα. Απλά, ο νέος πρωθυπουργός να πει στους εταίρους μας: «Κυρίες και κύριοι, δεν μπορώ, με το χέρι στην καρδιά, να πάρω κι άλλα δάνεια από τους φορολογούμενούς σας, εφόσον δεν υπάρχει ένα πλάνο στο τραπέζι που να αφήνει έστω και μικρό περιθώριο ελπίδας ότι ο ελληνικός λαός θα μπορέσει να σας αποπληρώσει.» Και ο νοών νοείτο. [Καθώς, όπως είναι λογικό, αυτή η άρνηση εκταμίευσης σημαίνει και de facto επιβολή moratorium αποπληρωμών προς την ΕΚΤ – ανατρέποντας ολόκληρη τον Μνημονιακό «σχεδιασμό» της τρόικα όχι μόνο όσον αφορά την Ελλάδα αλλά και της Ιρλανδίας, Πορτογαλίας και Ισπανίας.]
Σε αυτό το σημείο να τονίσω ότι, έτσι κι αλλιώς, από τούδε και στο εξής, ούτε ένα ευρώ από αυτές τις δόσεις δεν θα πάρουμε για χρήση εκ μέρους του δημοσίου μας – όπως π.χ. η προηγούμενη δόση των €4,2 δις που πήγε ολόκληρη στην ΕΚΤ.
(4) Ποια θα είναι αυτά τα ελάχιστα οφέλη για την χώρα που, εφόσον δεν προσφερθούν από την «άλλη» πλευρά, η δική μας πλευρά θα προβεί στα βήματα του μέρους (3);
Αυτό είναι κάτι που κανείς διαπραγματευτής δεν αποκαλύπτει εξ αρχής. Σε γενικές γραμμές όμως, η «λεπτή κόκκινη γραμμή» πρέπει να χαραχθεί έτσι ώστε, αν τελικά συμφωνήσουμε με την τρόικα, να εξασφαλιστεί (κι όχι απλά να ανακοινωθεί στην βάση φαντασιώσεων – όπως έκαναν ο κ. Παπακωνσταντίνου κι ο κ. Βενιζέλος) ότι οι επενδύσεις θα είναι τέτοιες που να οδηγήσουν γρήγορα (εντός έξι μηνών το αργότερο) σε έναν ρυθμό μεγέθυνσης τους ονομαστικού ΑΕΠ γύρω το 3% (και πως θα ανέλθει κατόπιν στο 5% για να ξανα-αρχίσουν οι αποπληρωμές των δανείων στην τρόικα.)
(5) Πως θα προετοιμαστεί η κυβέρνηση για την περίπτωση που αναγκαστεί να κάνει αυτά τα βήματα;
Αν τελικά οι Ευρωπαίοι μας πουν «δεν μασάμε», τι κάνουμε; Αν εκείνη την στιγμή δεν προτιμούμε, εμείς οι ίδιοι, το να πούμε «όχι» στην επόμενη δόση από το να την λάβουμε, τότε η απειλή μας θα έχει αποδειχθεί κάλπικη και η στρατηγική μας θα βασίζεται σε μια μπλόφα – κάτι που καμία κυβέρνηση δεν δικαιούται να κάνει σε μια τόσο κρίσιμη στιγμή για την χώρα.
Για να προτιμούμε να πούμε το «όχι», από το να σκύψουμε το κεφάλι, είναι απαραίτητη η κατάλληλη προετοιμασία ώστε το ελληνικό δημόσιο, έστω και υπό το καθεστώς έκτακτης ανάγκης, να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό του άμεσα. Έχω ξανα-αναφερθεί σε δύο βασικούς τρόπους που μπορεί να το πετύχει: Πρώτον, με την από-πάνω-προς-τα-κάτω συμπίεση των μισθών του δημοσίου και, δεύτερον, με την έκδοση ομολογιών που, με νόμο, δεσμεύουν τα δημόσια ταμεία να κάνουν αποδεκτές τις ομολογίες αυτές για καταβολή ΦΠΑ, φόρους εισοδήματος κλπ έξι μήνες αργότερα και, μάλιστα, με γενναία έκπτωση (ακόμα και 20%).
Πολλοί συμπολίτες μας που γνωρίζουν από τώρα τι φόροι τους περιμένουν στην γωνία σε 6, 8, 12 μήνες, θα προτιμήσουν, αντί να βγάζουν τα χρήματα που τους έμειναν στις τράπεζες στο εξωτερικό με στόχο να τα ξαναφέρουν όταν θα πρέπει να πληρώσουν την εφορία, να αγοράσουν αυτές τις ειδικές φορο-ομολογίες εξασφαλίζοντας μια μεγάλη φορο-έκπτωση. Με αυτά τα δύο μέτρα, και άλλες γενναίες περικοπές δαπανών χωρίς άμεσο αντίκυπο στα κατώτερα εισοδήματα, το ελληνικό δημόσιο μπορεί να επιβιώσει έως ότου η Ευρώπη αναγκαστεί από την ζωή (και την πίεση μιας ΕΚΤ που θα βρεθεί σε μεγάλη υπαρξιακή αγωνία) να ανοίξει ξανά τις διαπραγματεύσεις με μεγαλύτερη σύνεση και καλύτερη διάθεση. Διαφορετικά, σε 6 ή 8 μήνες απλά δεν θα υπάρχει ευρωζώνη, ό,τι και να πράξει η ελληνική κυβέρνηση.
(6) Ποιο γενικότερο πλαίσιο συμφωνίας θα πρέπει να προτείνει η νέα κυβέρνηση;
Τα τελευταία δύο χρόνια, η εικόνα της χώρας μας στην Ευρώπη είναι αποκαρδιωτική. Οι έλληνες εμφανιζόμαστε ως ζητιάνοι που προσπαθούν να εξασφαλίσουν καλύτερους όρους για πάρτη τους, χωρίς να νοιάζονται για τα προβλήματα των άλλων ευρωπαίων, νότιων και βόρειων. Ότι παλεύουμε να εξασφαλίσουμε την δόση μας κι... έχει ο Θεός. Αυτό πρέπει να σταματήσει. Πως; Με δύο τρόπους.
Πρώτον, έχοντας δεσμευτεί ότι το ελληνικό δημόσιο ποτέ ξανά δεν θα έχει ούτε ένα ευρώ έλλειμμα (εφόσον η Ευρώπη αναλάβει το τραπεζικό σύστημα, τις ξένες άμεσες επενδύσεις, και ένα moratorium αποπληρωμών μέρι να έρθει η ανάκαμψη).
Και δεύτερον επιμένοντας, απαιτώντας θα έλεγα, ότι ό,τι ισχύει για την Ελλάδα θα πρέπει να ισχύει και για τις υπόλοιπες χώρες που βρίσκονται εντός του EFSF ή που ετοιμάζονται να μπούνε σε αυτό (δηλαδή η Ιταλία). Με αυτές τις δύο κινήσεις, η Ελλάδα θα αλλάξει την εικόνα που έχει στα μάτια των ευρωπαίων πολιτών, με σημαντικά μακροπρόθεσμα οικονομικά και πολιτικά οφέλη.
Αυτές είναι οι απαντήσεις μου στα έξι καυτά ερωτήματα περί επανα-διαπραγμάτευσης. Ποιο κόμμα έχει καταθέσει ένα τέτοιο πρόγραμμα; Κανένα, βεβαίως.
Η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ δεν είναι διατεθειμένοι ούτε καν να διανοηθούν μια απάντηση στο ερώτημα (3). Άρα, θα πάνε σε μια διαπραγμάτευση-παρωδία όπου το αποτέλεσμα θα θυμίζει Γιώργο Παπακωνσταντίνου ή Ευάγγελο Βενιζέλο, με θλιβερές θριαμβολογίες για «χαλάρωση όρων», κάποιες ανούσιες επιμηκύνσεις κλπ., που όμως θα αποτύχουν παταγωδώς να καταστήσουν βιώσιμη την ελληνική κοινωνική οικονομία και, έτσι, θα μας οδηγήσουν νομοτελειακά εκτός ευρωζώνης, εξοστρακίζοντάς μας σε μια στιγνή εξορία στην οποία, σύντομα, θα μας ακολουθήσουν και οι υπόλοιποι της περιφέρειας, μαζί και με την Γαλλία!
Μένει ο Σύριζα ως το μόνο κόμμα που θέτει το ερώτημα (3) και το απαντά ουσιαστικά. Για αυτό τον λόγο θα έχει την ψήφο μου.(****) Κι ας με στενοχωρεί η ρητορική του επίδοση στα περί «καταγγελιών», κατάργησης της λιτότητας (λες και είναι κάτι που μπορούμε να κάνουμε), νέων προσλήψεων στο δημόσιο, εθνικοποίηση των τραπεζών κλπ. Την Δευτέρα, αν κληθεί να σχηματίσει κυβέρνηση, είναι το μόνο μεγάλο (πλέον) κόμμα που μπορεί να επιχειρήσει μια διαπραγμάτευση σαν αυτή που περιέγραψα. Όσο για τις «άλλες» πολιτικές του, που απορρίπτω, ελπίζω ότι η αναρρίχηση στην ηλεκτρική καρέκλα της εξουσίας θα τις σκορπίσει στους πέντε ανέμους.
ΥΓ. Φτάνουν στα αυτιά μου, εδώ στο μακρυνό Seattle, πως αναλαμβάνω κυβερνητικό πόστο σε κυβέρνηση Σύριζα (κάτι που πολλοί θα σκεφτείτε ότι επιβεβαιώνεται από το πιο πάνω συμπέρασμά μου και την ψήφο μου στον Σύριζα). Για να μην υπάρχει παρεξήγηση μεταξύ μας, επιτρέψτε μου να είμαι σαφής: Θα βοηθήσω, όποια κυβέρνηση μου το ζητήσει. σε μια δύσκολη στιγμή. Συμβουλευτικά όμως. Για να ασκήσει κάποιος εξουσία από κυβερνητικό πόστο, πρέπει να έχει βαθμούς ελευθερίας (ιδίως σε μια διαπραγμάτευση) που δεν δικαιούται άνευ της δημοκρατικής νομιμοποίησης που μόνο η κρίση των πολιτών στην κάλπη μπορεί να προσφέρει.
(*) Αυτή ήταν εξ αρχής η πρότασή μας με τον Stuart Holland πριν από δύο χρόνια για την επίλυση της τραπεζικής κρίσης (βλ. εδώ – βλ. 2η πολιτική). Τώρα πια έχει γίνει κοινή πεποίθηση σε όλη την Ευρώπη, ακόμα και εντός της ΕΚΤ, ότι κάτι τέτοιο είναι αναπόφευκτο και επιθυμητό. [Βλ. σχετικό άρθρο του πρώην στελέχους της ΕΚΤ Lorenzo Bini Smaghi στους Financial Times]
(**) Όπως συνέβη, π.χ., με τα δάνεια της Βρετανίας από τις ΗΠΑ μετά τον Β’ ΠΠ.
(***) Άλλη μια πρόταση που ακούγεται πολύ τις μέρες αυτές (αν έχετε ακούσει περί ομολόγων-έργων ή project-bonds) την οποία όμως πρωτοδιαβάσατε εδώ – βλ. «Μια νέα αρχιτεκτονική για το ευρώ, προς το τέλος του κειμένου).
(****) Σε άρθρο μου προ των εκλογών του Μαΐου, είχα μοιράσει 10 ψήφους σε διάφορα κόμματα στο πλαίσιο αυτού που ονομάζουμε στην Θεωρία Παιγνίων «μεικτή στρατηγική». Δεν το κάνω σήμερα. Γιατί; Η ΔΗΜΑΡ που είχε λάβει 3 από εκείνες τις 10 ψήφους μου, απεδείχθη πανέτοιμη να αποδεχθεί τον εκβιασμό της τρόικα, αρνούμενη να απαντήσει στο ερώτημα (3) πιο πάνω.
Οι Οικολόγοι-Πράσινοι εξακολουθούν να είναι ένα σημαντικό κεφάλαιο για την χώρα αλλά αυτή την στιγμή προέχει η διαπραγμάτευση με την τρόικα – κάτι για το οποίο το κόμμα αυτό δεν έχει εκφέρει άποψη που να το κάνει να ξεχωρίζει (τουλάχιστον στα μάτια μου).
Η Δράση του κ. Μάνου έχει ως άποψη την μη διαπραγμάτευση. Αδυνατεί να κατανοήσει πως η θέση της χώρας στο ευρώ υπονομεύεται από την προσπάθεια τήρησης των όρων του Μνημονίου – κι ότι η απελευθέρωση αγορών σε ελεύθερη πτώση δεν θα αντιστρέψει το καταστροφικό τσουνάμι. Αφήστε που έπραξε το τεράστιο σφάλμα, για φιλελεύθερο κόμμα, της σύμπραξης με τον ισλαμοφοβικό κ. Τζήμερο ο οποίος θεωρεί πως οι εκπτώσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (π.χ. των μεταναστών) κατά κάποιον τρόπο εξισορροπούν τις απώλειες των «δικών» μας. [Εδώ πρέπει να ζητήσω συγγνώμη γιατί σε εκείνο το άρθρο είχα δώσει εύσημα στο τομέα των δικαιωμάτων των μειονοτήτων στην Δημιουργία Ξανά – απλά, δεν είχα διαβάσει αρκετά προσεκτικά τα λεγόμενά τους. Μήπως συνέβη το ίδιο και στον κ. Μάνο;]
του Γιάνη Βαρουφάκη
Όλοι συμφωνούν. Οι στόχοι του Μνημονίου έχουν αποτύχει ολοκληρωτικά. Την επομένη των εκλογών η νέα κυβέρνηση, όποια και να είναι, θα πρέπει να καλέσει τους ευρωπαίους εταίρους μας σε επαναδιαπραγμάτευση των όρων της δανειακής σύμβασης. Αυτό τουλάχιστον υπόσχονται ότι θα πράξουν οι τρεις πολιτικοί αρχηγοί, κ.κ. Σαμαράς, Τσίπρας και Βενιζέλος, συνεπικουρούμενοι τουλάχιστον από τον κ. Κουβέλη (αλλά και από τους γερμανικούς Financial Times που προαναγγέλουν ότι και η Ευρώπη είναι έτοιμη για μια τέτοια διαπραγμάτευση). Τα βασικά ερωτήματα που τίθενται αυτομάτως, όπως σε κάθε περίπτωση διαπραγμάτευσης, είναι τα εξής:
(1) Τι θα ζητήσει η νέα κυβέρνηση;
(2) Τι θα προσφέρει ως αντάλλαγμα;
(3) Ποια βήματα θα ανακοινώσει πως θα κάνει στην περίπτωση που δεν προκύψουν κάποια ελάχιστα οφέλη για την χώρα;
(4) Ποια θα είναι αυτά τα ελάχιστα οφέλη που, εφόσον δεν «προκύψουν», η δική μας πλευρά θα προβεί στα βήματα του ερωτήματος (3);
(5) Πως θα προετοιμαστεί η κυβέρνηση για την περίπτωση που αναγκαστεί να κάνει αυτά τα βήματα;
(6) Ποιο γενικότερο πλαίσιο συμφωνίας θα προτείνει που να μεγιστοποιεί τα ερείσματα της χώρας σε όλα τα μήκη και πλάτη της ευρωζώνης, κι έτσι να ενισχύει την διαπραγματευτική της θέση μεσοπρόθεσμα (δεδομένου ότι η διαπραγμάτευση στην ευρωζώνη θα είναι, όπως εξελίσσονται τα πράγματα, διαρκής);
Είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα διαφωνήσουμε στις απαντήσεις που δίνει ο καθένας μας στα έξι αυτά ερωτήματα. Μπορούμε όμως να συμφωνήσουμε στα εξής:
Α) Χωρίς την προαναγγελία του (3), οι διαπραγματεύσεις ως προς το (1) [αλλά και το (2)] είναι άνευ σημασίας. Αν δεν μπορούμε να διανοηθούμε ότι (στην περίπτωση που η τρόικα αποδειχθεί ανέτοιμη να κάνει τις ελάχιστες υποχωρήσεις που να καθιστούν την συμφωνία μας μαζί τους βιώσιμη) θα αποχωρήσουμε (κάνοντας βήματα που η τρόικα δεν θέλει να ακούσει – βλ. 3), τότε καλύτερα να μην εξευτελιστούμε με άλλη μια μη-διαπραγμάτευση τύπου Άνοιξης του 2010. Καλύτερα να μην ζητήσουμε καν διαπραγματεύσεις.
Β. Για να είναι πιστευτό το (3) [ότι θα προβούμε στις κινήσεις αυτές στην περίπτωση που δεν ικανοποιηθούν οι ελάχιστες απαιτήσεις μας], δεν πρέπει να μπλοφάρουμε! (Δηλαδή, να απειλούμε κάτι το οποίο δεν είμαστε, σε τελική ανάλυση, διατεθειμένοι να πράξουμε.) Αντίθετα, πρέπει να είμαστε κατάλληλα προετοιμασμένοι ώστε, όσο ζοφερή κι αν είναι η κατάσταση, να προτιμούμε (μετά ένα πιθανό ναυάγιο διαπραγματεύσεων) να προβούμε (παρά να μην προβούμε) σε αυτά τα βήματα. Μόνο έτσι η προαναγγελία αυτών των βημάτων είναι πιστευτή. (Δηλαδή, το ακριβώς αντίθετο με εκείνο που είχε πράξει ο κ. Βενιζέλος το περασμένο καλοκαίρι – κάνοντας, δήθεν, τον «σκληρό» στην τρόικα αλλά υποχωρώντας αμέσως όταν εκείνοι πήραν το αεροπλάνο και έφυγαν).
Πιστεύω να συμφωνείτε με τα σημεία Α και Β. Οι διαφωνίες μας, και μεταξύ των κομμάτων, αρχίζουν όταν εξειδικεύουμε τις απαντήσεις μας στα ερωτήματα (1) με (6). Αν ήμουν δημοσιογράφος, και είχα μπροστά μου τους πολιτικούς αρχηγούς, πολύ θα ήθελα να ακούσω τις απαντήσεις τους σε αυτά. Μιας και δεν τους έχω, θα προσπαθήσω να τα απαντήσω ο ίδιος, όσο πιο σύντομα μπορώ, στην βάση προσωπικής εκτίμησης της κατάστασης σε Ελλάδα και ευρωζώνη.
(1) Τι θα πρέπει να ζητήσει η νέα κυβέρνηση;
Πρώτον, τα κεφάλαια που πηγαίνουν στις τράπεζες για ανακεφαλαιοποίησή τους, να μην καταγράφονται στο ελληνικό δημόσιο χρέος και να μην χρειάζεται η αποπληρωμή τους από το ελληνικό δημόσιο. Αντίθετα, να πηγαίνουν κατ’ ευθείαν από το EFSF-ESM στις τράπεζες με το πρώτο να λαμβάνει ως αντάλλαγμα κοινές μετοχές τους, και, σε συνεργασία με την ΕΚΤ και την EBA (European Banking Authority), να επιβλέπει την εξυγείανση των τραπεζών. Όταν οι τράπεζες ορθοποδήσουν, το EFSF-ESM πωλεί τις μετοχές αυτές και τα δάνεια αποπληρώνονται χωρίς την ανάμειξη του ελληνικού δημοσίου. (*)
Δεύτερον, moratorium των αποπληρωμών προς την τρόικα για ένα έτος και για όσο καιρό ο ρυθμός μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας είναι κάτω του 2%. Όταν ο ρυθμός αυτός ξεπεράσει το 2%, τότε οι αποπληρωμές ξεκινούν και πάλι σταδιακά για όσο χρονικό διάστημα απαιτείται. (**)
Τρίτον, άμεσες ξένες επενδύσεις σε επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα από consortium της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων (ΕΤΕν) (με έμφαση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις) - και με χρηματοδότηση που θα προκύψει από έκδοση ομολόγων των δύο αυτών οργανισμών, ασφαλιζόμενων αν χρειαστεί από έκδοση ασφαλιστιστηρίων από το EFSF-ESM (υπέρ των ομολογιούχων). (***)
(2) Τι θα πρέπει να προσφέρει η νέα κυβέρνηση ως αντάλλαγμα;
Πρώτον, την εγγύηση ότι, βρέξει-χιονίσει, το ελληνικό δημόσιο θα ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό του από την 1-1-2013 και για πάντα – ό,τι κι αν αυτό συνεπάγεται ως προς τις δαπάνες του δημοσίου, τα της φορολογίας κλπ.
Δεύτερον, ότι οργανισμοί όπως ο ΟΣΕ θα εκχωρηθούν για 50 χρόνια, προς €1, σε consortium (στο οποίο μπορεί να συμμετέχει και η ΕΤΕπ) το οποίο θα πλειοδοτεί ως προς τα κεφάλαια που προτίθεται να επενδύσει και το προσωπικό που διατίθεται να διατηρήσει (ή νέο που θα προσλάβει).
(3) Ποια βήματα θα ανακοινώσει πως θα κάνει στην περίπτωση που δεν προκύψουν, από την επαναδιαπραγμάτευση, κάποια ελάχιστα οφέλη για την χώρα;
Ένα και απλό: Να δηλώσει ότι δεν θα δεχθεί τις επόμενες δόσεις από το EFSF. Ούτε καταγγελίες ούτε τίποτα. Απλά, ο νέος πρωθυπουργός να πει στους εταίρους μας: «Κυρίες και κύριοι, δεν μπορώ, με το χέρι στην καρδιά, να πάρω κι άλλα δάνεια από τους φορολογούμενούς σας, εφόσον δεν υπάρχει ένα πλάνο στο τραπέζι που να αφήνει έστω και μικρό περιθώριο ελπίδας ότι ο ελληνικός λαός θα μπορέσει να σας αποπληρώσει.» Και ο νοών νοείτο. [Καθώς, όπως είναι λογικό, αυτή η άρνηση εκταμίευσης σημαίνει και de facto επιβολή moratorium αποπληρωμών προς την ΕΚΤ – ανατρέποντας ολόκληρη τον Μνημονιακό «σχεδιασμό» της τρόικα όχι μόνο όσον αφορά την Ελλάδα αλλά και της Ιρλανδίας, Πορτογαλίας και Ισπανίας.]
Σε αυτό το σημείο να τονίσω ότι, έτσι κι αλλιώς, από τούδε και στο εξής, ούτε ένα ευρώ από αυτές τις δόσεις δεν θα πάρουμε για χρήση εκ μέρους του δημοσίου μας – όπως π.χ. η προηγούμενη δόση των €4,2 δις που πήγε ολόκληρη στην ΕΚΤ.
(4) Ποια θα είναι αυτά τα ελάχιστα οφέλη για την χώρα που, εφόσον δεν προσφερθούν από την «άλλη» πλευρά, η δική μας πλευρά θα προβεί στα βήματα του μέρους (3);
Αυτό είναι κάτι που κανείς διαπραγματευτής δεν αποκαλύπτει εξ αρχής. Σε γενικές γραμμές όμως, η «λεπτή κόκκινη γραμμή» πρέπει να χαραχθεί έτσι ώστε, αν τελικά συμφωνήσουμε με την τρόικα, να εξασφαλιστεί (κι όχι απλά να ανακοινωθεί στην βάση φαντασιώσεων – όπως έκαναν ο κ. Παπακωνσταντίνου κι ο κ. Βενιζέλος) ότι οι επενδύσεις θα είναι τέτοιες που να οδηγήσουν γρήγορα (εντός έξι μηνών το αργότερο) σε έναν ρυθμό μεγέθυνσης τους ονομαστικού ΑΕΠ γύρω το 3% (και πως θα ανέλθει κατόπιν στο 5% για να ξανα-αρχίσουν οι αποπληρωμές των δανείων στην τρόικα.)
(5) Πως θα προετοιμαστεί η κυβέρνηση για την περίπτωση που αναγκαστεί να κάνει αυτά τα βήματα;
Αν τελικά οι Ευρωπαίοι μας πουν «δεν μασάμε», τι κάνουμε; Αν εκείνη την στιγμή δεν προτιμούμε, εμείς οι ίδιοι, το να πούμε «όχι» στην επόμενη δόση από το να την λάβουμε, τότε η απειλή μας θα έχει αποδειχθεί κάλπικη και η στρατηγική μας θα βασίζεται σε μια μπλόφα – κάτι που καμία κυβέρνηση δεν δικαιούται να κάνει σε μια τόσο κρίσιμη στιγμή για την χώρα.
Για να προτιμούμε να πούμε το «όχι», από το να σκύψουμε το κεφάλι, είναι απαραίτητη η κατάλληλη προετοιμασία ώστε το ελληνικό δημόσιο, έστω και υπό το καθεστώς έκτακτης ανάγκης, να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό του άμεσα. Έχω ξανα-αναφερθεί σε δύο βασικούς τρόπους που μπορεί να το πετύχει: Πρώτον, με την από-πάνω-προς-τα-κάτω συμπίεση των μισθών του δημοσίου και, δεύτερον, με την έκδοση ομολογιών που, με νόμο, δεσμεύουν τα δημόσια ταμεία να κάνουν αποδεκτές τις ομολογίες αυτές για καταβολή ΦΠΑ, φόρους εισοδήματος κλπ έξι μήνες αργότερα και, μάλιστα, με γενναία έκπτωση (ακόμα και 20%).
Πολλοί συμπολίτες μας που γνωρίζουν από τώρα τι φόροι τους περιμένουν στην γωνία σε 6, 8, 12 μήνες, θα προτιμήσουν, αντί να βγάζουν τα χρήματα που τους έμειναν στις τράπεζες στο εξωτερικό με στόχο να τα ξαναφέρουν όταν θα πρέπει να πληρώσουν την εφορία, να αγοράσουν αυτές τις ειδικές φορο-ομολογίες εξασφαλίζοντας μια μεγάλη φορο-έκπτωση. Με αυτά τα δύο μέτρα, και άλλες γενναίες περικοπές δαπανών χωρίς άμεσο αντίκυπο στα κατώτερα εισοδήματα, το ελληνικό δημόσιο μπορεί να επιβιώσει έως ότου η Ευρώπη αναγκαστεί από την ζωή (και την πίεση μιας ΕΚΤ που θα βρεθεί σε μεγάλη υπαρξιακή αγωνία) να ανοίξει ξανά τις διαπραγματεύσεις με μεγαλύτερη σύνεση και καλύτερη διάθεση. Διαφορετικά, σε 6 ή 8 μήνες απλά δεν θα υπάρχει ευρωζώνη, ό,τι και να πράξει η ελληνική κυβέρνηση.
(6) Ποιο γενικότερο πλαίσιο συμφωνίας θα πρέπει να προτείνει η νέα κυβέρνηση;
Τα τελευταία δύο χρόνια, η εικόνα της χώρας μας στην Ευρώπη είναι αποκαρδιωτική. Οι έλληνες εμφανιζόμαστε ως ζητιάνοι που προσπαθούν να εξασφαλίσουν καλύτερους όρους για πάρτη τους, χωρίς να νοιάζονται για τα προβλήματα των άλλων ευρωπαίων, νότιων και βόρειων. Ότι παλεύουμε να εξασφαλίσουμε την δόση μας κι... έχει ο Θεός. Αυτό πρέπει να σταματήσει. Πως; Με δύο τρόπους.
Πρώτον, έχοντας δεσμευτεί ότι το ελληνικό δημόσιο ποτέ ξανά δεν θα έχει ούτε ένα ευρώ έλλειμμα (εφόσον η Ευρώπη αναλάβει το τραπεζικό σύστημα, τις ξένες άμεσες επενδύσεις, και ένα moratorium αποπληρωμών μέρι να έρθει η ανάκαμψη).
Και δεύτερον επιμένοντας, απαιτώντας θα έλεγα, ότι ό,τι ισχύει για την Ελλάδα θα πρέπει να ισχύει και για τις υπόλοιπες χώρες που βρίσκονται εντός του EFSF ή που ετοιμάζονται να μπούνε σε αυτό (δηλαδή η Ιταλία). Με αυτές τις δύο κινήσεις, η Ελλάδα θα αλλάξει την εικόνα που έχει στα μάτια των ευρωπαίων πολιτών, με σημαντικά μακροπρόθεσμα οικονομικά και πολιτικά οφέλη.
Αυτές είναι οι απαντήσεις μου στα έξι καυτά ερωτήματα περί επανα-διαπραγμάτευσης. Ποιο κόμμα έχει καταθέσει ένα τέτοιο πρόγραμμα; Κανένα, βεβαίως.
Η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ δεν είναι διατεθειμένοι ούτε καν να διανοηθούν μια απάντηση στο ερώτημα (3). Άρα, θα πάνε σε μια διαπραγμάτευση-παρωδία όπου το αποτέλεσμα θα θυμίζει Γιώργο Παπακωνσταντίνου ή Ευάγγελο Βενιζέλο, με θλιβερές θριαμβολογίες για «χαλάρωση όρων», κάποιες ανούσιες επιμηκύνσεις κλπ., που όμως θα αποτύχουν παταγωδώς να καταστήσουν βιώσιμη την ελληνική κοινωνική οικονομία και, έτσι, θα μας οδηγήσουν νομοτελειακά εκτός ευρωζώνης, εξοστρακίζοντάς μας σε μια στιγνή εξορία στην οποία, σύντομα, θα μας ακολουθήσουν και οι υπόλοιποι της περιφέρειας, μαζί και με την Γαλλία!
Μένει ο Σύριζα ως το μόνο κόμμα που θέτει το ερώτημα (3) και το απαντά ουσιαστικά. Για αυτό τον λόγο θα έχει την ψήφο μου.(****) Κι ας με στενοχωρεί η ρητορική του επίδοση στα περί «καταγγελιών», κατάργησης της λιτότητας (λες και είναι κάτι που μπορούμε να κάνουμε), νέων προσλήψεων στο δημόσιο, εθνικοποίηση των τραπεζών κλπ. Την Δευτέρα, αν κληθεί να σχηματίσει κυβέρνηση, είναι το μόνο μεγάλο (πλέον) κόμμα που μπορεί να επιχειρήσει μια διαπραγμάτευση σαν αυτή που περιέγραψα. Όσο για τις «άλλες» πολιτικές του, που απορρίπτω, ελπίζω ότι η αναρρίχηση στην ηλεκτρική καρέκλα της εξουσίας θα τις σκορπίσει στους πέντε ανέμους.
ΥΓ. Φτάνουν στα αυτιά μου, εδώ στο μακρυνό Seattle, πως αναλαμβάνω κυβερνητικό πόστο σε κυβέρνηση Σύριζα (κάτι που πολλοί θα σκεφτείτε ότι επιβεβαιώνεται από το πιο πάνω συμπέρασμά μου και την ψήφο μου στον Σύριζα). Για να μην υπάρχει παρεξήγηση μεταξύ μας, επιτρέψτε μου να είμαι σαφής: Θα βοηθήσω, όποια κυβέρνηση μου το ζητήσει. σε μια δύσκολη στιγμή. Συμβουλευτικά όμως. Για να ασκήσει κάποιος εξουσία από κυβερνητικό πόστο, πρέπει να έχει βαθμούς ελευθερίας (ιδίως σε μια διαπραγμάτευση) που δεν δικαιούται άνευ της δημοκρατικής νομιμοποίησης που μόνο η κρίση των πολιτών στην κάλπη μπορεί να προσφέρει.
(*) Αυτή ήταν εξ αρχής η πρότασή μας με τον Stuart Holland πριν από δύο χρόνια για την επίλυση της τραπεζικής κρίσης (βλ. εδώ – βλ. 2η πολιτική). Τώρα πια έχει γίνει κοινή πεποίθηση σε όλη την Ευρώπη, ακόμα και εντός της ΕΚΤ, ότι κάτι τέτοιο είναι αναπόφευκτο και επιθυμητό. [Βλ. σχετικό άρθρο του πρώην στελέχους της ΕΚΤ Lorenzo Bini Smaghi στους Financial Times]
(**) Όπως συνέβη, π.χ., με τα δάνεια της Βρετανίας από τις ΗΠΑ μετά τον Β’ ΠΠ.
(***) Άλλη μια πρόταση που ακούγεται πολύ τις μέρες αυτές (αν έχετε ακούσει περί ομολόγων-έργων ή project-bonds) την οποία όμως πρωτοδιαβάσατε εδώ – βλ. «Μια νέα αρχιτεκτονική για το ευρώ, προς το τέλος του κειμένου).
(****) Σε άρθρο μου προ των εκλογών του Μαΐου, είχα μοιράσει 10 ψήφους σε διάφορα κόμματα στο πλαίσιο αυτού που ονομάζουμε στην Θεωρία Παιγνίων «μεικτή στρατηγική». Δεν το κάνω σήμερα. Γιατί; Η ΔΗΜΑΡ που είχε λάβει 3 από εκείνες τις 10 ψήφους μου, απεδείχθη πανέτοιμη να αποδεχθεί τον εκβιασμό της τρόικα, αρνούμενη να απαντήσει στο ερώτημα (3) πιο πάνω.
Οι Οικολόγοι-Πράσινοι εξακολουθούν να είναι ένα σημαντικό κεφάλαιο για την χώρα αλλά αυτή την στιγμή προέχει η διαπραγμάτευση με την τρόικα – κάτι για το οποίο το κόμμα αυτό δεν έχει εκφέρει άποψη που να το κάνει να ξεχωρίζει (τουλάχιστον στα μάτια μου).
Η Δράση του κ. Μάνου έχει ως άποψη την μη διαπραγμάτευση. Αδυνατεί να κατανοήσει πως η θέση της χώρας στο ευρώ υπονομεύεται από την προσπάθεια τήρησης των όρων του Μνημονίου – κι ότι η απελευθέρωση αγορών σε ελεύθερη πτώση δεν θα αντιστρέψει το καταστροφικό τσουνάμι. Αφήστε που έπραξε το τεράστιο σφάλμα, για φιλελεύθερο κόμμα, της σύμπραξης με τον ισλαμοφοβικό κ. Τζήμερο ο οποίος θεωρεί πως οι εκπτώσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (π.χ. των μεταναστών) κατά κάποιον τρόπο εξισορροπούν τις απώλειες των «δικών» μας. [Εδώ πρέπει να ζητήσω συγγνώμη γιατί σε εκείνο το άρθρο είχα δώσει εύσημα στο τομέα των δικαιωμάτων των μειονοτήτων στην Δημιουργία Ξανά – απλά, δεν είχα διαβάσει αρκετά προσεκτικά τα λεγόμενά τους. Μήπως συνέβη το ίδιο και στον κ. Μάνο;]
Απ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΡΟΥΦΑΚΗΣ
Πώς οι επισκέψεις σε ιστοσελίδα ενός οικονομολόγου, επηρεάζουν τα spreads.
Του Γ. Βαρουφάκη
Πριν από μερικές μέρες εταιρεία λογισμικού μου δώρισε ένα νέο στατιστικό πακέτο, από εκείνα που πολύ θα ήθελα να είχα όταν ήμουν νεαρός φοιτητής και πάσχιζα να γράφω εκ του μηδενός δικά μου προγράμματα (μια και δεν υπήρχαν «έτοιμα»). Όταν βρέθηκα την επομένη «εγκλωβισμένος» δεκατέσσερις ώρες σ’ ένα αεροπλάνο (Λος Άντζελες-Σίδνεϋ), σκέφτηκα να «παίξω» με το δώρο μου. Καθώς δεν είχα στον υπολογιστή μου πρόχειρα πληθώρα στοιχείων, αναγκάστηκα να χρησιμοποιήσω ό,τι βρήκα για να δω πόσο φιλικό προς τον χρήστη ήταν το λογισμικό που μου χάρισαν. Τότε θυμήθηκα το σπουδαίο ρητό του Βιτγκενστάιν: οι περιορισμοί απελευθερώνουν!
Πράγματι, τα μόνα στοιχεία που βρήκα καταχωνιασμένα στον υπολογιστή μου μού επέβαλαν να παρατηρήσω έναν ενδιαφέροντα συσχετισμό, που διαφορετικά θα μου διέφευγε. Καθώς οι μόνες χρονοσειρές που είχα αφορούσαν (α) τα spreads των ομολόγων των διάφορων κρατών-μελών της ευρωζώνης και (β) τον αριθμό επισκεπτών στην προσωπική μου ιστοσελίδα, αναγκάστηκα να «τρέξω» απλές στατιστικές ελέγχου του βαθμού που το (α) συσχετίζεται με το (β). Και τι νομίζετε ότι βρήκα; Ότι το 98% των διακυμάνσεων στον αριθμό επισκέψεων στην ιστοσελίδα μου «εξηγείται» από τις διακυμάνσεις των spreads της Ισπανίας!
Προσέξτε τα εισαγωγικά στο ρήμα «εξηγείται». Οφείλονται στο ότι πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί όταν ερμηνεύουμε τα αποτελέσματα της οποιασδήποτε στατιστικής μεθόδου. Έστω, για παράδειγμα, ότι η μεταβλητή Χ αλλάζει πριν από την Υ και οι αλλαγές της Υ είναι ανάλογες των μεταβολών της Χ. Είναι πολύ εύκολο να συμπεράνουμε ότι η μεταβλητή Χ εξηγεί τις μεταβολές της Υ. Κάτι τέτοιο ισχύει στην περίπτωση που Χ είναι το πόσο πατά ο οδηγός το γκάζι του αυτοκινήτου και το Υ η ταχύτητα του τελευταίου. Όμως, αν κάνουμε το λάθος να θεωρήσουμε κάτι τέτοιο Γενικό Κανόνα, μπορεί να την πατήσουμε άσχημα. Π.χ. να πιστέψουμε ότι η αύξηση στη ζήτηση των παιχνιδιών προκαλεί... τα Χριστούγεννα.
Στη δική μου, όμως, περίπτωση τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. Είναι αδύνατον να φανταστώ ότι το αυξημένο ενδιαφέρον στα κείμενά μου προκαλεί αυξήσεις των ισπανικών spreads (αν και, κρίνοντας από κάποια σχόλια στα άρθρα μου, κάποιοι δεν θα δίσταζαν να σκεφτούν ακόμα και κάτι τέτοιο). Προφανώς, η «κατεύθυνση» της σχέσης αίτιου-αιτιατού ξεκινά από τα ισπανικά spreads και οδηγεί στην επισκεψιμότητα της ιστοσελίδας μου. Δεν θέλει πολλή σκέψη: το ενδιαφέρον του πολύ κόσμου για τα λεγόμενα ημών των οικονομολόγων αντανακλά πόσο βαθιά είναι η Κρίση. Σε νορμάλ εποχές ο κόσμος έβλεπε οικονομολόγο στο γυαλί κι έκανε (πολύ σωστά) κατευθείαν ζάπινγκ σε άλλη εκπομπή.
Το 1991 είχα την τύχη να γνωριστώ και να συνομιλήσω με τον Πολ Σουίζι, τον «πατριάρχη», κατά έναν τρόπο, των Αμερικανών ριζοσπαστών οικονομολόγων, ιδίως της Νέας Υόρκης. Μου αφηγήθηκε την εξής ιστορία: κάθε χρόνο προσέφερε ένα μάθημα Πολιτικής Οικονομίας στο πανεπιστήμιο. Επειδή δεν υπήρχε διαθέσιμη αίθουσα σεμιναρίου, του είχαν δώσει ένα τεράστιο αμφιθέατρο χωρητικότητας χιλίων ατόμων, για μια τάξη είκοσι φοιτητών. Μαζεύονταν όλοι σε μια γωνιά κι έκαναν μάθημα στην κατά τα άλλα άδεια, αχανή αίθουσα.
Μια χρονιά, μου είπε ο Σουίζι, ανέβαινε τις σκάλες για να παραδώσει το πρώτο μάθημα του εξαμήνου. Οι σκάλες ήταν φίσκα από φοιτητές που συνωστίζονταν για να μπουν στο αμφιθέατρο. Στην αίθουσα ήταν στοιβαγμένοι σαν τις σαρδέλες. «Αναρωτήθηκα», συνέχισε ο Σουίζι να μου λέει, «ποιος σταρ θα ερχόταν, σε ποιον είχαν δώσει το αμφιθέατρο, ξεχνώντας να με ειδοποιήσουν. Ρωτώ μια φοιτήτρια τι περιμένουν κι έμεινα εμβρόντητος όταν μου απάντησε “τον καθηγητή Σουίζι”». Τι είχε γίνει; Απλό. Είχε αρχίσει η βίαιη στρατολόγηση φοιτητών για να σταλούν στα πεδία του πολέμου του Βιετνάμ.
Η Αμερική έμπαινε σε μια βαθιά πολιτική και οικονομική Κρίση που, τελικά, άλλαξε τα πάντα. Μέσα στη σκοτοδίνη, στην ανασφάλεια που δημιουργεί μια Κρίση, το ενδιαφέρον για την Πολιτική Οικονομία ξάφνου εκτινάσσεται στον αέρα. Κι όταν αργότερα τα πράγματα ηρεμούν και η κοινωνία γαληνεύει, επιστρέφουμε στα άδεια αμφιθέατρα.
Όταν, λοιπόν, ξέσπασε το 2008 το Μεγάλο Κραχ των ημερών μας, το οποίο το 2009/10 κατέφθασε στα μέρη μας με συντριπτικά αποτελέσματα, ήμουν προετοιμασμένος (λόγω Σουίζι) για το αυξημένο ενδιαφέρον που θα περιέβαλλε τη δουλειά μας. Όμως, αυτό το νέο στοιχείο που ανακάλυψα στο αεροπλάνο δεν το περίμενα. Με ξάφνιασε. Σκεφτείτε το: πόσοι από τους επισκέπτες της ιστοσελίδας μου παρακολουθούν τα spreads της Ισπανίας; Σχεδόν κανείς. Κι όμως, οι επισκέψεις τους είναι σχεδόν απόλυτα εναρμονισμένες με τα σκαμπανεβάσματα αυτών των συγκεκριμένων spreads. Πώς γίνεται αυτό; Όσο το σκέφτομαι, το μυστήριο εξαφανίζεται. Η Ισπανία βρίσκεται στο επίκεντρο του δράματος του ευρώ. Την Ελλάδα μπορεί να τη σώσουν, αν θέλουν, ή και να την αγνοήσουν.
Την Ισπανία ούτε να τη σώσουν ούτε να την αγνοήσουν μπορούν, με τα ισχύοντα εργαλεία της Ε.Ε. Η κατάρρευσή της θα σφραγίσει το τέλος του ευρώ, το οποίο (με τη σειρά του) μας απειλεί με μια μεταμοντέρνα δεκαετία του ’30. Μπορεί το πλατύ κοινό να μην παρακολουθεί αυτά καθαυτά τα spreads της Ισπανίας. Όμως ο κόσμος αφουγκράζεται, πασχίζει να καταλάβει τι συμβαίνει, οι αντένες του είναι προτεταμένες και «πιάνουν» μηνύματα αρνητικά, τα οποία, πολύ πιθανόν, συσχετίζονται στατιστικά με τα ισπανικά spreads. Και τότε έχουν μεγαλύτερο κίνητρο να μπουν στην ιστοσελίδα ενός περίεργου οικονομολόγου και να δουν τι λέει για τα τεκταινόμενα.
Οπότε, κλείνω με μια διπλή ευχή: η επισκεψιμότητα στην ιστοσελίδα μου να τείνει προς το μηδέν και ο στατιστικός συσχετισμός της με τα επιτόκια δανεισμού της Ισπανίας να εξαφανιστεί. Τότε θα ξέρουμε πως η Κρίση τελείωσε...
Lifo
Του Γ. Βαρουφάκη
Πριν από μερικές μέρες εταιρεία λογισμικού μου δώρισε ένα νέο στατιστικό πακέτο, από εκείνα που πολύ θα ήθελα να είχα όταν ήμουν νεαρός φοιτητής και πάσχιζα να γράφω εκ του μηδενός δικά μου προγράμματα (μια και δεν υπήρχαν «έτοιμα»). Όταν βρέθηκα την επομένη «εγκλωβισμένος» δεκατέσσερις ώρες σ’ ένα αεροπλάνο (Λος Άντζελες-Σίδνεϋ), σκέφτηκα να «παίξω» με το δώρο μου. Καθώς δεν είχα στον υπολογιστή μου πρόχειρα πληθώρα στοιχείων, αναγκάστηκα να χρησιμοποιήσω ό,τι βρήκα για να δω πόσο φιλικό προς τον χρήστη ήταν το λογισμικό που μου χάρισαν. Τότε θυμήθηκα το σπουδαίο ρητό του Βιτγκενστάιν: οι περιορισμοί απελευθερώνουν!
Πράγματι, τα μόνα στοιχεία που βρήκα καταχωνιασμένα στον υπολογιστή μου μού επέβαλαν να παρατηρήσω έναν ενδιαφέροντα συσχετισμό, που διαφορετικά θα μου διέφευγε. Καθώς οι μόνες χρονοσειρές που είχα αφορούσαν (α) τα spreads των ομολόγων των διάφορων κρατών-μελών της ευρωζώνης και (β) τον αριθμό επισκεπτών στην προσωπική μου ιστοσελίδα, αναγκάστηκα να «τρέξω» απλές στατιστικές ελέγχου του βαθμού που το (α) συσχετίζεται με το (β). Και τι νομίζετε ότι βρήκα; Ότι το 98% των διακυμάνσεων στον αριθμό επισκέψεων στην ιστοσελίδα μου «εξηγείται» από τις διακυμάνσεις των spreads της Ισπανίας!
Προσέξτε τα εισαγωγικά στο ρήμα «εξηγείται». Οφείλονται στο ότι πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί όταν ερμηνεύουμε τα αποτελέσματα της οποιασδήποτε στατιστικής μεθόδου. Έστω, για παράδειγμα, ότι η μεταβλητή Χ αλλάζει πριν από την Υ και οι αλλαγές της Υ είναι ανάλογες των μεταβολών της Χ. Είναι πολύ εύκολο να συμπεράνουμε ότι η μεταβλητή Χ εξηγεί τις μεταβολές της Υ. Κάτι τέτοιο ισχύει στην περίπτωση που Χ είναι το πόσο πατά ο οδηγός το γκάζι του αυτοκινήτου και το Υ η ταχύτητα του τελευταίου. Όμως, αν κάνουμε το λάθος να θεωρήσουμε κάτι τέτοιο Γενικό Κανόνα, μπορεί να την πατήσουμε άσχημα. Π.χ. να πιστέψουμε ότι η αύξηση στη ζήτηση των παιχνιδιών προκαλεί... τα Χριστούγεννα.
Στη δική μου, όμως, περίπτωση τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. Είναι αδύνατον να φανταστώ ότι το αυξημένο ενδιαφέρον στα κείμενά μου προκαλεί αυξήσεις των ισπανικών spreads (αν και, κρίνοντας από κάποια σχόλια στα άρθρα μου, κάποιοι δεν θα δίσταζαν να σκεφτούν ακόμα και κάτι τέτοιο). Προφανώς, η «κατεύθυνση» της σχέσης αίτιου-αιτιατού ξεκινά από τα ισπανικά spreads και οδηγεί στην επισκεψιμότητα της ιστοσελίδας μου. Δεν θέλει πολλή σκέψη: το ενδιαφέρον του πολύ κόσμου για τα λεγόμενα ημών των οικονομολόγων αντανακλά πόσο βαθιά είναι η Κρίση. Σε νορμάλ εποχές ο κόσμος έβλεπε οικονομολόγο στο γυαλί κι έκανε (πολύ σωστά) κατευθείαν ζάπινγκ σε άλλη εκπομπή.
Το 1991 είχα την τύχη να γνωριστώ και να συνομιλήσω με τον Πολ Σουίζι, τον «πατριάρχη», κατά έναν τρόπο, των Αμερικανών ριζοσπαστών οικονομολόγων, ιδίως της Νέας Υόρκης. Μου αφηγήθηκε την εξής ιστορία: κάθε χρόνο προσέφερε ένα μάθημα Πολιτικής Οικονομίας στο πανεπιστήμιο. Επειδή δεν υπήρχε διαθέσιμη αίθουσα σεμιναρίου, του είχαν δώσει ένα τεράστιο αμφιθέατρο χωρητικότητας χιλίων ατόμων, για μια τάξη είκοσι φοιτητών. Μαζεύονταν όλοι σε μια γωνιά κι έκαναν μάθημα στην κατά τα άλλα άδεια, αχανή αίθουσα.
Μια χρονιά, μου είπε ο Σουίζι, ανέβαινε τις σκάλες για να παραδώσει το πρώτο μάθημα του εξαμήνου. Οι σκάλες ήταν φίσκα από φοιτητές που συνωστίζονταν για να μπουν στο αμφιθέατρο. Στην αίθουσα ήταν στοιβαγμένοι σαν τις σαρδέλες. «Αναρωτήθηκα», συνέχισε ο Σουίζι να μου λέει, «ποιος σταρ θα ερχόταν, σε ποιον είχαν δώσει το αμφιθέατρο, ξεχνώντας να με ειδοποιήσουν. Ρωτώ μια φοιτήτρια τι περιμένουν κι έμεινα εμβρόντητος όταν μου απάντησε “τον καθηγητή Σουίζι”». Τι είχε γίνει; Απλό. Είχε αρχίσει η βίαιη στρατολόγηση φοιτητών για να σταλούν στα πεδία του πολέμου του Βιετνάμ.
Η Αμερική έμπαινε σε μια βαθιά πολιτική και οικονομική Κρίση που, τελικά, άλλαξε τα πάντα. Μέσα στη σκοτοδίνη, στην ανασφάλεια που δημιουργεί μια Κρίση, το ενδιαφέρον για την Πολιτική Οικονομία ξάφνου εκτινάσσεται στον αέρα. Κι όταν αργότερα τα πράγματα ηρεμούν και η κοινωνία γαληνεύει, επιστρέφουμε στα άδεια αμφιθέατρα.
Όταν, λοιπόν, ξέσπασε το 2008 το Μεγάλο Κραχ των ημερών μας, το οποίο το 2009/10 κατέφθασε στα μέρη μας με συντριπτικά αποτελέσματα, ήμουν προετοιμασμένος (λόγω Σουίζι) για το αυξημένο ενδιαφέρον που θα περιέβαλλε τη δουλειά μας. Όμως, αυτό το νέο στοιχείο που ανακάλυψα στο αεροπλάνο δεν το περίμενα. Με ξάφνιασε. Σκεφτείτε το: πόσοι από τους επισκέπτες της ιστοσελίδας μου παρακολουθούν τα spreads της Ισπανίας; Σχεδόν κανείς. Κι όμως, οι επισκέψεις τους είναι σχεδόν απόλυτα εναρμονισμένες με τα σκαμπανεβάσματα αυτών των συγκεκριμένων spreads. Πώς γίνεται αυτό; Όσο το σκέφτομαι, το μυστήριο εξαφανίζεται. Η Ισπανία βρίσκεται στο επίκεντρο του δράματος του ευρώ. Την Ελλάδα μπορεί να τη σώσουν, αν θέλουν, ή και να την αγνοήσουν.
Την Ισπανία ούτε να τη σώσουν ούτε να την αγνοήσουν μπορούν, με τα ισχύοντα εργαλεία της Ε.Ε. Η κατάρρευσή της θα σφραγίσει το τέλος του ευρώ, το οποίο (με τη σειρά του) μας απειλεί με μια μεταμοντέρνα δεκαετία του ’30. Μπορεί το πλατύ κοινό να μην παρακολουθεί αυτά καθαυτά τα spreads της Ισπανίας. Όμως ο κόσμος αφουγκράζεται, πασχίζει να καταλάβει τι συμβαίνει, οι αντένες του είναι προτεταμένες και «πιάνουν» μηνύματα αρνητικά, τα οποία, πολύ πιθανόν, συσχετίζονται στατιστικά με τα ισπανικά spreads. Και τότε έχουν μεγαλύτερο κίνητρο να μπουν στην ιστοσελίδα ενός περίεργου οικονομολόγου και να δουν τι λέει για τα τεκταινόμενα.
Οπότε, κλείνω με μια διπλή ευχή: η επισκεψιμότητα στην ιστοσελίδα μου να τείνει προς το μηδέν και ο στατιστικός συσχετισμός της με τα επιτόκια δανεισμού της Ισπανίας να εξαφανιστεί. Τότε θα ξέρουμε πως η Κρίση τελείωσε...
Lifo
Απ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΡΟΥΦΑΚΗΣ
"Ο ματωμένος γάμος της Ευροζώνης"
του Γιάννη Βαρουφάκη
Καλά εμείς. Έστω ότι είμαστε φοροφυγάδες, διεφθαρμένοι, τεμπέληδες, ελλειμματικοί από την κούνια, Ελληνάρες που απαιτούμε να ζούμε από τον ιδρώτα των λαών που παράγουν. Οι Ισπανοί όμως; Εκείνοι τι φταίνε;
- Η Ισπανία δεν είχεπλεονασματικό προϋπολογισμόλίγο πριν ξεσπάσει η κρίση;
- Η Ισπανία δεν είχε χρέος κατά πολύ χαμηλότερο της Γερμανίας λίγο πριν ξεσπάσει η κρίση;
- Η Ισπανία δεν ήταν εκείνη που πέτυχε να κάνει τους μόνους πλεονασματικούς Ολυμπιακούς Αγώνες της Ιστορίας, αφήνοντας πίσω τους μια Μπαρτσελόνα χάρμα ιδέσθαι;
- Η Ισπανία δεν ήταν εκείνη που, με παράδειγμα τη Ζάρα, απέδειξε ότι η Ευρώπη μπορεί να παράγει προϊόντα υφαντουργίας χωρίς να χρειάζεται να μεταφέρει τις θέσεις εργασίας στην Άπω Ανατολή;
- Η Ισπανία δεν προσέφερε στη Volkswagen τα πιο επικερδή εργοστάσιά της στην Ευρώπη (εκείνα της Seat); Κι όμως, η χώρα αυτή βρίσκεται σήμερα στην ίδια μαύρη τρύπα με εμάς. Πώς είναι κάτι τέτοιο δυνατόν, αν η κρίση οφείλεται σε κακοδαιμονίες που, δίχως αμφιβολία, χαρακτηρίζουν την Ελλάδα αλλά σε καμία των περιπτώσεων την Ισπανία;
Για μια στιγμή ας ξεχάσουμε τα δικά μας και ας αναλογιστούμε το δράμα που εκτυλίσσεται στην Ισπανία (όχι μόνο από αλληλεγγύη προς τον συμπαθή λαό της δυτικής Μεσογείου, αλλά γιατί έτσι θα καταλάβουμε καλύτερα τι μας συμβαίνει κι εμάς τώρα, αυτή τη στιγμή): Από πέρσι το καλοκαίρι, οι ζημίες των ανόητων ισπανικών ιδιωτικών τραπεζών (που προκλήθηκαν από τζόγο στην αγορά ακινήτων) έχουν μεταφερθεί στους ώμους του ισπανικού δημοσίου, με αποτέλεσμα την ουσιαστική εκπαραθύρωση του τελευταίου από τις «αγορές». Για να μην αναγκαστεί η EE να παραδεχθεί ότι η Ισπανία είναι η τέταρτη χώρα που «καταπίπτει», αποφασίστηκε η εξής παρανοϊκή «λύση»:
1 Η ΕΚΤ θα δέχεται ό,τι παλιόχαρτο της φέρνουν οι ισπανικές τράπεζες ως «εχέγγυο» και έτσι θα τις δανείσει πάνω από 300 δις με επιτόκιο 1%.
2 Επειδή αυτά τα χρήματα αποτελούν δανεικά, και με τα δανεικά δεν αποφεύγεται μια πτώχευση (παρά μόνο αναβάλλεται), το ισπανικό κράτος θα δανειστεί κι άλλα χρήματα (από το EFSF) με επιτόκιο περί το 4% για να τα χαρίσει στις τράπεζες (στο πλαίσιο της επανακεψαλαιοποίησης) – χωρίς βέβαια να λάβει κοινές μετοχές (κάτι που αποτελεί κατάφορη παραβίαση των κανόνων του…καπιταλισμού).
3 Λόγω όμως του 2, το ισπανικό κράτος σπρώχνεται βαθύτερα στην πτώχευση. Για να μην βουλιάξει άμεσα, σκέφτηκαν το εξής σοφό: Οι τράπεζες, την ίδια ώρα που θα παίρνουν δανεικά (κι αγύριστα) από το ισπανικό κράτος, θα του δανείζουν με επιτόκια 6% μέρος των δανεικών που παίρνουν από την ΕΚΤ με επιτόκιο 1%.
Κατανοείτε τι σημαίνουν τα παραπάνω; Οι πτωχευμένες τράπεζες πρώτα μετέφεραν τις ζημίες τους στο ισπανικό κράτος, οδηγώντας το στην πτώχευση, κατόπιν εξασφάλισαν τόνους δανείων από την ΕΚΤ (με επιτόκιο 1%), μετά δάνεισαν ένα μέρος αυτών των χρημάτων στο… ισπανικό δημόσιο (με επιτόκιο 6%) και, παράλληλα, δανείζονται από το ισπανικό δημόσιο κι άλλα χρήμα τα οποία ο Ισπανός ψορολογούμενος δανείζεται από το EFSF. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ο απαράβατος όρος για να επιτραπεί στην Ισπανία αυτή «λύση» είναι η επιβολή λιτότητας, που θα συρρικνώσει κι άλλο το εθνικό εισόδημα, από το οποίο το κράτος θα πρέπει να αντλήσει τους φόρους που απαιτούνται για την αποπληρωμή όλων αυτών των δανείων που έχει φορτωθεί ο ισπανικός λαός εκ μέρους των τραπεζιτών.
Όταν, λοιπόν, Ευρωπαίοι συνάδελφοι, δημοσιογράφοι και πολιτικοί, δακτυλοδείχνουν την Ελλάδα επειδή τόλμησε να πει όχι στο ευρωπαϊκό «σχέδιο» καταπολέμησης της κρίσης, τους απαντώ χωρίς περιστροφές: Θα παραδεχθώ ό,τι θέλετε, αλλά μόνο όταν μου εξηγήσετε, στη βάση του Ορθού Λόγου, «τι στο διάβολο κάνετε στην Ισπανία;» .
* Το Παραπάνω κείμενο δημοσιεύεται στο περιοδικό HOT DOC
του Γιάννη Βαρουφάκη
Καλά εμείς. Έστω ότι είμαστε φοροφυγάδες, διεφθαρμένοι, τεμπέληδες, ελλειμματικοί από την κούνια, Ελληνάρες που απαιτούμε να ζούμε από τον ιδρώτα των λαών που παράγουν. Οι Ισπανοί όμως; Εκείνοι τι φταίνε;
- Η Ισπανία δεν είχεπλεονασματικό προϋπολογισμόλίγο πριν ξεσπάσει η κρίση;
- Η Ισπανία δεν είχε χρέος κατά πολύ χαμηλότερο της Γερμανίας λίγο πριν ξεσπάσει η κρίση;
- Η Ισπανία δεν ήταν εκείνη που πέτυχε να κάνει τους μόνους πλεονασματικούς Ολυμπιακούς Αγώνες της Ιστορίας, αφήνοντας πίσω τους μια Μπαρτσελόνα χάρμα ιδέσθαι;
- Η Ισπανία δεν ήταν εκείνη που, με παράδειγμα τη Ζάρα, απέδειξε ότι η Ευρώπη μπορεί να παράγει προϊόντα υφαντουργίας χωρίς να χρειάζεται να μεταφέρει τις θέσεις εργασίας στην Άπω Ανατολή;
- Η Ισπανία δεν προσέφερε στη Volkswagen τα πιο επικερδή εργοστάσιά της στην Ευρώπη (εκείνα της Seat); Κι όμως, η χώρα αυτή βρίσκεται σήμερα στην ίδια μαύρη τρύπα με εμάς. Πώς είναι κάτι τέτοιο δυνατόν, αν η κρίση οφείλεται σε κακοδαιμονίες που, δίχως αμφιβολία, χαρακτηρίζουν την Ελλάδα αλλά σε καμία των περιπτώσεων την Ισπανία;
Για μια στιγμή ας ξεχάσουμε τα δικά μας και ας αναλογιστούμε το δράμα που εκτυλίσσεται στην Ισπανία (όχι μόνο από αλληλεγγύη προς τον συμπαθή λαό της δυτικής Μεσογείου, αλλά γιατί έτσι θα καταλάβουμε καλύτερα τι μας συμβαίνει κι εμάς τώρα, αυτή τη στιγμή): Από πέρσι το καλοκαίρι, οι ζημίες των ανόητων ισπανικών ιδιωτικών τραπεζών (που προκλήθηκαν από τζόγο στην αγορά ακινήτων) έχουν μεταφερθεί στους ώμους του ισπανικού δημοσίου, με αποτέλεσμα την ουσιαστική εκπαραθύρωση του τελευταίου από τις «αγορές». Για να μην αναγκαστεί η EE να παραδεχθεί ότι η Ισπανία είναι η τέταρτη χώρα που «καταπίπτει», αποφασίστηκε η εξής παρανοϊκή «λύση»:
1 Η ΕΚΤ θα δέχεται ό,τι παλιόχαρτο της φέρνουν οι ισπανικές τράπεζες ως «εχέγγυο» και έτσι θα τις δανείσει πάνω από 300 δις με επιτόκιο 1%.
2 Επειδή αυτά τα χρήματα αποτελούν δανεικά, και με τα δανεικά δεν αποφεύγεται μια πτώχευση (παρά μόνο αναβάλλεται), το ισπανικό κράτος θα δανειστεί κι άλλα χρήματα (από το EFSF) με επιτόκιο περί το 4% για να τα χαρίσει στις τράπεζες (στο πλαίσιο της επανακεψαλαιοποίησης) – χωρίς βέβαια να λάβει κοινές μετοχές (κάτι που αποτελεί κατάφορη παραβίαση των κανόνων του…καπιταλισμού).
3 Λόγω όμως του 2, το ισπανικό κράτος σπρώχνεται βαθύτερα στην πτώχευση. Για να μην βουλιάξει άμεσα, σκέφτηκαν το εξής σοφό: Οι τράπεζες, την ίδια ώρα που θα παίρνουν δανεικά (κι αγύριστα) από το ισπανικό κράτος, θα του δανείζουν με επιτόκια 6% μέρος των δανεικών που παίρνουν από την ΕΚΤ με επιτόκιο 1%.
Κατανοείτε τι σημαίνουν τα παραπάνω; Οι πτωχευμένες τράπεζες πρώτα μετέφεραν τις ζημίες τους στο ισπανικό κράτος, οδηγώντας το στην πτώχευση, κατόπιν εξασφάλισαν τόνους δανείων από την ΕΚΤ (με επιτόκιο 1%), μετά δάνεισαν ένα μέρος αυτών των χρημάτων στο… ισπανικό δημόσιο (με επιτόκιο 6%) και, παράλληλα, δανείζονται από το ισπανικό δημόσιο κι άλλα χρήμα τα οποία ο Ισπανός ψορολογούμενος δανείζεται από το EFSF. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ο απαράβατος όρος για να επιτραπεί στην Ισπανία αυτή «λύση» είναι η επιβολή λιτότητας, που θα συρρικνώσει κι άλλο το εθνικό εισόδημα, από το οποίο το κράτος θα πρέπει να αντλήσει τους φόρους που απαιτούνται για την αποπληρωμή όλων αυτών των δανείων που έχει φορτωθεί ο ισπανικός λαός εκ μέρους των τραπεζιτών.
Όταν, λοιπόν, Ευρωπαίοι συνάδελφοι, δημοσιογράφοι και πολιτικοί, δακτυλοδείχνουν την Ελλάδα επειδή τόλμησε να πει όχι στο ευρωπαϊκό «σχέδιο» καταπολέμησης της κρίσης, τους απαντώ χωρίς περιστροφές: Θα παραδεχθώ ό,τι θέλετε, αλλά μόνο όταν μου εξηγήσετε, στη βάση του Ορθού Λόγου, «τι στο διάβολο κάνετε στην Ισπανία;» .
* Το Παραπάνω κείμενο δημοσιεύεται στο περιοδικό HOT DOC
Απ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΡΟΥΦΑΚΗΣ
Ο Francois στον δρόμο του Francois;
του Γιάνη Βαρουφάκη
Ήταν Φεβρουάριος του 1993. Σε ένα μικρό γραφείο συνεδριάσεων στις Βρυξέλλες, τρεις άντρες συσκέπτονταν. Οι δύο από αυτούς βρισκόντουσαν στο επίκεντρο ενός νέου μεγαλοεπίβολου πολιτικο-οικονομικού σχεδίου για την Ευρωπαϊκή Ένωση που σήμερα δοκιμάζεται τόσο σκληρά: ήταν ο Πρόεδρος της Γαλλίας Francois Mitterrand και ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Jacques Delors. Ο τρίτος ήταν σύμβουλος του τελευταίου και παραβρισκόταν επειδή ήταν ο εμπνευστής της ιδέας που ο Delors θα προσπαθούσε να πείσει τον γάλλο Πρόεδρο να ενστερνιστεί.
Ποια ιδέα; Την ιδέα ότι, για να εδραιωθεί σωστά η νομισματική ένωση που ετοίμαζαν τότε ο γάλλος Πρόεδρος με τον γερμανό Καγκελάριο Helmut Kohl, ήταν απαραίτητη η δημιουργία ενός κοινού ομολόγου που θα χρηματοδοτούσε κυρίως επενδυτικές ροές, χωρίς τις οποίες η απόκλιση των οικονομιών (που θα κλείδωναν τα νομίσματά τους μέσω του κοινού νομίσματος) θα ήταν αναπόφευκτη. Αυτή η πρόταση είχε πάρει την μορφή Green Paper που είχε ετοιμάσει ο σύμβουλος του Delors και το οποίο προσπαθούσαν, σύμβουλος και Πρόεδρος της Επιτροπής, να πείσουν τον Francois Mitterrand να ασπαστεί.
Η θεμελιώδης ιδέα ήταν να εκδοθούν ευρωομόλογα που θα χρηματοδοτούν επενδυτικά έργα μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) με διπλό στόχο (α) την δημιουργία ισχυρού κοινού ομολόγου το οποίο θα προσέλκυε επενδύσεις στην Ευρώπη από τον υπόλοιπο κόσμο και (β) την σύγκλιση των οικονομιών (κέντρου και περιφέρειας) της ευρωζώνης.
Ο Jacques Delors ανέπτυσσε την πρόταση για περίπου 40 λεπτά, δίνοντας τον καλύτερο εαυτό του. Ο Francois Mitterrand άκουγε προσεκτικά. Όταν ο Delors τελείωσε, έπεσε σιωπή στο δωμάτιο καθώς ο γάλλος Πρόεδρος σκεφτόταν για 5 ολόκληρα λεπτά πριν απαντήσει. Όταν ήρθε η ώρα να μιλήσει, κοίταξε το ταβάνι και είπε:
«Jacques, έχεις απόλυτο δίκιο. Όμως δεν υπάρχει πιθανότητα να προωθήσω αυτήν την πρότασή σου. Ο Helmut κι εγώ απλά δεν διαθέτουμε την πολιτική ισχύ να την περάσουμε. Προς το παρόν, απλά να δέσουμε τις οικονομίες μας με ένα κοινό νόμισμα μπορούμε – και αυτό θα κάνουμε. Όταν όμως μετά από δέκα ή δεκαπέντε χρόνια θα έρθει μια μεγάλη Κρίση, τότε οι διάδοχοί μας θα βρεθούν μπροστά σε ένα μεγάλο δίλημμα: Είτε να κάνουν πράξη αυτό που προτείνεις, είτε να αφήσουν το κοινό νόμισμα να καταρρεύσει.»
Ο λόγος που γνωρίζω αυτή την ιδωτική συζήτηση είναι επειδή ο «τρίτος άνθρωπος», ο σύμβουλος του Delors που είχε συγγράψει την εν λόγω πρόταση, δεν ήταν άλλος από τον Stuart Holland (με τον οποίο δουλεύουμε μαζί την πρόταση για την επίλυση της Κρίσης που πρωτο-διαβάσατε εδώ στο protagon πριν από καιρό, κατόπiν ξανά εδώ, και σε τελική επανέκδοση στο προηγούμενο άρθρο μου). Την αναφέρω όχι μόνο επειδή ο Francois Mitterand απεδείχθη εξαιρετικά προφητικός αλλά επειδή μας βοηθά να καταλάβουμε, σε αρκετό βαθμό, τι συμβαίνει αυτές τις μέρες στην Ευρώπη. Συγκεκριμένα, βοηθά να «αναγνώσουμε» τον Francois Holland ο οποίος, μην το ξεχνάμε, «ανδρώθηκε» πολιτικά υπό την σκιά του Mitterand και θα κάνει ό,τι μπορεί για να ολοκληρώσει αυτό που θεωρεί ότι ήταν το ανολοκλήρωτο έργο του δάσκαλού του.
Στην πρώτη του (άτυπη) Σύνοδο Κορυφής, ο νέος γάλλος Πρόεδρος απεδείχθη συνεπής με αυτή την «ανάγνωση» των στόχων του. Μεταξύ άλλων δήλωσε πως θα επιμείνει στα ευρωομόλογα, προσθέτοντας ότι: «η ιδέα δεν είναι απλά να προχωρήσουμε στην έκδοση ομολόγων έργων (project bonds) αλλά να σκεφτούμε τρόπους χρηματοδότησης που επιτρέπουν στις χώρες μας την πρόσβαση στα ελάχιστα δυνατά επιτόκια, θέτοντας τέλος στην κερδοσκοπία και στην αμφιβολία των αγορών.»
Αυτή του η τοποθέτηση φαίνεται ότι αποσταθεροποίησε την κα. Merkel, η οποία κατέληξε να πει κάτι το οποίο σίγουρα μετάνιωσε: Δήλωσε πως διαφωνεί επειδή τα ευρωομόλογα θα έριχναν πολύ τα επιτόκια και αυτό θα ήταν κακό επειδή τα χαμηλά επιτόκια ήταν εκείνα που ευθύνονται για τον υπερβολικό δανεισμό των κρατών η οποία οδήγησε, μετά το 2008, στην Κρίση.
Λέω ότι το μετάνιωσε για δύο λόγους: Πρώτον, επειδή η γερμανική γραμμή έως τώρα ήταν πως το ευρωομόλογο δεν θα πετύχαινε χαμηλά επιτόκια. Και, δεύτερον, επειδή έδωσε έναυσμα στον κ. Hollande να απαντήσει καταδεικνύοντας ότι, σήμερα, τα γερμανικά επιτόκια είναι εκείνα που τείνουν στο μηδέν (υπονοώντας ότι αν τα χαμηλά επιτόκια είναι εξ ορισμού «κακά», τότε η Γερμανία έχει το... πρόβλημα) την στιγμή που Ισπανία και Ιταλία αδυνατούν, λόγω επιτοκίων του 6%, να αναχρηματοδοτήσουν το χρέος τους.
Ως χαριστική βολή, ο κ. Hollande εστίασε (επακριβώς) στην διαφωνία του με την γερμανική κυβέρνηση: «Προς το παρόν» είπε, «η Γερμανία σκέφτεται ότι τα ευρωομόλογα, τουλάχιστον αυτή είναι η αισιόδοξη ερμηνεία μου, θα μπορούσε να είναι η κατάληξη, ενώ για εμάς πρέπει να είναι η αρχή [της λύσης].»
Κανονικά, όσοι έχετε παρακολουθήσει την εξέλιξη της πρότασής μας με τον Stuart Holland, ίσως να νομίσετε ότι οι εξελίξεις αυτές με χαροποιούν. Πράγματι, και τα τρία σκέλη της πρότασής μας φαίνεται ότι, ξαφνικά, βρέθηκαν στο επίκεντρο των συζητήσεων σε επίπεδο αρχηγών κρατών. Πέραν της ισχυρής υποστήριξης της ιδέας των ευρωομολόγων για την εξυπηρέτηση του κατά Μάαστριχτ χρέους των κρατών-μελών (όπως προτείνουμε στην Πολιτική 2 εδώ), αυτές τις μέρες υποστηρίχτηκε και:
1.η πρόταση ευρωπαιο-ποίησης του τραπεζικού συστήματος, με την απ’ ευθείας επανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών από το EFSF (δημοσίως από τον κ. Hollande, τον Ιρλανδό πρωθυπουργό Enda Kenny, τον ΟΟΣΑ, τον υπουργό οικονομικών της Ισπανίας και κύκλους της Fed (Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ) – βλ. Πολιτική 1 εδώ
2. η πρόταση για έκδοση νέων ευρωομολόγων από το EIF με στόχο την χρηματοδότηση ενός ευρωπαϊκού New Deal – βλ. Πολιτική 2 εδώ
Κι όμως. Όσο θετικό κι αν είναι το γεγονός ότι, επί τέλους, άρχισε η συζήτηση που τόσο καιρό η Ευρώπη αρνιόταν να κάνει, πολύ φοβάμαι ότι είναι, ίσως, πολύ αργά. Ελπίζω να σφάλω. Πραγματικά το ελπίζω. Δεν σας κρύβω όμως ότι δεν είμαι αισιόδοξος. Και δεν αναφέρομαι στην Ελλάδα μόνο – αντίθετα με πολλούς που φοβούνται ότι η Ελλάδα θα θυσιαστεί ώστε να σωθεί η υπόλοιπη ευρωζώνη. Το κοινό νόμισμα είναι έτσι δημιουργημένο που είναι αδύνατον να επιβιώσει μετά από μια ελληνική έξοδο. Ο φόβος μου αφορά, όπως έγραφα από τον Μάρτιο του 2010, ολόκληρη την ήπειρό μας. Γιατί τέτοια απαισιοδοξία; Για τρεις λόγους:
Πρώτον, επειδή η εφαρμοζόμενη πολιτική στην ευρωζώνη ολόκληρη έχει διώξει σχεδόν όλα τα ιδιωτικά κεφάλαια από το τραπεζικό σύστημα της Ευρώπης. Δεν εννοώ τις καταθέσεις που απέδρασαν προς Ελβετία κλπ. Εννοώ τους επενδυτές που κάποτε αγόραζαν είτε μετοχές τραπεζών είτε ομόλογα τραπεζών (δηλαδή, τις δάνειζαν). Αυτά τα κεφάλαια ετράπησαν σε φυγή εδώ και καιρό, ιδίως όταν (μετά τον Δεκέμβριο) η ΕΚΤ δάνεισε περί το 1 τρις στις τράπεζες (για να δανείσουν εκείνες τα κράτη).
Αυτά τα δάνεια της κεντρικής τράπεζας πανικόβαλαν τους επενδυτές οι οποίοι, μετά το δικό μας (εγκληματικό) PSI, γνωρίζουν πως, στην περίπτωση που οι τράπεζες έχουν πρόβλημα, τα δικά τους δάνεια σε αυτές (ή οι μετοχές τους) θα «κουρευτούν» πριν χάσει μια πεντάρα η ΕΚΤ. Έτσι, απεδήμησαν για άλλους τόπους. Ένα τραπεζικό σύστημα το οποίο έχει χάσει την πρόσβασή του σε ιδιωτικά κεφάλαια, και βασίζεται αποκλειστικά πλέον σε μια Κεντρική Τράπεζα η οποία μάλιστα φοβάται τον ίσκιο της (δηλαδή την Bundesbank), αποτελεί νάρκη στα θεμέλια της ευρωζώνης.
Δεύτερον, επειδή μαζί με την απόδραση των καταθέσεων από τις τράπεζες της ευρωπαϊκής περιφέρειας, απέδρασαν και τα μη ευρωπαϊκά κεφάλαια από την ευρωπαϊκή αγορά ομολόγων. Λόγω της ανόητης πολιτικής (ή, για την ακρίβεια, μη πολιτικής) που μετά το δικό μας Μνημόνιο εφαρμόζει η Ευρώπη παντού, και με την τραπεζική κρίση να κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, οι ξένοι επενδυτές ξεπουλούν τα ομόλογά τους ακόμα και χωρών πλεονασματικών όπως η Αυστρία (κάτι που δικαιολογεί την πρόσφατη αλλαγή στάσης της Βιέννης υπέρ των ευρωομολόγων). Έτσι, το μόνο που κρατά ζωντανά τα κράτη-μέλη είναι η έμμεση χρηματοδότησή τους από την ΕΚΤ (μέσω των προβληματικών τραπεζών).
Τρίτον, το SPD: το γερμανικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα το οποίο, αν και πέρσι υιοθέτησε την πρότασή μας (επισήμως μάλιστα), σήμερα υποστηρίζει την σκληρή γραμμή της κας Merkel, φοβούμενο ότι θα χάσει ψήφους αν την αφήσει να το παρουσιάσει στην κοινή γνώμη της Γερμανίας ως φιλο-γαλλικό κόμμα έτοιμο να υποχωρήσει στις πιέσεις των ελλειμματικών.
Εν κατακλείδι, από την μία παρατηρώ το σαράκι να έχει ροκανίσει τα θεμέλια της ευρωζώνης ενώ, από την άλλη, παρακολουθώ έντρομος την απόλυτη παράλυση της μίας μεγάλης γερμανικής πολιτικής δύναμης που γνωρίζει τι πρέπει να γίνει για να σωθεί η ευρωζώνη. Ελπίζω να κάνω λάθος. Όμως, μην ξεχνάμε τα προφητικά λόγια του Francois Mitterand σε εκείνη την συζήτηση του 1993:
«Όταν ... μετά από δέκα ή δεκαπέντε χρόνια θα έρθει μια μεγάλη Κρίση, τότε οι διάδοχοί μας θα βρεθούν μπροστά σε ένα μεγάλο δίλημμα: Είτε να κάνουν πράξη αυτό που προτείνεις, είτε να αφήσουν το κοινό νόμισμα να καταρρεύσει.» Αυτό το «είτε» δίνει πιθανότητες 50-50 στα δύο ενδεχόμενα. Ένα 50% πιθανότητα κατάρρευσης του ευρώ ισοδυναμεί με ένα 50% πιθανότητα μιας νέας δυστοπίας για ολόκληρη της ήπειρο. Ελπίζω η λοταρία της Ιστορίας να κληρώσει το «άλλο 50%». Θέλει όμως δουλειά πολλή και ταχύτατη.
Protagon.gr
του Γιάνη Βαρουφάκη
Ήταν Φεβρουάριος του 1993. Σε ένα μικρό γραφείο συνεδριάσεων στις Βρυξέλλες, τρεις άντρες συσκέπτονταν. Οι δύο από αυτούς βρισκόντουσαν στο επίκεντρο ενός νέου μεγαλοεπίβολου πολιτικο-οικονομικού σχεδίου για την Ευρωπαϊκή Ένωση που σήμερα δοκιμάζεται τόσο σκληρά: ήταν ο Πρόεδρος της Γαλλίας Francois Mitterrand και ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Jacques Delors. Ο τρίτος ήταν σύμβουλος του τελευταίου και παραβρισκόταν επειδή ήταν ο εμπνευστής της ιδέας που ο Delors θα προσπαθούσε να πείσει τον γάλλο Πρόεδρο να ενστερνιστεί.
Ποια ιδέα; Την ιδέα ότι, για να εδραιωθεί σωστά η νομισματική ένωση που ετοίμαζαν τότε ο γάλλος Πρόεδρος με τον γερμανό Καγκελάριο Helmut Kohl, ήταν απαραίτητη η δημιουργία ενός κοινού ομολόγου που θα χρηματοδοτούσε κυρίως επενδυτικές ροές, χωρίς τις οποίες η απόκλιση των οικονομιών (που θα κλείδωναν τα νομίσματά τους μέσω του κοινού νομίσματος) θα ήταν αναπόφευκτη. Αυτή η πρόταση είχε πάρει την μορφή Green Paper που είχε ετοιμάσει ο σύμβουλος του Delors και το οποίο προσπαθούσαν, σύμβουλος και Πρόεδρος της Επιτροπής, να πείσουν τον Francois Mitterrand να ασπαστεί.
Η θεμελιώδης ιδέα ήταν να εκδοθούν ευρωομόλογα που θα χρηματοδοτούν επενδυτικά έργα μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) με διπλό στόχο (α) την δημιουργία ισχυρού κοινού ομολόγου το οποίο θα προσέλκυε επενδύσεις στην Ευρώπη από τον υπόλοιπο κόσμο και (β) την σύγκλιση των οικονομιών (κέντρου και περιφέρειας) της ευρωζώνης.
Ο Jacques Delors ανέπτυσσε την πρόταση για περίπου 40 λεπτά, δίνοντας τον καλύτερο εαυτό του. Ο Francois Mitterrand άκουγε προσεκτικά. Όταν ο Delors τελείωσε, έπεσε σιωπή στο δωμάτιο καθώς ο γάλλος Πρόεδρος σκεφτόταν για 5 ολόκληρα λεπτά πριν απαντήσει. Όταν ήρθε η ώρα να μιλήσει, κοίταξε το ταβάνι και είπε:
«Jacques, έχεις απόλυτο δίκιο. Όμως δεν υπάρχει πιθανότητα να προωθήσω αυτήν την πρότασή σου. Ο Helmut κι εγώ απλά δεν διαθέτουμε την πολιτική ισχύ να την περάσουμε. Προς το παρόν, απλά να δέσουμε τις οικονομίες μας με ένα κοινό νόμισμα μπορούμε – και αυτό θα κάνουμε. Όταν όμως μετά από δέκα ή δεκαπέντε χρόνια θα έρθει μια μεγάλη Κρίση, τότε οι διάδοχοί μας θα βρεθούν μπροστά σε ένα μεγάλο δίλημμα: Είτε να κάνουν πράξη αυτό που προτείνεις, είτε να αφήσουν το κοινό νόμισμα να καταρρεύσει.»
Ο λόγος που γνωρίζω αυτή την ιδωτική συζήτηση είναι επειδή ο «τρίτος άνθρωπος», ο σύμβουλος του Delors που είχε συγγράψει την εν λόγω πρόταση, δεν ήταν άλλος από τον Stuart Holland (με τον οποίο δουλεύουμε μαζί την πρόταση για την επίλυση της Κρίσης που πρωτο-διαβάσατε εδώ στο protagon πριν από καιρό, κατόπiν ξανά εδώ, και σε τελική επανέκδοση στο προηγούμενο άρθρο μου). Την αναφέρω όχι μόνο επειδή ο Francois Mitterand απεδείχθη εξαιρετικά προφητικός αλλά επειδή μας βοηθά να καταλάβουμε, σε αρκετό βαθμό, τι συμβαίνει αυτές τις μέρες στην Ευρώπη. Συγκεκριμένα, βοηθά να «αναγνώσουμε» τον Francois Holland ο οποίος, μην το ξεχνάμε, «ανδρώθηκε» πολιτικά υπό την σκιά του Mitterand και θα κάνει ό,τι μπορεί για να ολοκληρώσει αυτό που θεωρεί ότι ήταν το ανολοκλήρωτο έργο του δάσκαλού του.
Στην πρώτη του (άτυπη) Σύνοδο Κορυφής, ο νέος γάλλος Πρόεδρος απεδείχθη συνεπής με αυτή την «ανάγνωση» των στόχων του. Μεταξύ άλλων δήλωσε πως θα επιμείνει στα ευρωομόλογα, προσθέτοντας ότι: «η ιδέα δεν είναι απλά να προχωρήσουμε στην έκδοση ομολόγων έργων (project bonds) αλλά να σκεφτούμε τρόπους χρηματοδότησης που επιτρέπουν στις χώρες μας την πρόσβαση στα ελάχιστα δυνατά επιτόκια, θέτοντας τέλος στην κερδοσκοπία και στην αμφιβολία των αγορών.»
Αυτή του η τοποθέτηση φαίνεται ότι αποσταθεροποίησε την κα. Merkel, η οποία κατέληξε να πει κάτι το οποίο σίγουρα μετάνιωσε: Δήλωσε πως διαφωνεί επειδή τα ευρωομόλογα θα έριχναν πολύ τα επιτόκια και αυτό θα ήταν κακό επειδή τα χαμηλά επιτόκια ήταν εκείνα που ευθύνονται για τον υπερβολικό δανεισμό των κρατών η οποία οδήγησε, μετά το 2008, στην Κρίση.
Λέω ότι το μετάνιωσε για δύο λόγους: Πρώτον, επειδή η γερμανική γραμμή έως τώρα ήταν πως το ευρωομόλογο δεν θα πετύχαινε χαμηλά επιτόκια. Και, δεύτερον, επειδή έδωσε έναυσμα στον κ. Hollande να απαντήσει καταδεικνύοντας ότι, σήμερα, τα γερμανικά επιτόκια είναι εκείνα που τείνουν στο μηδέν (υπονοώντας ότι αν τα χαμηλά επιτόκια είναι εξ ορισμού «κακά», τότε η Γερμανία έχει το... πρόβλημα) την στιγμή που Ισπανία και Ιταλία αδυνατούν, λόγω επιτοκίων του 6%, να αναχρηματοδοτήσουν το χρέος τους.
Ως χαριστική βολή, ο κ. Hollande εστίασε (επακριβώς) στην διαφωνία του με την γερμανική κυβέρνηση: «Προς το παρόν» είπε, «η Γερμανία σκέφτεται ότι τα ευρωομόλογα, τουλάχιστον αυτή είναι η αισιόδοξη ερμηνεία μου, θα μπορούσε να είναι η κατάληξη, ενώ για εμάς πρέπει να είναι η αρχή [της λύσης].»
Κανονικά, όσοι έχετε παρακολουθήσει την εξέλιξη της πρότασής μας με τον Stuart Holland, ίσως να νομίσετε ότι οι εξελίξεις αυτές με χαροποιούν. Πράγματι, και τα τρία σκέλη της πρότασής μας φαίνεται ότι, ξαφνικά, βρέθηκαν στο επίκεντρο των συζητήσεων σε επίπεδο αρχηγών κρατών. Πέραν της ισχυρής υποστήριξης της ιδέας των ευρωομολόγων για την εξυπηρέτηση του κατά Μάαστριχτ χρέους των κρατών-μελών (όπως προτείνουμε στην Πολιτική 2 εδώ), αυτές τις μέρες υποστηρίχτηκε και:
1.η πρόταση ευρωπαιο-ποίησης του τραπεζικού συστήματος, με την απ’ ευθείας επανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών από το EFSF (δημοσίως από τον κ. Hollande, τον Ιρλανδό πρωθυπουργό Enda Kenny, τον ΟΟΣΑ, τον υπουργό οικονομικών της Ισπανίας και κύκλους της Fed (Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ) – βλ. Πολιτική 1 εδώ
2. η πρόταση για έκδοση νέων ευρωομολόγων από το EIF με στόχο την χρηματοδότηση ενός ευρωπαϊκού New Deal – βλ. Πολιτική 2 εδώ
Κι όμως. Όσο θετικό κι αν είναι το γεγονός ότι, επί τέλους, άρχισε η συζήτηση που τόσο καιρό η Ευρώπη αρνιόταν να κάνει, πολύ φοβάμαι ότι είναι, ίσως, πολύ αργά. Ελπίζω να σφάλω. Πραγματικά το ελπίζω. Δεν σας κρύβω όμως ότι δεν είμαι αισιόδοξος. Και δεν αναφέρομαι στην Ελλάδα μόνο – αντίθετα με πολλούς που φοβούνται ότι η Ελλάδα θα θυσιαστεί ώστε να σωθεί η υπόλοιπη ευρωζώνη. Το κοινό νόμισμα είναι έτσι δημιουργημένο που είναι αδύνατον να επιβιώσει μετά από μια ελληνική έξοδο. Ο φόβος μου αφορά, όπως έγραφα από τον Μάρτιο του 2010, ολόκληρη την ήπειρό μας. Γιατί τέτοια απαισιοδοξία; Για τρεις λόγους:
Πρώτον, επειδή η εφαρμοζόμενη πολιτική στην ευρωζώνη ολόκληρη έχει διώξει σχεδόν όλα τα ιδιωτικά κεφάλαια από το τραπεζικό σύστημα της Ευρώπης. Δεν εννοώ τις καταθέσεις που απέδρασαν προς Ελβετία κλπ. Εννοώ τους επενδυτές που κάποτε αγόραζαν είτε μετοχές τραπεζών είτε ομόλογα τραπεζών (δηλαδή, τις δάνειζαν). Αυτά τα κεφάλαια ετράπησαν σε φυγή εδώ και καιρό, ιδίως όταν (μετά τον Δεκέμβριο) η ΕΚΤ δάνεισε περί το 1 τρις στις τράπεζες (για να δανείσουν εκείνες τα κράτη).
Αυτά τα δάνεια της κεντρικής τράπεζας πανικόβαλαν τους επενδυτές οι οποίοι, μετά το δικό μας (εγκληματικό) PSI, γνωρίζουν πως, στην περίπτωση που οι τράπεζες έχουν πρόβλημα, τα δικά τους δάνεια σε αυτές (ή οι μετοχές τους) θα «κουρευτούν» πριν χάσει μια πεντάρα η ΕΚΤ. Έτσι, απεδήμησαν για άλλους τόπους. Ένα τραπεζικό σύστημα το οποίο έχει χάσει την πρόσβασή του σε ιδιωτικά κεφάλαια, και βασίζεται αποκλειστικά πλέον σε μια Κεντρική Τράπεζα η οποία μάλιστα φοβάται τον ίσκιο της (δηλαδή την Bundesbank), αποτελεί νάρκη στα θεμέλια της ευρωζώνης.
Δεύτερον, επειδή μαζί με την απόδραση των καταθέσεων από τις τράπεζες της ευρωπαϊκής περιφέρειας, απέδρασαν και τα μη ευρωπαϊκά κεφάλαια από την ευρωπαϊκή αγορά ομολόγων. Λόγω της ανόητης πολιτικής (ή, για την ακρίβεια, μη πολιτικής) που μετά το δικό μας Μνημόνιο εφαρμόζει η Ευρώπη παντού, και με την τραπεζική κρίση να κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, οι ξένοι επενδυτές ξεπουλούν τα ομόλογά τους ακόμα και χωρών πλεονασματικών όπως η Αυστρία (κάτι που δικαιολογεί την πρόσφατη αλλαγή στάσης της Βιέννης υπέρ των ευρωομολόγων). Έτσι, το μόνο που κρατά ζωντανά τα κράτη-μέλη είναι η έμμεση χρηματοδότησή τους από την ΕΚΤ (μέσω των προβληματικών τραπεζών).
Τρίτον, το SPD: το γερμανικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα το οποίο, αν και πέρσι υιοθέτησε την πρότασή μας (επισήμως μάλιστα), σήμερα υποστηρίζει την σκληρή γραμμή της κας Merkel, φοβούμενο ότι θα χάσει ψήφους αν την αφήσει να το παρουσιάσει στην κοινή γνώμη της Γερμανίας ως φιλο-γαλλικό κόμμα έτοιμο να υποχωρήσει στις πιέσεις των ελλειμματικών.
Εν κατακλείδι, από την μία παρατηρώ το σαράκι να έχει ροκανίσει τα θεμέλια της ευρωζώνης ενώ, από την άλλη, παρακολουθώ έντρομος την απόλυτη παράλυση της μίας μεγάλης γερμανικής πολιτικής δύναμης που γνωρίζει τι πρέπει να γίνει για να σωθεί η ευρωζώνη. Ελπίζω να κάνω λάθος. Όμως, μην ξεχνάμε τα προφητικά λόγια του Francois Mitterand σε εκείνη την συζήτηση του 1993:
«Όταν ... μετά από δέκα ή δεκαπέντε χρόνια θα έρθει μια μεγάλη Κρίση, τότε οι διάδοχοί μας θα βρεθούν μπροστά σε ένα μεγάλο δίλημμα: Είτε να κάνουν πράξη αυτό που προτείνεις, είτε να αφήσουν το κοινό νόμισμα να καταρρεύσει.» Αυτό το «είτε» δίνει πιθανότητες 50-50 στα δύο ενδεχόμενα. Ένα 50% πιθανότητα κατάρρευσης του ευρώ ισοδυναμεί με ένα 50% πιθανότητα μιας νέας δυστοπίας για ολόκληρη της ήπειρο. Ελπίζω η λοταρία της Ιστορίας να κληρώσει το «άλλο 50%». Θέλει όμως δουλειά πολλή και ταχύτατη.
Protagon.gr
Γιάννης Βαρουφάκης...
<<Μια φορά θυμάμαι…>>
https://youtu.be/LgIRw0nfwCI
του Γιάνη Βαρουφάκη
Μερικές μέρες πριν τα Χριστούγεννα του 1988 ήμουν σχεδόν έτοιμος για την μεγάλη απόδραση προς το Κόκκινο Κέντρο. Δυο μήνες μετά την μετανάστευσή μου από την υγρή και πράσινη Αγγλία, θα πήγαινα στην κόκκινη, άνυδρη έρημο της Αυστραλίας. Έτσι, ολομόναχος. Μόνο και μόνο για να αφουγκραστώ, μακρυά από τους ουρανοξύστες και τα επιφαινόμενα δημιουργήματα των ευρωπαίων στα παράλια της νέας μου χώρας, την αρχαιότερη (γεωλογικά) ήπειρο. Φοβισμένος από τις προειδοποιήσεις πως εκεί που πάω μπορεί να κάνω χίλια χιλιόμετρα χωρίς να δω άνθρωπο, φόρτωσα στο πορτμπαγκάζ του τερατώδους βαριά μεταχειρισμένου Holden ένα φορητό ντεπόζιτο βενζίνης, τρεις ρεζέρβες, λίγα εργαλεία, μια βαλίτσα κι έναν χάρτη.
Μέσα από το παρμπρίζ ξετυλίχτηκε σαν road movie το κλασικό τοπίο της Νοτιοανατολικής Αυστραλίας που χάνεις οδηγώντας προς το Κέντρο. Πυκνά δάση ευκαλύπτων στην αρχή, πράσινα υψίπεδα με λιγότερα δέντρα στα διακόσια χιλιόμετρα και βουκολικές σκηνές που θυμίζουν βόρεια Ευρώπη λίγο πιο μετά. Μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα αργότερα, ο δρόμος συρρικνώνεται σε πλάτος, η θερμοκρασία χτυπά τους τριάντα, το τοπίο αρχίζει να καφετίζει και η μοναχική πορεία του αυτοκίνητου διακόπτεται που και που από στιγμές κορυφαίου πανικού που προκαλούν επερχόμενα θηριώδη φορτηγά έτσι όπως απαιτούν, και το καταφέρνουν, να βγάλεις εσύ τις δυο αριστερές ρόδες εκτός ασφάλτου για να περάσουν. Στα χίλια χιλιόμετρα από το Sydney το τοπίο έχει γίνει βαθύ κόκκινο, ο δρόμος γίνεται ευθεία και, λίγο-λίγο, μεταφέρεσαι στο σκηνικό του Mad Max.
Στα χίλια πεντακόσια χιλιόμετρα, με τα βλέφαρα ασήκωτα, αντίκρισα την πρώτη μου στάση. Δεν ήταν καν χωριό. Ένα βενζινάδικο, ένα μπακάλικο, ένα άλλο κτήριο απροσδιόριστης χρήσης και, βεβαίως, το μεγάλο, εντυπωσιακό, παρακμάζον ξύλινο, τριώροφο Hotel. Έτσι ονομάζουν στην Αυστραλία τα μπαρ: ξενοδοχεία, τα οποία θυμίζουν περισσότερο αμερικανικά saloons παρά μπαρ. Κι αυτό επειδή στον 19ο αιώνα οι πουριτανοί είχαν το πάνω χέρι στα κοινοβούλια των τότε αποικιών και, στην προσπάθειά τους να εισαγάγουν την ποτοαπαγόρευση, απαγόρευσαν την αγορά οινοπνευματωδών με εξαίρεση τους… ταξιδιώτες. Να πως ξεφύτρωσαν εντυπωσιακά «ξενοδοχεία» (με τρία δωμάτια προς ενοικίαση, όπως απαιτούσε ο νόμος) στις ξεχασμένες εκείνες γωνιές της γης.
«Welcome mite» ακούω να λέει ο μπάρμαν-ιδιοκτήτης, ένας κατακόκκινος από τον ήλιο και το οινόπνευμα, χαμογελαστός, εξηντάρης (που αποδείχθηκε 45άρης) ονόματι Brad. Το saloon τεράστιο, με ατμόσφαιρα 19ου αιώνα, τεράστιους βρώμικους καθρέπτες στους τοίχους, βαριά έπιπλα που πριν δεκαετίες θα ήταν η αποθέωση της χλιδής, σκηνή επί της οποίας κάποτε θα ανέβαιναν παραστάσεις καμπαρέ, σκόνη παντού, αλλά και μια υφέρπουσα αρχοντιά. Χρόνια μετά το ξαναείδα το σκηνικό. Όχι επειδή επέστεψα αλλά επειδή χρησιμοποιήθηκε πράγματι ως σκηνικό στην ταινία Priscilla: Queen of the Desert (αν δεν την έχετε δει, δείτε την). Οι μόνες ψυχές στον τεράστιο χώρο (από του οποίου την μεγάλη στριφογυριστή ξύλινη σκάλα που οδηγούσε στο δωμάτιό μου θα ταίριαζε να κατέβει η Rita Hayworth) ήταν ο Brad, εγώ, ένας οδηγός φορτηγού που ξαπόσταινε ξεκοκκαλίζοντας μια μπριζόλα και, στο βάθος του saloon ένα ζευγάρι ηλικιωμένων aborigines που έπιναν την μπύρα τους κοιτάζοντας ο ένας στα μάτια την άλλη.
Βλέποντάς με να παρατηρώ τον χώρο, την ώρα που μανιωδώς προσπαθούσε να στεγνώσει με ένα πανί το ποτήρι μπύρας που μόλις έπλυνε ετοιμάζοντας να με σερβίρει, ο Brad ένιωσε την ανάγκη να μου πει την ιστορία: Στα 1900 χτύπησαν φλέβα χρυσού στην περιοχή. Για δέκα χρόνια, μια πόλη δέκα χιλιάδων ψυχών ορθώθηκε αυθόρμητα και το ίδιο αυθόρμητα εξαφανίστηκε όταν ανακαλύφθηκαν πολύ πλουσιότερες φλέβες μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα παρακάτω. Το ξενοδοχείο του είναι το μόνο που έμεινε για να θυμίζει εκείνη την αναλαμπή.
Έκατσα στο μπαρ, δίπλα στον αμίλητο, στωικό φορτηγατζή, για να μπορεί ο Brad να μιλάει ακατάπαυστα χωρίς να πηγαινοέρχεται καθώς ετοίμαζε το burger μου. Οι ιστορίες του είχαν την αξία εγκυκλοπαίδειας, τουλάχιστον για τον ξένο που πάει στα μέρα εκείνα για να μάθει. Άκουγα προσεκτικά πίνοντας την μπύρα που μου σέρβιρε, προσπαθώντας να κρύψω το ότι δεν είμαι φίλος της Κίτρινης, για τους Αυστραλούς, Θεάς. (Η σχέση μας θα είχε, φυσικά, διαρραγεί απότομα και μόνιμα αν είχα αποκαλύψει ότι δεν πίνω μπύρα.) Θα τον άφηνα να μιλά για ώρες αν δεν είχε διακοπεί η κουβέντα μας από το πιο αναπάντεχο που μπορούσε να μου συμβεί εκείνη την στιγμή.
Με την άκρη του ματιού μου είδα κίνηση στο βάθος. Ήταν ο ηλικιωμένος aborigine που είχε σηκωθεί για να πάει προς ένα έπιπλο όπου βρισκόταν ένα παλιό πικ απ. Σαν εκείνα που είχαμε στα δωμάτια μας παιδιά, αν και όσοι θυμάστε: από εκείνα που τα ηχεία ήταν στο καπάκι τους το οποίο το έβγαζες, αποκαλύπτοντας από κάτω το πλατώ και τον βραχίονα, κατόπιν τοποθετούσες το καπάκι όρθιο, κάθετα (δίπλα στο πικ απ) και έπαιζες τους δίσκους σου. Τον είδα να παίρνει ένα 45άρι βινύλιο, να το σκουπίζει στο μπλουζάκι του και να το τοποθετεί στο πλατώ, ψάχνοντας να βρει πως θα συνδέσει την πρίζα στον τοίχο. Δεν έδωσα σημασία, γυρίζοντας το κεφάλι ξανά προς τον Brad ο οποίος αδημονούσε να συνεχίσει την ιστορία του για τα χρυσορυχεία που δεν υπάρχουν πια. Και τότε το άκουσα.
Σαν σε όνειρο άκουσα μια μελωδία που πήρε ατελείωτα δέκατα του δευτερολέπτου να αναγνωρίσω. Μου φαίνεται ότι το μυαλό μου την αναγνώρισε αφού είχα στραφεί και πάλι προς τα πίσω και είχα δει το ζευγάρι των aboriginals να χορεύουν βαλς, εξακολουθώντας να κοιτιούνται στα μάτια. Μετά από την κιθάρα της εισαγωγής δεν υπήρχε αμφιβολία. Ήταν η φωνή της Αρλέτας που τραγούδαγε: «Νύχτα βροχερή άδειο το χέρι ψάχνει να σε βρει μα δεν το ξέρει, που θα σε βρει…» Έμεινα άναυδος. Απορία. Ου πόρος: πως είναι δυνατόν να βρέθηκε «πόρος» μεταξύ εκείνου του κόσμου που είχα αφήσει πίσω και εκείνου στον οποίο βρισκόμουν; Μπορεί να ακούω Αρλέτα, σκέφτηκα; Κι όμως. «Μια φορά θυμάμαι μ’ αγαπούσες, τώρα βροχή» επέμενε εκείνη να τραγουδά μέσα από τα τριζάτα ηχεία του καπακιού σε ένα τοπίο που δεν έχει βρέξει ογδόντα χρόνια. Κι όμως. Το ζευγάρι χόρευε υπό αυτή την μελωδία, με αυτά τα λόγια να αντηχούν στο άδειο saloon, κοιτάζοντας ο ένας στα μάτια την άλλη, στροβιλίζοντας με χάρη και χαρά, αποφεύγοντας τα σκονισμένα τραπέζια χωρίς καν να τα κοιτούν.
Όταν το 45άρι τελείωσε, σηκώθηκα, πλησίασα το ζευγάρι και τους ρώτησα αν ξέρουν τι είναι αυτή η μουσική. Η γυναίκα μου χαμογέλασε λέγοντας: «It’s our song.” «Ναι, αλλά ξέρετε τι είναι αυτό το τραγούδι, ποια η τραγουδίστρια, τι γλώσσα τραγουδάει;» Δεν ήξεραν αλλά και δεν τους ενδιέφερε. «Βρήκαμε τον δίσκο αυτόν πριν μια δεκαετία. Κάποιος περαστικός θα τον ξέχασε», μου είπε ο άντρας διασκεδάζοντας το ύφος απορίας που σίγουρα ήταν ζωγραφισμένο στο πρόσωπό μου. «Μην μας πεις τι είναι», πρόσθεσε. «It’s better this way”, μου είπε η κυρία του πριν με χαϊδέψει στον ώμο και φύγουν.
Την στιγμή διέκοψε ο Brad που επέμενε να συνεχίσει την ιστορία με το χρυσορυχείο που τόσο εφήμερα πέρασε από τα μέρη του. Έκανα ότι τον άκουγα, όμως στο μυαλό μου στριφογύριζε η εικόνα κάποιου έλληνα που δέκα χρόνια πριν ξέχναγε ένα 45άρι της Αρλέτας σε εκείνο το saloon. «Που να βρίσκεται άραγε;» αναρωτιόμουν.
Επίλογος πρώτος
Τρία χρόνια μετά, το 1991, μιλούσα με φοιτητές μου στο Πανεπιστήμιο του Sydney και τους ανέφερα την ιστορία αυτή. Φαίνεται ότι τους άρεσε. Μου το θύμισαν το 1994 στέλνοντάς μου ένα CD με τίτλο Praise (το συγκρότημά τους λέγεται Dirty Three). Ήταν το soundtrack μιας ομώνυμης (καλής low budget) ταινίας όπου το βασικό κομμάτι (μια πολύ βαριά ροκιά) είναι διασκευή τού… «Μια φορά θυμάμαι μ’ αγαπούσες» της Αρλέτας. Όταν τελικά είδα την ταινία, δεν πίστευα στα μάτια μου. Η σκηνή με το ζευγάρι των aborigines είχε παρεισφρήσει στην ταινία – όχι όπως την έζησα αλλά αρκετά πιστά. Στο τέλος της ταινίας μάλιστα, εκεί που πέφτουν οι τίτλοι, είχαν βάλει το original τραγούδι να συνοδεύει τους θεατές προς την έξοδο.
Επίλογος δεύτερος
Δεν ξέρω γιατί αποφάσισα το τελευταίο μου άρθρο εδώ στο protagon για το 2011 να αφιερωθεί σε αυτή την ιστορία. Ίσως είναι επειδή βρίσκομαι και πάλι στην Αυστραλία είκοσι τρία Χριστούγεννα μετά. Ίσως επειδή η ιστορία αυτή λέει κάτι για τον «πόρο» που, όσο κατατρεγμένη κι αν είναι η μικρή μας χώρα, την συνδέει με όλες τις γωνιές, όλους τους ανθρώπους αυτού του πλανήτη.
πηγή: protagon.gr
Παρόμοια θέματα
» ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΡΟΥΦΑΚΗΣ
» Γιάννης Αλαφούζος...
» ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ
» ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗΣ
» ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΣΑΡΟΥΧΗΣ
» Γιάννης Αλαφούζος...
» ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ
» ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗΣ
» ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΣΑΡΟΥΧΗΣ
Radical30 World :: Περιεχόμενα :: κλικ > Το Blog/Forum Radical World - Περιεχόμενα :: ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ - ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ - ΠΑIΔΕΙΑ :: Προσωπικότητες
Σελίδα 1 από 1
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης
Κυρ 06 Μαρ 2016, 12:59 από radical30
» Forsaken-2015 ******
Δευ 22 Φεβ 2016, 10:13 από radical30
» The First Grader *******
Δευ 08 Φεβ 2016, 13:05 από radical30
» Περί των "Κοινών Αγαθών"
Παρ 05 Φεβ 2016, 02:20 από radical30
» Ο δικός μου "χιονάνθρωπος"
Τετ 03 Φεβ 2016, 06:11 από radical30
» Δημήτρης Βαρδαβάς
Τετ 03 Φεβ 2016, 04:52 από radical30
» Η "Νονά"
Σαβ 23 Ιαν 2016, 06:11 από radical30